Παραγραφή και συμπληρωματικές βεβαιώσεις

50.—(1) Τηρουμένων των επόμενων διατάξεων του παρόντος άρθρου, βεβαίωση δυνάμει του άρθρου 49 ή 49Α δεν εκδίδεται μετά την πάροδο έξι ετών από το τέλος της καθορισμένης φορολογικής περιόδου ή εισαγωγής ή απόκτησης την οποία αφορά.

(2) Τηρουμένου του εδαφίου (3) πιο κάτω, αν έχει απωλεσθεί Φ.Π.Α. ως αποτέλεσμα δόλου ή εσκεμμένης παράλειψης του προσώπου του υπόχρεου στο φόρο, τότε μπορεί να εκδοθεί βεβαίωση ως εάν η αναφορά σε έξι έτη στο εδάφιο (1) ήταν αναφορά σε δώδεκα έτη.

(3) Αν ο Έφορος κρίνει ότι το ποσό που έπρεπε να βεβαιωθεί δυνάμει του άρθρου 49 ή 49Α υπερβαίνει το ποσό που βεβαιώθηκε, τότε, την ή πριν την τελευταία ημέρα κατά την οποία η βεβαίωση θα μπορούσε να εκδοθεί, ο Έφορος δύναται να εκδώσει συμπληρωματική βεβαίωση για το επιπλέον ποσό και να γνωστοποιήσει το ποσό στο ενδιαφερόμενο πρόσωπο.

(4) Ανεξάρτητα από τις διατάξεις των ανωτέρω εδαφίων του παρόντος άρθρου, αν—

(α) Βεβαίωση φόρου που εκδόθηκε δυνάμει του άρθρου 49 ή 49Α˙ ή

(β) απόφαση του Εφοριακού Συμβουλίου η οποία αφορά ένσταση για βεβαίωση φόρου που εκδόθηκε δυνάμει του άρθρου 49 ή 49Α, κηρυχθεί εν όλω ή εν μέρει άκυρη από το Διοικητικό Δικαστήριο δυνάμει του Άρθρου 146 του Συντάγματος και παρίσταται ανάγκη επανεξέτασης, ο Έφορος δύναται να εκδώσει νέα βεβαίωση μέσα σε έξι μήνες από την ημερομηνία που εκδόθηκε η απόφαση του Δικαστηρίου.