Γενικές Εξουσίες του Επιτρόπου αναφορικά με την επίλυση διαφορών - Συνοπτική διαδικασία επίλυσης διαφορών

33. (1) (α) Ο Επίτροπος αναλαμβάνει την επίλυση διαφοράς/χειρισμού υπόθεσης είτε με δική του πρωτοβουλία είτε κατόπιν καταγγελίας/παραπόνου. Στην περίπτωση καταχώρησης καταγγελίας/παραπόνου, ο Επίτροπος θα έχει την εξουσία να απορρίψει την καταγγελία εάν κατά τη γνώμη του είναι προφανώς αβάσιμη. Σε όλες τις άλλες περιπτώσεις, ο Επίτροπος θα διαβιβάζει αντίγραφο της καταγγελίας στο ενδιαφερόμενο πρόσωπο. Η ανωτέρω καταγγελία δύναται να αποτελέσει το αντικείμενο εξέτασης ή/και έρευνας από τον Επίτροπο εάν αυτός δεν ικανοποιείται με την απάντηση του παροχέα ή εάν ο καταγγέλλων υποβάλει γραπτή ειδοποίηση ότι δεν υπήρξε ικανοποιητικός χειρισμός της καταγγελίας.

(β) Δυνάμει της παραγράφου (α) του παρόντος άρθρου , ο Επίτροπος δύναται να προβεί στην έκδοση μιας απόφασης η οποία είναι δεσμευτική για το πρόσωπο αυτό.

(2) (α) Ο Επίτροπος έχει την εξουσία έκδοσης προσωρινής Απόφασης ή/και Διατάγματος, για περιπτώσεις επείγουσας φύσης προκειμένου να διασφαλίσει τον ανταγωνισμό και να προστατεύσει τα συμφέροντα των χρηστών.

(β) Σε αυτές τις περιπτώσεις ο Επίτροπος θα ζητήσει από οποιοδήποτε εκ των επηρεαζομένων μερών να διατυπώσει τις απόψεις του εντός δεκαπέντε (15) ημερών από την έκδοση της Απόφασης και/ή Διατάγματος, αναφορικά με το εάν η προσωρινή Απόφαση και/ή Διάταγμα θα έπρεπε να ανακληθεί ή τροποποιηθεί.

(γ) Μετά από ακρόαση, κατά τα οριζόμενα στην παράγραφο β, ο Επίτροπος εκδίδει και κοινοποιεί το ταχύτερο δυνατόν σε κάθε επηρεαζόμενο μέρος την τελική του Απόφαση και/ή Διάταγμα.

(3) Ο Επίτροπος έχει την εξουσία να επιβάλει διοικητικά πρόστιμα ή άλλες κυρώσεις, όπως αυτά δύνανται να διατάσσονται με απόφαση δυνάμει του, Άρθρου 20, (κ), αναφορικά με την μη συμμόρφωση με τις διατάξεις του παρόντος Νόμου ή/και διατάγματα ή/και αποφάσεις.

(4) (α) Ο Επίτροπος έχει την εξουσία να παρέμβει και να επιλύσει μια διαφορά, είτε αυτεπάγγελτα ή κατόπιν αιτήματος οποιουδήποτε από τα μέρη, με δεσμευτική απόφαση μέσα σε τέσσερις μήνες από τη στιγμή που ειδοποιήθηκε για την διαφορά, προκειμένου να διασφαλίσει την συμμόρφωση με τις προϋποθέσεις του παρόντος Νόμου και διαταγμάτων ή/και αποφάσεων.

(β) Ο Επίτροπος εκδίδει διάταγμα με το οποίο καθορίζει τις διαδικασίες ακρόασης των μερών, επιβολής προστίμων και/ή άλλων διοικητικών κυρώσεων και το ύψος αυτών σχετικά με την επίλυση διαφορών, και θα διασφαλίζει ότι όλες οι έρευνες, επιλύσεις και/ή αποφάσεις θα γίνονται σύμφωνα με αυτές τις διαδικασίες.

(5) Ο Επίτροπος δύναται να αρνηθεί την επίλυση μιας διαφοράς με δεσμευτική απόφαση όταν υπάρχουν άλλοι μηχανισμοί, συμπεριλαμβανομένης της διαμεσολάβησης, οι οποίοι θα μπορούσαν να συμβάλλουν καλύτερα στην έγκαιρη επίλυση της διαφοράς. Εάν η διαφορά δεν έχει επιλυθεί εντός τριών (3) μηνών και το μέρος το οποίο επιζητεί την επανόρθωση δεν την έχει φέρει ενώπιον δικαστηρίου, ο Επίτροπος θα εκδώσει, κατόπιν αιτήματος ενός των μερών, δεσμευτική απόφαση για την επίλυση της διαφοράς το συντομότερο δυνατό, και εν πάσει περιπτώσει, εντός τριών (3) μηνών. Ο Επίτροπος δύναται να παρέμβει πριν την πάροδο των τριών (3) μηνών εάν ένα από τα μέρη που εμπλέκονται στη διαφορά δύναται να πείσει τον Επίτροπο ότι οι διαφορές μεταξύ των θέσεων των μερών έχουν τέτοια έκταση που καθιστά απίθανη την επίλυση της διαφοράς εντός του χρονικού διαστήματος των τριών μηνών.

(6) Η δικαιοδοσία του Επιτρόπου δεν δύναται να υπερκερασθεί δια σύμβασης ή συμφωνίας. Οποιαδήποτε προσπάθεια προς αποκλεισμό της δικαιοδοσίας του Επιτρόπου με αυτόν τον τρόπο θα θεωρείται άκυρη και ανυπόστατη και άρα ως μη-εκτελεστή για οποιοδήποτε από τα μέρη. Η ακυρότητα αυτού του όρου δεν θα επηρεάζει από μόνη της την ισχύ της λοιπής σχετικής συμφωνίας ή σύμβασης.

(7) Ο Επίτροπος έχει την διακριτική ευχέρεια να αποφασίζει, σύμφωνα με ποιά άρθρα του παρόντος μέρους θα επιλύεται η διαφορά. Οι κατηγορίες διαφορών, όπως αυτές περιγράφονται στα κατωτέρω άρθρα του παρόντος μέρους, είναι ενδεικτικές.

(8) Ο Επίτροπος δύναται να εκδίδει Διάταγμα που να καθορίζει τη διαδικασία και τον τρόπο με τον οποίο το Γραφείο συλλέγει το σύνολο των ποσών που οφείλονται στο Γραφείο, συμπεριλαμβανομένων, μεταξύ άλλων, των διοικητικών προστίμων βάσει του παρόντος Νόμου και/ή διαταγμάτων και/ή αποφάσεων.