Επιφυλάξεις και μεταβατικές διατάξεις, και καταργήσεις

59.—(1) Ο περί Φόρου Προστιθέμενης Αξίας Νόμος του 1990 ή οποιαδήποτε άρθρα αυτού καταργούνται με απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου, η οποία δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας.

(2) Η συνέχεια της νομοθεσίας που σχετίζεται με το Φ.Π.Α., δεν επηρεάζεται από την αντικατάσταση του καταργηθέντος Νόμου από τον παρόντα Νόμο.

(3) Οποιοδήποτε πρόσωπο που αμέσως πριν από την ημερομηνία έναρξης ισχύος του παρόντος Νόμου, ήταν ή θεωρείται ότι ήταν, υποκείμενο στο φόρο πρόσωπο, εξακολουθεί να διατηρεί την ιδιότητά του αυτή και μετά την εν λόγω ημερομηνία και θεωρείται ως εγγεγραμμένο στο Μητρώο Φ.Π.Α. με βάση τις διατάξεις του παρόντος Νόμου.

(4) Εάν η φορολογική περίοδος οποιουδήποτε υποκειμένου στο φόρο προσώπου, άρχισε πριν και θα συμπληρωθεί μετά την ημερομηνία έναρξης της ισχύος του παρόντος Νόμου, τότε οποιοδήποτε ζήτημα που αφορά την εν λόγω φορολογική περίοδο, ρυθμίζεται με βάση τις διατάξεις του καταργηθέντος Νόμου καθόσον αφορά το μέρος της φορολογικής περιόδου που προηγήθηκε της εν λόγω ημερομηνίας.

(5)  Οι εγγραφές στο Μητρώο Φ.Π.Α. για τους σκοπούς του Μέρους ΙΙ και Μέρους ΙΙΙ του Πρώτου Παραρτήματος που έγιναν πριν την έναρξη ισχύος του παρόντος Νόμου, θα ισχύσουν ως να έγιναν δυνάμει των διατάξεων του Μέρους ΙΙ και Μέρους ΙΙΙ του Πρώτου Παραρτήματος του παρόντος Νόμου.

(6) Η έγκριση οποιουδήποτε προσώπου ως φορολογικού αποθηκευτή Φ.Π.Α. και η έγκριση οποιουδήποτε τόπου ως φορολογικής αποθήκης Φ.Π.Α. από τον Έφορο για τους σκοπούς του άρθρου 13Β που έγιναν πριν την έναρξη ισχύος του παρόντος Νόμου, θα ισχύσουν ως να έγιναν δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 13Β του παρόντος Νόμου.

(7) Τηρουμένων των διατάξεων της νομοθεσίας που διέπει τις κρατικές ενισχύσεις καθώς και τις ενισχύσεις ήσσονος σημασίας, ο Υπουργός Οικονομικών, κατόπιν αίτησης δικαιούχου προσώπου που υποβάλλεται σε αυτόν ή σε εξουσιοδοτημένο από αυτόν πρόσωπο και μετά από πρόταση του Εφόρου και απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου, δύναται να διαγράψει οποιοδήποτε ποσό επιβληθείσας πρόσθετης επιβάρυνσης ή και επιβληθέντος ποσού τόκου δυνάμει του άρθρου 38 ή και επιβληθείσας χρηματικής επιβάρυνσης δυνάμει του εδαφίου (14) του άρθρου 25 του Νόμου του 1990, όταν το δικαιούχο πρόσωπο έχει καταβάλει πριν την έναρξη ισχύος του παρόντος εδαφίου ή δεσμεύεται να καταβάλει το οφειλόμενο βάσει των διατάξεων του Νόμου του 1990, ποσό φόρου, εντός της χρονικής προθεσμίας που θα ορίσει ο Υπουργός Οικονομικών ή εξουσιοδοτημένο από αυτόν πρόσωπο, τηρουμένων των ακόλουθων:

(α) Για πρόσωπα των οποίων η εγγραφή έχει ακυρωθεί λόγω του ότι έχουν παύσει να ασκούν οποιαδήποτε επιχείρηση και συνεχίζουν για περίοδο τριών ετών από τον χρόνο αυτό, να μην ασκούν οποιαδήποτε επιχείρηση, διαγράφεται ολόκληρο το ποσό επιβληθείσας πρόσθετης επιβάρυνσης ή και επιβληθέντος τόκου δυνάμει του άρθρου 38 ή και επιβληθείσας χρηματικής επιβάρυνσης δυνάμει του εδαφίου (14) του άρθρου 25 του Νόμου του 1990 μειωμένο κατά το κατ' αποκοπήν ποσό των διακοσίων ευρώ (€200) ή αν αυτό είναι μικρότερο των διακόσιων ευρώ (€200), τότε οφείλουν να καταβάλουν αυτό:

Νοείται ότι η παύση άσκησης επιχείρησης δεν καλύπτει τις περιπτώσεις που αυτή ήταν αποτέλεσμα μεταβίβασης αυτής ως δρώσας οικονομικής μονάδας χωρίς να τροποποιείται ουσιωδώς το ιδιοκτησιακό καθεστώς αυτής.

(β) Για πρόσωπα που εξακολουθούν να παραμένουν εγγεγραμμένα στο Μητρώο Φ.Π.Α. ή δεν καλύπτεται η ακύρωση της εγγραφής τους από την παράγραφο (α), οποιαδήποτε διαγραφή ποσού επιβληθείσας πρόσθετης επιβάρυνσης ή επιβληθέντος ποσού τόκου δυνάμει του άρθρου 38 ή επιβληθείσας χρηματικής επιβάρυνσης δυνάμει του εδαφίου (14) του άρθρου 25 του Νόμου του 1990, διέπεται από τον Κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1998/2006 της Επιτροπής της 15ης Δεκεμβρίου 2006, τον Κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1535/2007 της Επιτροπής της 20ης Δεκεμβρίου 2007 και τον Κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 875/2007 της Επιτροπής της 24ης Ιουλίου 2007 και σε τέτοια περίπτωση, με την αίτηση που υποβάλλεται στον Υπουργό Οικονομικών ή σε εξουσιοδοτημένο από αυτόν πρόσωπο, υποβάλλεται και η γραπτή δήλωση που απαιτείται με βάση τους περί Ελέγχου των Κρατικών Ενισχύσεων (Ενισχύσεις Ήσσονος Σημασίας) Κανονισμούς του 2009 και του 2012, όπως αυτοί εκάστοτε τροποποιούνται ή αντικαθίστανται.

(γ) Πρόσωπα για τα οποία εφαρμόζεται η παράγραφος (β) και τα οποία δεσμεύονται να καταβάλουν τον οφειλόμενο φόρο, οφείλουν να καταβάλουν επιπρόσθετα το μέρος του οφειλόμενου ποσού επιβληθείσας πρόσθετης επιβάρυνσης ή επιβληθέντος ποσού τόκου δυνάμει του άρθρου 38 ή επιβληθείσας χρηματικής επιβάρυνσης δυνάμει του εδαφίου (14) του άρθρου 25 του Νόμου του 1990, που αντιστοιχεί σε ποσοστό δέκα τοις εκατόν (10%) επί του οφειλόμενου ποσού φόρου ή αν αυτό είναι μικρότερο των διακοσίων ευρώ (€200), τότε οφείλουν να καταβάλουν το ποσό των διακοσίων ευρώ (€200) που δεν διαγράφεται.

(δ) Για πρόσωπα για τα οποία εφαρμόζεται η παράγραφος (β) και τα οποία έχουν καταβάλει το φόρο πριν την έναρξη της ισχύος του παρόντος εδαφίου, διαγράφεται οποιοδήποτε ποσό επιβληθείσας πρόσθετης επιβάρυνσης ή επιβληθέντος ποσού τόκου δυνάμει του άρθρου 38 ή επιβληθείσας χρηματικής επιβάρυνσης δυνάμει του εδαφίου (14) του άρθρου 25 του Νόμου του 1990 μειωμένο κατά το ποσό των διακοσίων ευρώ (€200), με την καταβολή του ποσού των διακοσίων ευρώ (€200) από το εν λόγω πρόσωπο μόνο στην περίπτωση που το ποσό επιβληθείσας πρόσθετης επιβάρυνσης ή επιβληθέντος ποσού τόκου δυνάμει του άρθρου 38 ή επιβληθείσας χρηματικής επιβάρυνσης δυνάμει του εδαφίου (14) του άρθρου 25 του Νόμου του 1990, που δύναται να διαγραφεί, υπερβαίνει το ποσό των διακοσίων ευρώ (€200).

(ε) Πρόσωπο δεν είναι δικαιούχου να υποβάλει αίτηση δυνάμει των διατάξεων της παραγράφου (β), όταν το ποσό πρόσθετης χρηματικής επιβάρυνσης και τόκου που επιβλήθηκε με βάση του άρθρου 38 και χρηματικής επιβάρυνσης που επιβλήθηκε με βάση το εδάφιο (14) του άρθρου 25 του Νόμου του 1990, μειωμένο κατά το ποσό που αναλογεί στο ποσοστό δέκα τοις εκατόν (10%) επί του ποσού του φόρου ή, ανάλογα με την περίπτωση, κατά το ποσό των διακοσίων ευρώ (€200), είναι μεγαλύτερο των ανώτατων ορίων που καθορίζονται στους περί Ελέγχου των Κρατικών Ενισχύσεων (Ενισχύσεις Ήσσονος Σημασίας) Κανονισμούς του 2009 και του 2012, όπως αυτοί εκάστοτε τροποποιούνται ή αντικαθίστανται:

Νοείται ότι ο Έφορος δεν υποβάλλει πρόταση προς τον Υπουργό Οικονομικών δυνάμει των διατάξεων του παρόντος εδαφίου όταν η αίτηση σχετίζεται με προβληματική επιχείρηση.

Για τους σκοπούς του παρόντος εδαφίου, επιχείρηση είναι προβληματική εφόσον δεν είναι ικανή, με δικούς της οικονομικούς πόρους ή με πόρους που δύναται να εξασφαλίσει από ιδιοκτήτες ή μετόχους της και πιστωτές της, να ανακόψει το ζημιογόνο πορεία της και πρόσωπο που εξακολουθεί να έχει Φ.Π.Α. οφειλόμενο με βάση τις διατάξεις του παρόντος Νόμου θεωρείται ότι ασκεί προβληματική επιχείρηση, αν το εν λόγω χρέος έχει καταστεί ληξιπρόθεσμό.