Ερμηνεία

2.-(1) Στον παρόντα Νόμο, εκτός αν από το κείμενο προκύπτει διαφορετική έννοια -

«απόδοση» σημαίνει την απόδοση που υπολογίζεται βάσει των καθαρών θερμιδικών αξιών των καυσίμων, οι οποίες αναφέρονται και ως κατώτερες θερμιδικές αξίες·

«αρμόδια αρχή» σημαίνει την Υπηρεσία Ενέργειας του Υπουργείου Εμπορίου, Βιομηχανίας και Τουρισμού·

«αυτοπαραγωγός μέσω συμπαραγωγής» σημαίνει τον παραγωγό που παράγει ηλεκτρική ενέργεια μέσω συμπαραγωγής, κυρίως για δική του χρήση και διοχετεύει τυχόν πλεόνασμα της ενέργειας αυτής στο σύστημα μεταφοράς ή στο σύστημα διανομής·

«διάταγμα» σημαίνει διάταγμα που εκδίδει ο Υπουργός δυνάμει του άρθρου 5·

«εγγύηση προέλευσης» σημαίνει πιστοποιητικό που εκδίδεται από την εκδίδουσα αρχή δυνάμει του άρθρου 10, το οποίο πιστοποιεί ότι η ηλεκτρική ενέργεια για την οποία εκδίδεται το πιστοποιητικό είναι ηλεκτρική ενέργεια που παράγεται από συμπαραγωγή υψηλής απόδοσης·

«εκδίδουσα αρχή» σημαίνει τον Διαχειριστή Συστήματος Μεταφοράς·

«Επιτροπή» σημαίνει την Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων·

«εφεδρική ηλεκτρική ενέργεια» σημαίνει την ηλεκτρική ενέργεια που παρέχεται μέσω του ηλεκτρικού δικτύου παροχής όποτε η διεργασία συμπαραγωγής διακόπτεται, συμπεριλαμβανομένων των διαστημάτων συντήρησης ή τίθεται εκτός λειτουργίας·

«ηλεκτρική ενέργεια από συμπαραγωγή» σημαίνει την ηλεκτρική ενέργεια που παράγεται στο πλαίσιο μιας διεργασίας συνδεόμενης με την παραγωγή χρήσιμης θερμότητας, η οποία υπολογίζεται σύμφωνα με τη μεθοδολογία που καθορίζεται στο Παράρτημα ΙΙ·

«κράτος μέλος» σημαίνει κράτος μέλος της Ευρωπαϊκής ΄Ενωσης·

«λόγος ηλεκτρικής ενέργειας/θερμότητας» σημαίνει το λόγο της ηλεκτρικής ενέργειας από συμπαραγωγή προς τη χρήσιμη θερμότητα, υπό πλήρη κατάσταση λειτουργίας συμπαραγωγής, με χρήση των λειτουργικών δεδομένων της συγκεκριμένης μονάδας·

«μονάδα συμπαραγωγής» σημαίνει τη μονάδα που έχει τη δυνατότητα να λειτουργεί κατά τον τρόπο της συμπαραγωγής·

«μονάδα συμπαραγωγής μικρής κλίμακας» σημαίνει μονάδα συμπαραγωγής με εγκατεστημένη ισχύ κάτω του 1 MWe·

«μονάδα συμπαραγωγής πολύ μικρής κλίμακας» σημαίνει μονάδα συμπαραγωγής με μέγιστη ισχύ μικρότερη από 50 kWe·

«Οδηγία 2004/8/ΕΚ» σημαίνει την Οδηγία 2004/8/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 11ης Φεβρουαρίου 2004 για την προώθηση της συμπαραγωγής ενέργειας βάσει της ζήτησης για χρήσιμη θερμότητα στην εσωτερική αγορά ενέργειας και για την τροποποίηση της Οδηγίας 92/42/ΕΟΚ, όπως εκάστοτε τροποποιείται ή αντικαθίσταται·

«οικονομικά δικαιολογημένη ζήτηση» σημαίνει ζήτηση που δεν υπερβαίνει τις ανάγκες θέρμανσης ή ψύξης και η οποία διαφορετικά θα ικανοποιείτο, σύμφωνα με τις συνθήκες της αγοράς, με διεργασίες παραγωγής ενέργειας διαφορετικές από τη συμπαραγωγή·

«παραγωγή συμπαραγωγής» σημαίνει το άθροισμα της ηλεκτρικής και μηχανικής ενέργειας και της χρήσιμης θερμότητας που παράγονται από συμπαραγωγή·

«συμπαραγωγή» σημαίνει την ταυτόχρονη παραγωγή χρήσιμης θερμικής και ηλεκτρικής ή/και μηχανικής ενέργειας στο πλαίσιο μιας μόνο διεργασίας·

«συμπληρωματική ηλεκτρική ενέργεια» σημαίνει την ηλεκτρική ενέργεια που παρέχεται μέσω του ηλεκτρικού δικτύου παροχής σε περιπτώσεις κατά τις οποίες η ζήτηση για ηλεκτρική ενέργεια είναι μεγαλύτερη από την παραγόμενη στη διεργασία συμπαραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας·

«συμπαραγωγή υψηλής απόδοσης» σημαίνει συμπαραγωγή που ανταποκρίνεται στα κριτήρια του Παραρτήματος ΙΙΙ·

«συνολική απόδοση» σημαίνει το λόγο της ετήσιας ποσότητας παραγόμενης ηλεκτρικής και μηχανικής ενέργειας και παραγόμενης χρήσιμης θερμότητας προς την καθαρή θερμιδική αξία των καυσίμων που χρησιμοποιούνται για την παραγωγή θερμότητας στο πλαίσιο μιας διεργασίας συμπαραγωγής, καθώς και για την ακαθάριστη παραγωγή ηλεκτρικής και μηχανικής ενέργειας·

«τιμή αναφοράς της απόδοσης για χωριστή παραγωγή» σημαίνει την απόδοση της εναλλακτικής χωριστής παραγωγής θερμότητας και ηλεκτρικής ενέργειας την οποία αποσκοπεί να αντικαταστήσει η διεργασία συμπαραγωγής ·

«Υπουργείο» σημαίνει το Υπουργείο Εμπορίου, Βιομηχανίας και Τουρισμού·

«Υπουργός» σημαίνει τον Υπουργό Εμπορίου, Βιομηχανίας και Τουρισμού·

«χρήσιμη θερμότητα» σημαίνει τη θερμότητα που παράγεται στο πλαίσιο μιας διεργασίας συμπαραγωγής προκειμένου να ικανοποιήσει μια οικονομικά δικαιολογημένη ζήτηση για θέρμανση ή ψύξη.

« σύστημα εγγύησης » σημαίνει το σύνολο των κανόνων και διαδικασιών που ορίζονται από τον παρόντα Νόμο, καθώς και από Κανονισμούς που εκδίδονται δυνάμει του παρόντος Νόμου , για την έκδοση των εγγυήσεων προέλευσης ηλεκτρικής ενέργειας από συμπαραγωγή υψηλής απόδοσης·

« μηχανισμός διασφάλισης » σημαίνει το μηχανισμό με τον οποίο διασφαλίζεται από τη ΡΑΕΚ η αξιόπιστη λειτουργία του συστήματος εγγύησης και η ακρίβεια και αξιοπιστία των εγγυήσεων προέλευσης που έχουν εκδοθεί.

(2) ΄Οροι που χρησιμοποιούνται στον παρόντα Νόμο και δεν τυγχάνουν καθορισμού σ’ αυτόν έχουν την έννοια που αποδίδεται στους όρους αυτούς από τον περί Ρύθμισης της Αγοράς Ηλεκτρισμού Νόμο καθώς και τον περί Προώθησης και Ενθάρρυνσης της Χρήσης Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας και της Εξοικονόμησης Ενέργειας Νόμο.