Κοινοτική συνασφάλιση

38Α–(1) Για σκοπούς του παρόντος άρθρου, κοινοτική συνασφάλιση συντρέχει στην περίπτωση που καλύπτεται κίνδυνος που βρίσκεται σε  κράτος μέλος με τη συμμετοχή πέραν της μιας ασφαλιστικής επιχείρησης κράτους μέλους, που στο εξής θα καλούνται ως «συνασφαλιστές».

(2) Για την κάλυψη κινδύνου που βρίσκεται στη Δημοκρατία με κοινοτική συνασφάλιση, πρέπει να πληρούνται οι ακόλουθες προϋποθέσεις:

(α) Ο κίνδυνος που καλύπτεται πρέπει να υπάγεται στην έννοια του μεγάλου κινδύνου, όπως αυτή ορίζεται στο άρθρο 2:

Νοείται ότι, κίνδυνοι πυρηνικής φύσεως που πηγάζουν από πυρηνική ενέργεια ή αφορούν φαρμακευτικά προϊόντα και που εμπίπτουν στον κλάδο γενικής ευθύνης δεν εμπίπτουν στις διατάξεις του παρόντος άρθρου.

(β) Ο κίνδυνος πρέπει να καλύπτεται από κοινό ασφαλιστήριο, με την καταβολή συνολικού ασφαλίστρου, και η κάλυψη πρέπει να αφορά την ίδια χρονική περίοδο.

(γ) Ο ένας εκ των συνασφαλιστών πρέπει να αποτελεί τον κύριο ασφαλιστή (leader),  ενώ δεν πρέπει να υπάρχει αλληλέγγυα υποχρέωση μεταξύ των συνασφαλιστών, αλλά καθένας να ευθύνεται για το δικό του μερίδιο.

(δ) Ο ένας τουλάχιστον εκ των συνασφαλιστών πρέπει να συμμετέχει στο ασφαλιστήριο από την έδρα της ασφαλιστικής επιχείρησής του ή από υποκατάστημα ή αντιπροσωπεία του που είναι εγκατεστημένη σε κράτος μέλος, άλλο από το κράτος μέλους του κύριου ασφαλιστή.

(ε)  Ο κύριος ασφαλιστής πρέπει να θεωρείται ως εάν να είναι η ασφαλιστική επιχείρηση που καλύπτει ολόκληρο τον κίνδυνο και  να αναλαμβάνει πλήρως το ρόλο που του ανατίθεται σύμφωνα με την πρακτική της συνασφάλισης, ιδίως δε, να καθορίζει τους όρους ασφάλίσης και το ύψος του ασφαλίστρου:

Νοείται ότι, όσες πράξεις συνασφάλιση δεν πληρούν τους όρους πουαναφέρονται στις παραγράφους (α) έως (ε) συνεχίζουν να υπόκεινται στις ισχύουσες εθνικές νομοθεσίες των κρατών μελών, στις οποίες αφορούν.

(3) Το ύψος των τεχνικών αποθεμάτων κάθε συνασφαλιστή καθορίζεται σύμφωνα με τη νομοθεσία ή την πρακτική του κράτους μέλους καταγωγής του:

Νοείται ότι, σε περίπτωση αποθέματος για τις εκκρεμείς απαιτήσεις, ο κάθε συνασφαλιστής σχηματίζει απόθεμα για εκκρεμείς απαιτήσεις, το οποίο δεν δύναται να υπολείπεται του αποθέματος που σχηματίζεται σύμφωνα  με τους κανόνες ή την πρακτική που ισχύουν για τον κύριο συνασφαλιστή:

Νοείται περαιτέρω ότι, το ύψος του αποθέματος των εκκρεμών απαιτήσεων που σχηματίζει ο κάθε συνασφαλιστής αναλογεί στο ποσοστό συμμετοχής του στην κάλυψη του κινδύνου.

(4) Οι συνασφαλιστές που είναι εγκατεστημένοι στη Δημοκρατία τηρούν στατιστικά στοιχεία, τα οποία παρουσιάζουν τον όγκο των εργασιών τους σε κοινοτική συνασφάλιση, καθώς και τα κράτη μέλη που αφορούν οι εργασίες αυτές.

(5) Κατά την εκκαθάριση ασφαλιστικής επιχείρησης, οι υποχρεώσεις της επιχείρησης αυτής από τη συμμετοχή της σε ασφαλιστήρια που αφορούν κοινοτική συνασφάλιση, εκπληρώνονται όπως και οι υποχρεώσεις της που απορρέουν από τα άλλα ασφαλιστήρια χωρίς να γίνεται καμιά διάκριση εις βάρος των ασφαλισμένων της και των δικαιούχων εξαιτίας της εθνικότητάς τους.

(6) ΄Οσες ασφαλιστικές επιχειρήσεις έχουν την έδρα τους σε κράτος μέλος και πληρούν τις διατάξεις των εθνικών νομοθετημάτων των εν λόγω κρατών μελών που υιοθετούν την  Κοινοτική Οδηγία 73/239/ΕΟΚ του Συμβουλίου της 24ηςΙουλίου 1973 περί συντονισμού των νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων που αφορούν την ανάλυση δραστηριότητας πρωτασφαλίσεως εκτός των ασφαλίσεων ζωής, και επιθυμούν να συμμετάσχουν σε κοινοτική συνασφάλιση, δεν δύναται να υπόκεινται σε διατάξεις άλλες από αυτές του παρόντος άρθρου.