Κανονική εξέταση αιτήσεων ασύλου

13.-(1)(α) Σε περιπτώσεις αιτήσεων ασύλου, που κατά τη γνώμη του αρμόδιου λειτουργού, δεν είναι πρόδηλα αβάσιμες ή στις οποίες δεν τυγχάνουν  εφαρμογής οι έννοιες της χώρας όπου γενικά δεν υπάρχει βάσιμος φόβος καταδίωξης ή της ασφαλούς τρίτης χώρας, ο αρμόδιος λειτουργός εξετάζει την αίτηση και προβαίνει σε προσωπική συνέντευξη του αιτητή, εκτός στις περιπτώσεις, όπου τέτοια συνέντευξη έχει ήδη γίνει δυνάμει του εδαφίου (2) του άρθρου 12Δ. Κατά τη διεξαγωγή της προσωπικής συνέντευξης, κανένα πρόσωπο πλην του αιτητή, του αρμόδιου λειτουργού, του δικηγόρου ή του νομικού συμβούλου ή του κηδεμόνα ανηλίκου που δεν συνοδεύεται του αιτητή και του τυχόν αναγκαίου διερμηνέα δύναται να παρευρίσκεται, εκτός αν άλλως ζητήσει ο ίδιος ο αιτητής.

(β) ύστερα από την προσωπική αυτή συνέντευξη, ο αρμόδιος λειτουργός συντάσσει έκθεση με τα γεγονότα της υπόθεσης και την υποβάλλει στην Αρχή.

(2) Η Αρχή συνέρχεται για να μελετήσει την έκθεση που υποβάλλεται δυνάμει του εδαφίου (1) εντός δεκαπέντε ημερών  από την υποβολή της.

(3) Τόσο κατά την προσωπική συνέντευξη του αιτητή από τον αρμόδιο λειτουργό, όσο και κατά την εξέταση του από την Αρχή με βάση τις διατάξεις του εδαφίου (1) του άρθρου 14, παρέχονται στον αιτητή, όπου είναι αναγκαίο, οι υπηρεσίες διερμηνέα.