Αρμοδιότητες

4. - (1) Η Επιτροπή εξετάζει τις αιτήσεις που υποβάλλονται σε αυτή, δυνάμει του άρθρου 5, από πρώην κρατικούς αξιωματούχους ή δικαστές ή υπαλλήλους του δημοσίου και του ευρύτερου δημοσίου τομέα και εντός δύο (2) μηνών από την υποβολή της εν λόγω αίτησης, με γνώμονα το δημόσιο συμφέρον, αποφασίζει κατά πόσο ο αιτητής μπορεί ή όχι να αναλάβει την εργασία στον ιδιωτικό τομέα στην οποία αφορά η αίτηση, με ή χωρίς περιορισμούς ή όρους:

Νοείται ότι απαγορεύεται η ανάληψη εργασίας μόνο για την περίοδο των δύο ετών από την ημέρα αποχώρησης ή αφυπηρέτησης του αιτητή.

(2) Η Επιτροπή, κατά την εξέταση της αίτησης προσώπου για ανάληψη εργασίας στον ιδιωτικό τομέα, λαμβάνει υπόψη τα ακόλουθα:

(α) Τις συναλλαγές που ο αιτητής δυνατό να είχε, στα πλαίσια της άσκησης των καθηκόντων του κατά τα τελευταία δύο έτη της εργασίας του, με το μελλοντικό εργοδότη του∙

(β) τις συναλλαγές που ο αιτητής δυνατό να είχε καθ’ οιονδήποτε χρόνο της εργοδότησής του, στα πλαίσια της άσκησης των καθηκόντων του επί συνεχούς ή επαναλαμβανόμενης βάσης, με το μελλοντικό εργοδότη του∙

(γ) το ενδεχόμενο ο αιτητής να είχε κατά την εκτέλεση των καθηκόντων του πρόσβαση σε ευαίσθητες εμπορικές ή άλλες πληροφορίες που αφορούσαν τους ανταγωνιστές του μελλοντικού εργοδότη του∙

(δ) το ενδεχόμενο ο αιτητής να είχε κατά τα τελευταία δύο έτη της εργασίας του συμμετοχή στη λήψη αποφάσεων ή την παροχή συμβουλής, που ήταν προς όφελος του μελλοντικού του εργοδότη, η οποία μπορεί να εκληφθεί ως ανταμοιβή∙

(ε) το ενδεχόμενο ο αιτητής να είχε κατά τα τελευταία δύο έτη της εργασίας του συμμετοχή στη χάραξη πολιτικής που δεν έχει ανακοινωθεί, η γνώση της οποίας μπορεί να αποβεί προς όφελος του μελλοντικού του εργοδότη∙

(στ) Το ενδεχόμενο, σε περίπτωση που ο αιτητής είναι δικαστής, να είχε κατά την εκτέλεση των καθηκόντων του πρόσβαση σε εμπιστευτικές ή άλλες πληροφορίες, οι οποίες δυνατόν να οδηγήσουν σε σύγκρουση συμφέροντος ή σε κατάσταση που δύναται να εκληφθεί αντικειμενικά ως τέτοια κατά την άσκηση καθηκόντων του στο μελλοντικό του εργοδότη.

(3) Η Επιτροπή, αφού λάβει υπόψη όλα τα πιο πάνω, σε συνάρτηση με τη φύση και τα καθήκοντα της εργασίας που το πρόσωπο προτίθεται να αναλάβει στον ιδιωτικό τομέα, ετοιμάζει εμπεριστατωμένη και αιτιολογημένη απόφαση με την οποία δύναται:

(α) να επιτρέπει την άνευ όρων ανάληψη εργασίας σε συγκεκριμένο εργοδότη του ιδιωτικού τομέα από τον αιτητή∙

(β) να επιτρέπει την ανάληψη εργασίας, με περιορισμούς ή όρους, στο συγκεκριμένο εργοδότη του ιδιωτικού τομέα ως ακολούθως:

(i) Να επιβάλλει περιορισμούς ή όρους ως προς τη φύση των καθηκόντων που το πρόσωπο δύναται να ασκεί στα πλαίσια της ανάληψης εργασίας σε συγκεκριμένο εργοδότη∙

(ii) Nα επιβάλλει περιορισμούς ή όρους ως προς το χρόνο ανάληψης της εργασίας σε συγκεκριμένο εργοδότη.

(3A) Η Επιτροπή δύναται να καλεί, αυτεπάγγελτα ή κατόπιν καταγγελίας, οποιοδήποτε κρατικό αξιωματούχο ή δικαστή ή υπάλληλο του δημοσίου και του ευρύτερου δημόσιου τομέα ή οποιοδήποτε πρόσωπο δυνάμει των διατάξεων του εδαφίου (3Β) ή δυνάμει του εδαφίου (3Γ), ώστε να εξετάσει κατά πόσο παραβιάζει τις διατάξεις του άρθρου 5 και σε περίπτωση που τεκμηριωθεί ότι αυτό ανέλαβε εργασία παραβαίνοντας τις διατάξεις του άρθρου 5, συντάσσει σχετική έκθεση για σκοπούς εφαρμογής των διατάξεων του άρθρου 7.

(3Β) Η Επιτροπή δύναται να καλεί, αυτεπάγγελτα ή κατόπιν καταγγελίας, οποιοδήποτε υπάλληλο του δημοσίου ή ευρύτερου δημόσιου τομέα  ο οποίος έχει συμπληρώσει την ηλικία υποχρεωτικής αφυπηρέτησης ή έχουν τερματιστεί οι υπηρεσίες του για οποιοδήποτε λόγο, ανεξαρτήτως μισθοδοτικής κλίμακας, για να συμμορφωθεί με τις διατάξεις του παρόντος Νόμου εντός των πρώτων δύο (2) ετών από την ημερομηνία της αφυπηρέτησής του ή του τερματισμού των υπηρεσιών του, εφόσον η ίδια κρίνει ότι ενδεχομένως να επηρεάζεται το δημόσιο συμφέρον από τη χρησιμοποίηση προνομιακής πληροφόρησης, την οποία το πρόσωπο αυτό κατείχε λόγω της θέσης που είχε, προς όφελος νομικών προσώπων ιδιωτικού δικαίου ή φυσικών προσώπων και ενάντια στο κράτος και το δημόσιο συμφέρον.

(3Γ) Σε περίπτωση που υπάλληλος του δημοσίου ή του ευρύτερου δημόσιου τομέα, ανεξαρτήτως μισθοδοτικής κλίμακας, υποβάλλει αίτηση για οικειοθελή πρόωρη αφυπηρέτηση, το εκάστοτε αρμόδιο όργανο εξέτασης της εν λόγω αίτησης, εφόσον κρίνει ότι ενδεχομένως να επηρεάζεται το δημόσιο συμφέρον από τη χρησιμοποίηση προνομιακής πληροφόρησης, την οποία το πρόσωπο αυτό κατείχε λόγω της θέσης που είχε, προς όφελος νομικών προσώπων ιδιωτικού δικαίου ή φυσικών προσώπων και ενάντια στο κράτος και το δημόσιο συμφέρον, οφείλει:

(i) Να ενημερώσει τον εν λόγω υπάλληλο ότι, σε περίπτωση που προτίθεται να αναλάβει εργασία στον ιδιωτικό τομέα, εντός των πρώτων δύο (2) ετών από την ημερομηνία της οικειοθελούς πρόωρης αφυπηρέτησής του, οφείλει να υποβάλει αίτηση στην Επιτροπή, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 5, και

(ii) να ενημερώσει σχετικά την Επιτροπή, ούτως ώστε η ίδια να γνωρίζει ότι, σε περίπτωση που ο εν λόγω υπάλληλος προτίθεται να αναλάβει εργασία στον ιδιωτικό τομέα, εντός των πρώτων δύο (2) ετών από την ημερομηνία της οικειοθελούς πρόωρης αφυπηρέτησής του, οφείλει να συμμορφώνεται με τις διατάξεις του παρόντος Νόμου.

(4) Η Επιτροπή δύναται να ζητά οποιεσδήποτε πληροφορίες θεωρεί απαραίτητες για την άσκηση των κατά τον παρόντα Νόμο αρμοδιοτήτων της.

(5) Η Επιτροπή κοινοποιεί τις εκάστοτε αποφάσεις της στον Πρόεδρο της Δημοκρατίας στον Πρόεδρο της Βουλής των Αντιπροσώπων προς γνώση των μελών της,, στο Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας και στον αιτητή.