Αίτημα αναθεώρησης κλπ

139. (1) Κάθε πρόσωπο έχει δικαίωμα να υποβάλει στο Διευθυντή εντός εξήντα ημερών από την ημερομηνία έκδοσης απόφασης δυνάμει της παραγράφου (α) ή της υποβολής αίτησης δυνάμει της παραγράφου (β), αίτημα αναθεώρησης που αφορά -

(α) τις αποφάσεις του Τμήματος Τελωνείων αναφορικά με την εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος Νόμου, εφόσον τον αφορούν άμεσα και ατομικά·

(β) αίτημα σε περίπτωση που έχει υποβάλει σχετική αίτηση στο Τμήμα Τελωνείων και δεν εκδόθηκε οποιαδήποτε απόφαση από αυτό, εντός προθεσμίας τριάντα ημερών από την ημερομηνία υποβολής της αίτησης, εκτός στην περίπτωση που προβλέπεται ρητά άλλη προθεσμία από τη συναφή νομοθεσία:

Νοείται ότι η υποχρέωση για απάντηση εντός της πιο πάνω προθεσμίας υπάρχει, όταν η λήψη της απόφασης εντός της προθεσμίας αυτής είναι εφικτή, λαμβανομένων υπόψη όλων των περιστατικών κάθε υπόθεσης:

Νοείται περαιτέρω ότι η εξέταση του αιτήματος αναθεώρησης είναι δυνατό να ανατεθεί από το Διευθυντή σε εξουσιοδοτημένο λειτουργό ή λειτουργούς, ρητά οριζόμενους από αυτόν.

(2) Η υποβολή αιτήματος σύμφωνα με το εδάφιο (1) δεν επιφέρει την αναστολή της εκτέλεσης της προσβαλλόμενης απόφασης:

Νοείται ότι ο Διευθυντής δύναται να αναβάλει ολικά ή μερικά την εκτέλεση της προσβαλλόμενης απόφασης, αν έχει βάσιμους λόγους να αμφιβάλλει για τη συμφωνία της απόφασης αυτής με τον παρόντα Νόμο ή όταν υπάρχει κίνδυνος ανεπανόρθωτης ζημιάς για το πρόσωπο που αφορά.

(3) Σε περίπτωση που η προσβαλλόμενη απόφαση έχει ως αποτέλεσμα την επιβολή φόρου κατανάλωσης, η αναστολή της εκτέλεσής της εξαρτάται από τη σύσταση εγγύησης για την εξασφάλιση της καταβολής του οφειλόμενου ποσού:

Νοείται ότι η εγγύηση αυτή είναι δυνατόν να μην απαιτηθεί όταν ενδέχεται να προκαλέσει σοβαρές δυσκολίες οικονομικού και κοινωνικού χαρακτήρα, λόγω της κατάστασης του οφειλέτη:

Νοείται περαιτέρω ότι σε περίπτωση συμβιβασμού πράξης ή αδικήματος δυνάμει του άρθρου 137 δεν υποβάλλεται αίτημα αναθεώρησης.

(4) Ο Διευθυντής δύναται με γνωστοποίηση του να καθορίσει κάθε αναγκαία λεπτομέρεια για την καλύτερη εφαρμογή του άρθρου αυτού.

(5) Ανεξαρτήτως των διατάξεων των εδαφίων (1) έως (3), κάθε πρόσωπο  το οποίο αμφισβητεί τον επιβληθέντα, σε εγγεγραμμένο ή ταξινομημένο σε οποιοδήποτε κράτος μηχανοκίνητο όχημα, φόρο κατανάλωσης δύναται, εντός προθεσμίας εξήντα ημερών από την ημερομηνία επιβολής της φορολογίας, να αποταθεί στον Διευθυντή με γραπτή αιτιολογημένη ένσταση, προσκομίζοντας όλα τα αναγκαία στοιχεία τα οποία να υποστηρίζουν το βάσιμο της ένστασής του, για επανεξέταση της επιβληθείσας φορολογίας:

Νοείται ότι, ένσταση, η οποία υποβάλλεται, αν δεν συνοδεύεται με τα αναγκαία έγγραφα προς υποστήριξή της, θεωρείται ως ουδέποτε υποβληθείσα:

Νοείται περαιτέρω ότι, ο Διευθυντής δύναται να απαιτήσει επιπρόσθετα  στοιχεία τα οποία είναι αναγκαία στην έκδοση της απόφασής του:

Νοείται, έτι περαιτέρω, ότι, για να εξεταστεί ένσταση υποβληθείσα σύμφωνα με το παρόν εδάφιο θα πρέπει να καταβληθεί ο επιβληθείς φόρος.

(6) Η υποβολή ένστασης δυνάμει του εδαφίου (5) αποτελεί απαραίτητη προϋπόθεση για την άσκηση προσφυγής στο Ανώτατο Δικαστήριο σύμφωνα με το Άρθρο 146 του Συντάγματος.

(7) (α)Η απόφαση του Διευθυντή αναφορικά με την υποβληθείσα ένσταση εκδίδεται εντός προθεσμίας έξι μηνών από την ημερομηνία υποβολής των στοιχείων που έχουν απαιτηθεί από το Διευθυντή για εξακρίβωση του επιβλητέου φόρου:

Νοείται ότι, η προθεσμία των έξι μηνών παρατείνεται για τη χρονική περίοδο που το ενιστάμενο πρόσωπο καθυστερεί να προσκομίσει τα στοιχεία που ζητήθηκαν από το Διευθυντή.

(β) Τηρουμένης της επιφύλαξης της παραγράφου (α), σε περίπτωση που η προθεσμία των έξι μηνών λήξει,  χωρίς ο Διευθυντής να εκδώσει την απόφασή του, ο Διευθυντής υποχρεούται να επιβάλει φόρο κατανάλωσης σύμφωνα με την προσκομισθείσα από το ενιστάμενο πρόσωπο μαρτυρία και να επιδώσει σε αυτό σχετική ειδοποίηση.

(8) Αν κατά την εξέταση της υποβληθείσας ένστασης αποδειχθεί από την υπάρχουσα μαρτυρία ότι δικαιολογείται επιβολή φόρου κατανάλωσης μεγαλύτερου από τον αρχικά επιβληθέντα, το ενιστάμενο πρόσωπο οφείλει να καταβάλει την προκύπτουσα διαφορά του φόρου κατανάλωσης σύμφωνα με την απόφαση που εκδίδεται επί της ενστάσεως.

(9) Τηρουμένων των διατάξεων των εδαφίων (5) μέχρι (8), το ενιστάμενο πρόσωπο έχει το δικαίωμα να ασκήσει προσφυγή στο Ανώτατο Δικαστήριο, σύμφωνα με το Άρθρο 146 του Συντάγματος, εφόσον διαφωνεί με την απόφαση του Διευθυντή αναφορικά με την υποβληθείσα ένσταση.