Ίδρυση υποκαταστήματος στη Δημοκρατία από ΕΠΕΥ άλλου κράτους μέλους

77.-(1) ΕΠΕΥ που έχει λάβει άδεια λειτουργίας και εποπτεύεται από αρμόδια αρχή άλλου κράτους μέλους δύναται να παρέχει επενδυτικές και παρεπόμενες υπηρεσίες ή/και να ασκεί επενδυτικές δραστηριότητες στη Δημοκρατία με την ίδρυση υποκαταστήματος, υπό τον όρο ότι οι υπηρεσίες ή/και δραστηριότητες αυτές καλύπτονται από την άδεια λειτουργίας της. Η παροχή παρεπόμενων υπηρεσιών επιτρέπεται μόνο σε συνδυασμό με επενδυτική υπηρεσία ή/και δραστηριότητα.

(2) Η αρμόδια αρχή του κράτους μέλους καταγωγής της ΕΠΕΥ ανακοινώνει τις ακόλουθες πληροφορίες στην Επιτροπή:

(α) Τη διεύθυνση του υποκαταστήματος·

(β) τα πρόσωπα που θα διευθύνουν το υποκατάστημα, καθώς και την οργανωτική του δομή·

(γ) το πρόγραμμα δραστηριοτήτων του υποκαταστήματος, το οποίο αναφέρει ιδίως τις επενδυτικές και παρεπόμενες υπηρεσίες που προτίθεται να παρέχει ή/και τις επενδυτικές δραστηριότητες που προτίθεται να ασκεί·

(δ) κατά πόσο η ΕΠΕΥ σκοπεύει να χρησιμοποιήσει συνδεδεμένους αντιπροσώπους στη Δημοκρατία· σε περίπτωση συνδεδεμένου αντιπροσώπου εγκατεστημένου στη Δημοκρατία, ο εν λόγω συνδεδεμένος αντιπρόσωπος εξομοιώνεται προς υποκατάστημα και υπόκειται στις περί υποκαταστημάτων διατάξεις του παρόντος Νόμου·

(ε) πληροφορίες σχετικά με το εγκεκριμένο σύστημα αποζημίωσης του οποίου η ΕΠΕΥ είναι μέλος.

(3) Το υποκατάστημα της ΕΠΕΥ δύναται να ιδρυθεί και να αρχίσει τη λειτουργία του στη Δημοκρατία μόλις λάβει ειδοποίηση από την Επιτροπή ή, ελλείψει παρόμοιας ειδοποίησης, το αργότερο εντός δύο μηνών από την ημερομηνία της προβλεπόμενης ανακοίνωσης στο εδάφιο (2) από την αρμόδια αρχή του κράτους μέλους καταγωγής.

(4) Σε περίπτωση επικείμενης μεταβολής των προβλεπόμενων πληροφοριών στο εδάφιο (2), η αρμόδια αρχή του κράτους μέλους καταγωγής της ΕΠΕΥ ενημερώνει την Επιτροπή.

(5)(α) Η ΕΠΕΥ οφείλει, ως προς τις υπηρεσίες που παρέχει ή τις δραστηριότητες που ασκεί το υποκατάστημά της στη Δημοκρατία, να συμμορφώνεται με τις προβλεπόμενες υποχρεώσεις στα άρθρα 36, 38, 39, 43, 44, 45, 47 και 48 και στις δυνάμει αυτών εκδιδόμενες οδηγίες, καθώς και στον Κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1287/2006.

(β) Η Επιτροπή δύναται να ζητεί την υποβολή πληροφοριών για τις ρυθμίσεις που έλαβε το υποκατάστημα της εν λόγω ΕΠΕΥ προς συμμόρφωση με τις αναφερόμενες υποχρεώσεις στην παράγραφο (α), να τις εξετάζει και να ζητεί όποιες αλλαγές είναι απολύτως απαραίτητες ώστε να έχει τη δυνατότητα να επιβάλλει την τήρηση των υποχρεώσεων που προβλέπονται στα άρθρα 36, 38, 39, 43, 44, 45, 47 και 48, καθώς και στις δυνάμει αυτών εκδιδόμενες οδηγίες και στον Κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1287/2006, όσον αφορά τις υπηρεσίες που παρέχει ή/και τις δραστηριότητες που ασκεί στη Δημοκρατία το υποκατάστημα.

(6) Η ΕΠΕΥ μεριμνά ώστε να καταγράφονται όλες οι υπηρεσίες που παρέχει και οι συναλλαγές που εκτελεί το υποκατάστημά της στη Δημοκρατία κατά τρόπο που να επιτρέπει στην Επιτροπή να ελέγχει τη συμμόρφωσή του με όλες τις υποχρεώσεις του έναντι των πελατών ή των πιθανών πελατών του. Η υποχρέωση αυτή εφαρμόζεται με την επιφύλαξη της δυνατότητας της αρμόδιας αρχής του κράτους μέλους καταγωγής να έχει άμεση πρόσβαση στις σχετικές καταχωρήσεις.

(7) Η ΕΠΕΥ οφείλει να συντάσσει και να αποστέλλει στην Επιτροπή εντός τεσσάρων μηνών από τη λήξη κάθε οικονομικού έτους, για στατιστικούς σκοπούς, έκθεση σχετικά με τις δραστηριότητες του υποκαταστήματος κατά το προηγούμενο οικονομικό έτος στο πλαίσιο παροχής επενδυτικών και παρεπομένων υπηρεσιών ή/και άσκησης επενδυτικών δραστηριοτήτων. Η Επιτροπή δύναται με οδηγίες της να καθορίζει το περιεχόμενο της εν λόγω έκθεσης.

(8) Η αρμόδια αρχή του κράτους μέλους καταγωγής της ΕΠΕΥ, η οποία ίδρυσε κατάστημα στη Δημοκρατία, δύναται κατά την άσκηση των καθηκόντων της και αφού ενημερώσει την Επιτροπή, να προβαίνει σε επιτόπιους ελέγχους στο υποκατάστημα της ΕΠΕΥ.