Πρόδηλα αβάσιμες αιτήσεις

12.-(1) Αίτηση θεωρείται ως πρόδηλα αβάσιμη όταν σαφώς δεν αποκαλύπτει οποιαδήποτε ουσιώδη βάση για αναγνώριση του αιτητή ως πρόσφυγα δυνάμει του παρόντος Νόμου, για έναν από τους πιο κάτω λόγους:

(α) Σαφής απουσία οποιουδήποτε  ισχυρισμού του αιτητή για φόβο καταδίωξής του στη χώρα ιθαγένειας του, απουσία που προσδιορίζεται ως τέτοια, στις πιο κάτω περιπτώσεις:

(i) ο λόγος για τον οποίο ο αιτητής έφυγε ή δεν επιστρέφει στη χώρα ιθαγένειας του, δε συνδέεται με τον προσδιοριζόμενο στο εδάφιο (1) του άρθρου 3, φόβο·

(ii) η αίτηση υστερεί εντελώς κατ’ ουσία·και ο αιτητής δεν παρέχει οποιεσδήποτε ενδείξεις ότι έχει βάσιμο φόβο καταδίωξης ή το ιστορικό του δεν περιέχει περιστατικές ή προσωπικές λεπτομέρειες·

(iii) η αίτηση στερείται πρόδηλα οποιασδήποτε αξιοπιστίας λόγω αντιφατικότητας, ασυμβίβαστων ή καταφανώς απίθανων ισχυρισμών του αιτητή˙

(β) η αίτηση βασίζεται σε ψευδείς ή παραπλανητικές παραστάσεις οι οποίες δόθηκαν εσκεμμένα ή υποβάλλεται με καταφανή σκοπό την κατάχρηση των διαδικασιών παραχώρησης ασύλου δυνάμει του παρόντος Νόμου, η οποία προσδιορίζεται ως τέτοια στις πιο κάτω περιπτώσεις, κατά τις οποίες ο αιτητής χωρίς οποιαδήποτε λογική εξήγηση:

(i) δεν απεκάλυψε ότι η αίτησή του βασίζεται σε πλαστή ταυτότητα ή πλαστά ταξιδιωτικά έγγραφα και τα οποία διαβεβαίωσε ότι είναι γνήσια όταν ερωτήθηκε γι’ αυτά·

(ii) εσκεμμένα έδωσε ψευδείς παραστάσεις για τους ισχυρισμούς του, είτε προφορικά είτε γραπτά, μετά την υποβολή της αίτησής του για παραχώρηση ασύλου·

(iii) με κακή πίστη κατέστρεψε ή απώλεσε οποιοδήποτε διαβατήριο ή άλλο ταξιδιωτικό έγγραφο ή εισιτήριο σχετικό με την αίτησή του, είτε για να στοιχειοθετήσει πλαστή ταυτότητα για τους σκοπούς της αίτησής του ή για να καταστήσει την εξέταση της αίτησής του πιο δύσκολη·

(iv) εσκεμμένα παρέλειψε να αποκαλύψει ότι υπέβαλε προηγουμένως αίτηση σε μία ή περισσότερες χώρες, ιδιαίτερα όταν χρησιμοποίησε πλαστή ταυτότητα·

(v) ενώ είχε πολλαπλές προηγούμενες ευκαιρίες να υποβάλει αίτηση, υπέβαλε αίτηση με αποκλειστικό σκοπό να αποφύγει την απέλασή του από τη Δημοκρατία:

Νοείται ότι, κατά την εκτίμηση της πιο πάνω περίπτωσης, ο αρμόδιος λειτουργός λαμβάνει υπόψη κατά πόσο οι λόγοι για τους οποίους ο αιτητής υποβάλλει αίτηση προέκυψαν κατά τη διάρκεια της παραμονής του στη Δημοκρατία·

(vi) κατάφωρα απέτυχε να συμμορφωθεί με τις υποχρεώσεις που απορρέουν από το άρθρο 16 του παρόντος Νόμου σε σχέση με τη διαδικασία παραχώρησης ασύλου·

(vii) υπέβαλε αίτηση στη Δημοκρατία ενώ είχε υποβάλει προηγουμένως αίτηση για αναγνώριση του ως πρόσφυγας σε χώρα μέλος της Σύμβασης και ο αρμόδιος λειτουργός, ικανοποιείται ότι η προηγούμενη αίτησή του είχε εξεταστεί και  απορριφθεί σύμφωνα με τις διατάξεις της Σύμβασης αφού ακολουθήθηκαν επαρκείς και ικανοποιητικές διαδικασίες οι οποίες παρείχαν όλες τις απαιτούμενες εγγυήσεις, και ο αιτητής παρέλειψε να δείξει ουσιώδη μεταβολή των περιστάσεων.

(2)(α) Οι αναφερόμενες στο εδάφιο (1)(α) περιπτώσεις, εξετάζονται κατά τη κρίση του αρμόδιου λειτουργού σύμφωνα με την ταχύρυθμη διαδικασία του άρθρου 12Δ, εκτός εάν υπάρχουν άλλα στοιχεία στην αίτηση που δικαιολογούν την εξέτασή της με την κανονική διαδικασία του άρθρου 13.

(β) Οι αναφερόμενες στο εδάφιο (1)(β) περιπτώσεις:

(i) Αποτελούν σαφείς ενδείξεις κακής πίστης και δικαιολογούν την εξέταση της αίτησης, κατά την κρίση του αρμόδιου λειτουργού, σύμφωνα με την ταχύρυθμη διαδικασία του άρθρου 12Δ, μόνο σε περίπτωση που δεν δίνονται ικανοποιητικές εξηγήσεις από τον αιτητή για τη συμπεριφορά του·

(ii) δεν μπορούν καθ’ αυτές να αποκλείσουν την ύπαρξη του προσδιοριζόμενου στο εδάφιο (1) του άρθρου 3 φόβου καταδίωξης·

(iii) καμία απ’ αυτές δεν έχει περισσότερη βαρύτητα από οποιαδήποτε άλλη.