Ίση μεταχείριση ανδρών και γυναικών στα επαγγελματικά σχέδια κοινωνικής ασφάλισης

4.—(1) Με την επιφύλαξη των διατάξεων του περί Ίσης Αμοιβής μεταξύ Ανδρών και Γυναικών για την Ίδια Εργασία ή για Εργασία Ίσης Αξίας Νόμου απαγορεύεται οποιαδήποτε διάκριση λόγω φύλου, στα επαγγελματικά σχέδια κοινωνικής ασφάλισης, ιδίως όσο αφορά-

(α) Το πεδίο εφαρμογής των σχεδίων και τους όρους υπαγωγής στα σχέδια αυτά·

(β) την υποχρέωση καταβολής, τον υπολογισμό και την επιστροφή εισφορών

(γ) τις προϋποθέσεις απόκτησης, διάρκειας και διατήρησης του δικαιώματος παροχών· και

(δ) τον υπολογισμό των παροχών, συμπεριλαμβανομένων των προσαυξήσεων λόγω συζύγου και άλλων εξαρτώμενων προσώπων.

(2) Τηρουμένων των διατάξεων του εδαφίου (3) του παρόντος άρθρου, μεταξύ των διατάξεων που αντιβαίνουν προς την αρχή της ίσης μεταχείρισης περιλαμβάνονται και οι διατάξεις ή οι όροι επαγγελματικών σχεδίων κοινωνικής ασφάλισης που βασίζονται στο φύλο, είτε άμεσα είτε έμμεσα, ιδίως σε συσχετισμό με την ύπαρξη γάμου ή την εν γένει οικογενειακή κατάσταση, προκειμένου να-

(α) Προσδιορίσουν τα πρόσωπα τα οποία μπορούν να συμμετάσχουν σε ένα επαγγελματικό σχέδιο·

(β) καθορίσουν τον υποχρεωτικό ή προαιρετικό χαρακτήρα της συμμετοχής σε ένα επαγγελματικό σχέδιο·

(γ) θέσουν διαφορετικούς κανόνες αναφορικά με την ηλικία εισόδου στο σχέδιο ή την ελάχιστη περίοδο απασχόλησης ή υπαγωγής στο σχέδιο, που απαιτείται για την απόκτηση δικαιώματος σε παροχές από το σχέδιο·

(δ) καθορίσουν διαφορετικά επίπεδα για τις εισφορές των εργοδοτουμένων

(ε) θέσουν διαφορετικούς κανόνες για την επιστροφή των εισφορών όταν ο εργοδοτούμενος αποχωρεί από ένα σχέδιο χωρίς να έχει ικανοποιήσει τις προϋποθέσεις που θα του εξασφάλιζαν αργότερα δικαίωμα σε μακροπρόθεσμες παροχές·

(στ) καθορίσουν διαφορετικές προϋποθέσεις για τη χορήγηση παροχών ή για να τις περιορίσουν μόνο στους εργοδοτουμένους του ενός φύλου·

(ζ) καθορίσουν διαφορετικά επίπεδα παροχών·

(η) ορίσουν διαφορετική ηλικία συνταξιοδότησης

(θ) διακόψουν τη διατήρηση ή την απόκτηση δικαιώματος ή αναστείλουν τέτοιο δικαίωμα κατά την περίοδο της άδειας μητρότητας ή άδειας για οικογενειακούς λόγους, οι οποίες παραχωρούνται σύμφωνα με νόμο ή συμφωνία και κατά τις οποίες καταβάλλονται αποδοχές από τον εργοδότη·

(ι) καθορίσουν διαφορετικούς κανόνες ή κανόνες που ισχύουν μόνο για τους εργοδοτουμένους του ενός φύλου αναφορικά με την εξασφάλιση ή διατήρηση του δικαιώματος για μεταγενέστερες παροχές, όταν ο εργοδοτούμενους αποχωρεί από ένα σχέδιο.

(3) Θεωρείται ότι δεν αντιβαίνουν προς την αρχή της ίσης μεταχείρισης ανδρών και γυναικών, διατάξεις ή όροι επαγγελματικών σχεδίων κοινωνικής ασφάλισης οι οποίοι-

(α) Αφορούν την προστασία της γυναίκας λόγω μητρότητας·

(β) καθορίζουν διαφορετικά επίπεδα εισφορών του εργοδότη για τα δύο φύλα, με σκοπό-

(i) την εξίσωση ή την προσέγγιση των τελικών παροχών των δύο φύλων σε σχέδια με καθορισμένες εισφορές, ή

(ii) τη διασφάλιση ικανοποιητικών κεφαλαίων για την κάλυψη του κόστους των παροχών σε σχέδια με καθορισμένες παροχές, οι οποίες χρηματοδοτούνται με κεφαλαιοποίηση·

(γ) καθορίζουν διαφορετικά για τα δύο φύλα επίπεδα για τις παροχές οι οποίες χορηγούνται από σχέδια με καθορισμένες εισφορές, στο βαθμό που αυτό είναι αναγκαίο λόγω των διαφορετικών για τα δύο φύλα αναλογιστικών στοιχείων υπολογισμού των παροχών-

(δ) καθορίζουν διαφορετικά για τα δύο φύλα επίπεδα ορισμένων στοιχείων των παροχών, σε σχέδια με καθορισμένες παροχές, οι οποίες χρηματοδοτούνται με κεφαλαιοποίηση, στο βαθμό που η ανισότητα των ποσών οφείλεται στις συνέπειες της χρησιμοποίησης διαφορετικών αναλογιστικών συντελεστών σύμφωνα με το φύλο κατά την εφαρμογή της χρηματοδότησης του σχεδίου, όπως στις περιπτώσεις-

(i) μετατροπής μέρους μιας περιοδικής σύνταξης σε κεφάλαιο,

(ii) μεταφοράς συνταξιοδοτικών δικαιωμάτων,

(iii) σύνταξης επιζώντος καταβλητέας στο δικαιούχο έναντι παραίτησης από μέρος σύνταξης, και

(iv) μειωμένης σύνταξης όταν το εργαζόμενο πρόσωπο επιλέγει πρόωρη σύνταξη·

(ε) προβλέπουν για ελαστική ηλικία συνταξιοδότησης υπό τους ίδιους όρους και για τα δύο φύλα· και

(στ) αφορούν συμπληρωματικές παροχές, οι οποίες απορρέουν από εισφορές που έχουν καταβληθεί προαιρετικά.