Εξουσία θηροφυλάκων προς επιθεώρηση αδειών και έρευνα μεταφορικών μέσων

77.-(1) Τηρουμένων των διατάξεων των άρθρων 73, 74, 75 και 76, οι θηροφύλακες έχουν και τα πιο κάτω καθήκοντα και εξουσίες:

(α) Να καταγγέλλουν οποιοδήποτε πρόσωπο το οποίο βρίσκουν κάτω από συνθήκες που δημιουργούν εύλογα την υποψία ότι προκάλεσε, κατά την καταδίωξη θηραμάτων ή άγριων πτηνών, οποιαδήποτε ζημιά σε οποιαδήποτε καλλιέργεια ή ιδιοκτησία στην περιοχή·

(β) να ερευνούν και να ανακρίνουν οποιοδήποτε πρόσωπο που βρίσκουν κάτω από συνθήκες που εγείρουν εύλογα την υποψία ότι έχει παραβεί τις διατάξεις του παρόντος Νόμου ή κανονισμών ή διαταγμάτων που εκδίδονται δυνάμει αυτού·

(γ) να προβαίνουν, για ανακριτικούς σκοπούς, στην κράτηση κάθε αντικειμένου που βρίσκεται στην κατοχή οποιουδήποτε από τα πιο πάνω πρόσωπα και το οποίο συμβάλλει ή μπορεί να συμβάλει στην απόδειξη διάπραξης αδικήματος, σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος Νόμου ή κανονισμών ή διαταγμάτων που εκδίδονται δυνάμει αυτού και να καλούν τα πιο πάνω πρόσωπα να τους ακολουθήσουν στον πλησιέστερο αστυνομικό σταθμό·

(δ) να ζητούν από οποιοδήποτε πρόσωπο που κατέχει κυνηγετικό όπλο να παρουσιάσει την άδεια κυνηγιού, την άδεια κατοχής κυνηγετικού όπλου, το δελτίο ταυτότητας και το θήραμα, τα άγρια πτηνά ή οποιοδήποτε είδος άγριας πανίδας που κατέχει·

(ε) να σταματούν και να ερευνούν οποιοδήποτε μεταφορικό μέσο το οποίο βρίσκουν σε περιοχή το οποίο εύλογα δημιουργεί την υποψία ότι το πρόσωπο που επιβαίνει σε αυτό παραβαίνει τις διατάξεις του παρόντος Νόμου ή κανονισμών ή διαταγμάτων που εκδίδονται δυνάμει αυτού·

(στ) να καλούν οποιοδήποτε πρόσωπο που βρίσκουν κάτω από συνθήκες που εγείρουν εύλογα την υποψία ότι έχει παραβεί τις διατάξεις του παρόντος Νόμου ή κανονισμών ή διαταγμάτων που εκδίδονται δυνάμει αυτού να τους συνοδεύσει στον πλησιέστερο αστυνομικό σταθμό·

(ζ) να εισέρχονται ελεύθερα και χωρίς προειδοποίηση σε οποιαδήποτε ακίνητη ιδιοκτησία ή ιδιοκτησία η οποία εμπίπτει σε ζώνη ειδικής προστασίας ή σε οικότοπο εκτός ζώνης ειδικής προστασίας αναφορικά με τον οποίο έχει εκδοθεί διάταγμα με βάση το εδάφιο (6) του άρθρου 7, για σκοπούς εποπτείας, επιθεώρησης, ελέγχου και εφαρμογής του παρόντος Νόμου:

Νοείται ότι η είσοδος σε κατοικία γίνεται μόνο μετά την εξασφάλιση της συγκατάθεσης του ενοίκου της ή με δικαστικό ένταλμα·

(η) να εκτελούν κάθε άλλο παρόμοιας φύσης καθήκον το οποίο ανατίθεται σε αυτούς·

(θ) να ερευνούν οποιοδήποτε μεταφορικό μέσο το οποίο βρίσκουν σε περιοχή το οποίο εύλογα δημιουργεί την υποψία ότι το πρόσωπο που επιβαίνει σε αυτό ή ο κάτοχός του παραβαίνει τις διατάξεις του παρόντος Νόμου ή των κανονισμών ή των διαταγμάτων που εκδίδονται δυνάμει αυτού·

(ι) να ενημερώνονται, μέσω της Αστυνομίας, για την άδεια κατοχής κυνηγετικών όπλων και τους αριθμούς εγγραφής των μεταφορικών μέσων που έχει στην ιδιοκτησία του πρόσωπο το οποίο εντοπίστηκε υπό συνθήκες που δημιουργούν εύλογες υποψίες ότι παραβαίνει τις διατάξεις του παρόντος Νόμου ή των κανονισμών ή των διαταγμάτων που εκδίδονται δυνάμει αυτού·

(κ) να λαμβάνουν όλα τα απαραίτητα μέτρα για αποφυγή ατυχημάτων κατά τον έλεγχο των κυνηγετικών σκύλων οι οποίοι βρίσκονται σε μεταφορικό μέσο ή πρέπει να αποβιβαστούν από το μεταφορικό μέσο, για να τύχουν του εν λόγω ελέγχου, με σκοπό την προστασία και ασφάλεια τόσο των ανθρώπων όσο και των κυνηγετικών σκύλων:

Νοείται ότι, τα υπό αναφορά μέτρα καθορίζονται σε διάταγμα του προϊσταμένου έπειτα από διαβούλευση με τους εμπλεκόμενους φορείς·

(λ) να ενημερώνονται, μέσω της Αστυνομίας, για τον ιδιοκτήτη μεταφορικού μέσου το οποίο εντοπίζουν-

(i) εγκαταλελειμμένο στο πεδίο και δημιουργείται η εύλογη υποψία ότι ο ιδιοκτήτης του διατρέχει κίνδυνο,

(ii) σε περιοχή και το οποίο εύλογα δημιουργεί την υποψία ότι το πρόσωπο που επιβαίνει σε αυτό ή ο ιδιοκτήτης του παραβαίνει τις διατάξεις του παρόντος Νόμου ή των κανονισμών ή των διαταγμάτων που εκδίδονται δυνάμει αυτού ή ο ιδιοκτήτης του οχήματος βρίσκεται σε κίνδυνο·

(2) Κάθε θηροφύλακας ή μέλος της αστυνομικής δύναμης δύναται, χωρίς δικαστικό ένταλμα, να εισέλθει σε οποιοδήποτε υποστατικό ή οποιοδήποτε μέρος αυτού εντός του οποίου έχει λόγους να πιστεύει ότι οποιοδήποτε θήραμα, άγριο πτηνό ή άλλο είδος άγριας πανίδας μαγειρεύεται, πωλείται ή προσφέρεται κατά παράβαση του παρόντος Νόμου και να κατάσχει και να παραλάβει τέτοιο θήραμα, άγριο πτηνό ή άλλο είδος άγριας πανίδας.

(3) Πρόσωπο το οποίο, όταν καλείται από θηροφύλακα:

(α) παραλείπει να δώσει το όνομά του ή δίδει ψεύτικο όνομα,

(β) παραλείπει να σταματήσει το όχημα που οδηγεί ή παρεμποδίζει τη διεξαγωγή έρευνας σε αυτό,

(γ) με οποιοδήποτε τρόπο, παρεμποδίζει θηροφύλακα στην εκτέλεση των καθηκόντων ή εξουσιών του, ή

(δ) με οποιοδήποτε τρόπο προβάλλει αντίσταση ή εσκεμμένα παρακωλύει θηροφύλακα στην εκτέλεση των καθηκόντων του,

(ε) για να τύχει ελέγχου, παραλείπει να ανοίξει το κυνηγετικό του όπλο και να αφαιρέσει από αυτό τα φυσίγγια ή τα σφαιρίδια ή και τη γεμιστήρα, όταν πρόκειται για αεροβόλο όπλο, ή παραλείπει να αφαιρέσει το βέλος από το τόξο του ή παραλείπει να παραδώσει το κυνηγετικό του όπλο ή το τόξο του σε θηροφύλακα ή σε μέλος της Αστυνομικής Δύναμης, εφόσον του ζητηθεί,

(στ) παραλείπει να αποβιβάσει τους κυνηγετικούς του σκύλους από το μεταφορικό του μέσο ή και δεν τους έχει υπό έλεγχο, έτσι ώστε να είναι δυνατός ο έλεγχός τους, και θέτει σε κίνδυνο το θηροφύλακα ή το μέλος της Αστυνομικής Δύναμης που διενεργεί τον έλεγχο,

(ζ) στο πεδίο παραλείπει να ελέγχει τα κυνηγετικά του σκυλιά, έτσι ώστε να είναι δυνατός ο έλεγχός τους, και θέτει σε κίνδυνο ή και παρακωλύει τον θηροφύλακα ή το μέλος της Αστυνομικής Δύναμης που διενεργεί τον έλεγχο,

(η) υβρίζει ή απειλεί λεκτικά ή κινείται με απειλητικές διαθέσεις εναντίον του θηροφύλακα,

είναι ένοχο αδικήματος.

(4) Για την καλύτερη εκτέλεση των καθηκόντων τους οι θηροφύλακες εφοδιάζονται με επαγγελματικό δελτίο ταυτότητας υπογραμμένο από τον προϊστάμενο.

(5) Κανένας θηροφύλακας δεν ευθύνεται για οποιαδήποτε απώλεια ή ζημιά που προκαλείται σε οποιοδήποτε όχημα ή για οποιαδήποτε σωματική βλάβη του οδηγού η οποιουδήποτε άλλου επιβάτη του οχήματος αυτού, ως αποτέλεσμα παράλειψης του οδηγού του οχήματος αυτού να υπακούσει θηροφύλακα που ενεργεί βάσει των διατάξεων του παρόντος άρθρου.

(6) Ο προϊστάμενος καταρτίζει κάθε έξι μήνες γραπτή έκθεση αναφορικά με τις εξουσίες που απαριθμούνται στα εδάφια (1) και (2), οι οποίες ασκήθηκαν κατά την περίοδο που αφορά η έκθεση, και τα αποτελέσματα της εποπτείας, επιθεώρησης και ελέγχου, τα οποία προκύπτουν από την άσκηση των εξουσιών που αναφέρονται στα εδάφια (1) και (2) από θηροφύλακες, και αποστέλλει την έκθεση στην Επιστημονική Επιτροπή.

(7)(α) Θηροφύλακας ή μέλος της αστυνομικής δύναμης δύναται να εκδίδει γραπτή παρατήρηση, σύμφωνα με τον Τύπο K του Παραρτήματος VII, σε πρόσωπο που διαπράττει αδίκημα κατά παράβαση των διατάξεων των παραγράφων (ζ) και (κ) του εδαφίου (1) του άρθρου 27, καθώς και των άρθρων 40, 42 και 58 όταν υπάρχει εύλογη και δικαιολογημένη υποψία ότι το αδίκημα διαπράχθηκε χωρίς πρόθεση και εφόσον έχει τη σύμφωνη γνώμη ιεραρχικά ανώτερού του.

(β) Κάθε γραπτή παρατήρηση η οποία εκδίδεται με βάση τις διατάξεις του παρόντος εδαφίου αναφέρεται στο ιστορικό της υπόθεσης και περιλαμβάνει τα σχόλια του θηροφύλακα ή του μέλους της αστυνομικής δύναμης, κατά περίπτωση, και διαγράφεται μετά από παρέλευση τριάντα έξι (36) μηνών από την ημερομηνία της έκδοσής της.

(γ) Στο ίδιο πρόσωπο δεν είναι δυνατό να εκδοθεί πέραν της μίας (1) παρατήρησης σε διάστημα τριάντα έξι (36) μηνών.

(δ) Ο προϊστάμενος τηρεί και ενημερώνει, σε συνεχή βάση, ένα (1) κεντρικό αρχείο γραπτών παρατηρήσεων, σε οποιαδήποτε μορφή περιλαμβανομένης και της ηλεκτρονικής, στο οποίο καταχωρούνται όλα τα σχετικά στοιχεία και οι πληροφορίες, ανάλογα με την περίπτωση.

(ε) Σε κάθε πρόσωπο που εκδίδεται γραπτή παρατήρηση επιβάλλονται δύο (2) προειδοποιητικοί βαθμοί σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 80.

(8) Πρόσωπο το οποίο επιβαίνει σε όχημα και  μεταφέρει κυνηγετικό όπλο ή έχει στην κατοχή του θήραμα ή άλλο είδος άγριας πανίδας και δεν σταματά σε  σηματοδοτημένα σημεία ελέγχου των μελών της Υπηρεσίας του Ταμείου Θήρας ή της Αστυνομίας, για να υποβληθεί σε έλεγχο τόσο ο ίδιος όσο και το όχημα στο οποίο επιβαίνει, είναι ένοχο αδικήματος.