Διορισμός και εξουσίες επιθεωρητών

53.—(1) Χωρίς επηρεασμό των εξουσιών της Τράπεζας δυνάμει του Νόμου, η Τράπεζα δύναται να υποβάλλει αίτηση στο δικαστήριο και οφείλει να το πράξει αν της ζητηθεί από μεριδιούχους που κατέχουν το δέκα τοις εκατόν ή περισσότερο της καθαρής αξίας του σχεδίου και το δικαστήριο δύναται, αν ικανοποιείται ότι υφίστανται οι προϋποθέσεις, που προβλέπονται στο εδάφιο (2) να διορίζει έναν ή περισσότερους επιθεωρητές για να διερευνήσουν τις εργασίες που διεξάγει το σχέδιο, ο διευθυντής ή ο εμπιστευματοδόχος του και, όταν το δικαστήριο κρίνει ότι είναι απαραίτητο, τις εργασίες οποιωνδήποτε συνδεδεμένων οργανισμών των προαναφερομένων και να υποβάλει σχετική έκθεση σύμφωνα με τις οδηγίες του δικαστηρίου.

(2) Το δικαστήριο δύναται να διορίζει επιθεωρητή δυνάμει του παρόντος άρθρου, όταν ικανοποιείται ότι υπάρχουν περιστάσεις που δείχνουν ότι—

(α) Παραβλάπτονται ή παραγνωρίζονται τα συμφέροντα των μεριδιούχων· ή

(β) δεν παρέχονται στους μεριδιούχους όλες οι εύλογα αναμενόμενες πληροφορίες αναφορικά με τις εργασίες του σχεδίου· ή

(γ) οι εργασίες του σχεδίου διεξάγονται με τρόπο που είναι δυνατό να εξαπατήσει τους μεριδιούχους ή πιστωτές του ή τους πιστωτές οποιουδήποτε άλλου προσώπου ή διεξάγονται με οποιοδήποτε άλλο μη νόμιμο τρόπο· ή

(δ) το σχέδιο, ο διευθυντής ή ο εμπιστευματοδόχος του παραλείπουν κατ' επανάληψη να συμμορφωθούν με τις απαιτήσεις του Νόμου ή διοικητικής πράξης που εκδίδεται δυνάμει αυτού· ή

(ε) ο διορισμός του επιθεωρητή επιβάλλεται χάριν της αποτελεσματικότερης ρύθμισης της λειτουργίας διεθνών συλλογικών επενδυτικών σχεδίων.

(3) Το δικαστήριο, κατά την άσκηση της διακριτικής του ευχέρειας δυνάμει της διάταξης αυτής, δύναται να λαμβάνει υπόψη οτιδήποτε είναι δυνατό να το υποβοηθήσει στην έκδοση της απόφασής του, συμπεριλαμβανομένων και γεγονότων που συμβαίνουν εκτός της Δημοκρατίας.

(4) Η Τράπεζα, πριν υποβάλει αίτηση στο δικαστήριο για διορισμό επιθεωρητή δυνάμει του άρθρου αυτού, δύναται να ειδοποιήσει γραπτώς, αν είναι της γνώμης ότι τέτοια ειδοποίηση δεν είναι επιβλαβής για το συμφέρον των μεριδιούχων ή πιστωτών του σχεδίου, το σχέδιο, το διευθυντή και τον εμπιστευματοδόχο του, για την πρόθεσή της και τους λόγους στους οποίους αυτή στηρίζεται, και σε τέτοια περίπτωση, οι προαναφερόμενοι μέσα σε τέτοια περίοδο όπως η Τράπεζα ορίζει στην ειδοποίηση, έχουν δικαίωμα να δώσουν γραπτώς σχετικές επεξηγήσεις στην Τράπεζα σχετικά με τις ενέργειές τους.

(5) Όταν ο επιθεωρητής θεωρεί αναγκαίο για τους σκοπούς της έρευνας δυνάμει του εδαφίου (1) να διερευνήσει τις εργασίες οποιουδήποτε άλλου σχεδίου, υποβάλλει αίτηση στο δικαστήριο για έκδοση διατάγματος για διεύρυνση των σκοπών της έρευνάς του, και σε περίπτωση έκδοσης τέτοιου διατάγματος, ο επιθεωρητής δικαιούται να διερευνήσει και τις εργασίες του άλλου αυτού σχεδίου, του διευθυντή ή εμπιστευματοδόχου του, και οποιωνδήποτε συνδεδεμένων οργανισμών των προαναφερομένων και οφείλει να περιλάβει στην έκθεσή του αναφορά για τις εργασίες τους.

(6) Όταν το δικαστήριο διορίζει επιθεωρητή δυνάμει του εδαφίου (1), δύναται οποτεδήποτε να δίνει τέτοιες οδηγίες, όπως αυτό θεωρεί κατάλληλο, με σκοπό να διασφαλίζει ότι η έρευνα διεξάγεται με τον πιο αποδοτικό και οικονομικό τρόπο.

(7)(α) Σε περίπτωση έρευνας δυνάμει του άρθρου αυτού—

(i) Το σχέδιο, ο διευθυντής και ο εμπιστευματοδόχος του ή οποιοσδήποτε συνδεδεμένος οργανισμός των προαναφερομένων και όλοι οι αξιωματούχοι τους περιλαμβανομένων προσώπων και εκτός της Δημοκρατίας,

(ii) οποιοδήποτε άλλο πρόσωπο, περιλαμβανομένων και προσώπων εκτός της Δημοκρατίας, που ο επιθεωρητής θεωρεί ότι δυνατό να κατέχουν ή να έχουν τη δυνατότητα να προσκομίσουν οποιαδήποτε πληροφορία που αφορά τις εργασίες του σχεδίου, έχουν καθήκον, όταν τους ζητηθεί, να παρουσιάσουν στον επιθεωρητή όλα τα βιβλία, αρχεία ή άλλα έγγραφα που έχουν σχέση με τις εργασίες σχεδίου που διερευνά δυνάμει των εδαφίων (1) ή (5) και τα οποία βρίσκονται υπό τον έλεγχό τους, στην κατοχή τους ή που έχουν τη δυνατότητα να προσκομίσουν και να εμφανιστούν ενώπιον του επιθεωρητή σε συγκεκριμένο τόπο και χρόνο και να παράσχουν σ' αυτόν κάθε εύλογα δυνατή βοήθεια σχετικά με την έρευνα.

(β) Αν ο επιθεωρητής έχει εύλογη αιτία να πιστεύει ότι οποιοδήποτε πρόσωπο διατηρεί ή διατηρούσε, τώρα ή κατά οποιοδήποτε χρόνο στο παρελθόν, λογαριασμό οποιασδήποτε μορφής σε τράπεζα ή σε οποιοδήποτε άλλο χρηματοοικονομικό οργανισμό που—

(i) Χρησιμοποιήθηκε στη χρηματοδότηση οποιασδήποτε συναλλαγής, διευθέτησης ή συμφωνίας που σχετίζεται με τις εργασίες σχεδίου για το οποίο διεξάγεται έρευνα δυνάμει του άρθρου αυτού, και

(ii) συνδέθηκε με οποιοδήποτε τρόπο με οποιαδήποτε πράξη ή παράλειψη, ή με σειρά πράξεων ή παραλείψεων, που συνιστούν δόλια ή μη κακοδιαχείριση έναντι του σχεδίου, ή οποιουδήποτε μεριδιούχου ή πιστωτή του σχεδίου, ο επιθεωρητής δύναται να ζητήσει από το πρόσωπο αυτό να προσαγάγει σ' αυτόν όλα τα έγγραφα που βρίσκονται στην κατοχή του ή υπό τον έλεγχό του αναφορικά με τον εν λόγω λογαριασμό.

(γ) Όταν οποιοδήποτε πρόσωπο που αναφέρεται σ' αυτό το άρθρο αρνείται να προσαγάγει στον επιθεωρητή οποιαδήποτε βιβλία, αρχεία ή άλλα έγγραφα ή αρνείται να εμφανιστεί ενώπιον του επιθεωρητή ή αρνείται να απαντήσει οποιαδήποτε ερώτηση υποβαλλόμενη σ' αυτό από τον επιθεωρητή σχετικά με τις εργασίες του σχεδίου, οι εργασίες του οποίου διερευνώνται δυνάμει του άρθρου αυτού, ο επιθεωρητής δύναται με γραπτή αναφορά του να πληροφορήσει το δικαστήριο για την πιο πάνω άρνηση. Το δικαστήριο ακολούθως δύναται να διερευνήσει την υπόθεση και, αφού ακούσει μάρτυρες που δυνατό να καταθέσουν εναντίον ή εκ μέρους του εν λόγω προσώπου και οποιαδήποτε δήλωση προβάλλεται για υπεράσπιση, να εκδώσει οποιοδήποτε διάταγμα ή οδηγία, όπως αυτό θεωρεί κατάλληλο, περιλαμβανομένης—

(i) Οδηγίας που ν' απευθύνεται στο ενδιαφερόμενο πρόσωπο να παρουσιάσει συγκεκριμένα βιβλία, αρχεία, ή άλλα έγγραφα ή να εμφανιστεί ενώπιον του επιθεωρητή ή να απαντήσει σε συγκεκριμένη ερώτηση υποβαλλόμενη σ' αυτό από τον επιθεωρητή, ή

(ii) οδηγίας ότι το εν λόγω πρόσωπο δε χρειάζεται να παρουσιάσει συγκεκριμένα βιβλία, αρχεία ή άλλα έγγραφα ή να εμφανιστεί ενώπιον του επιθεωρητή ή να απαντήσει συγκεκριμένη ερώτηση υποβαλλόμενη σ' αυτό από τον επιθεωρητή.

(δ) Ο επιθεωρητής δύναται να εξετάζει ενόρκως προφορικά ή ενόρκως με γραπτό ερωτηματολόγιο οποιοδήποτε πρόσωπο αναφέρεται στο εδάφιο 7(α)και δύναται για το σκοπό αυτό—

(i) Να δέχεται ένορκες δηλώσεις και

(ii) να καταγράφει τις απαντήσεις του εξεταζόμενου προσώπου τις οποίες ν' απαιτεί από το πρόσωπο αυτό να τις υπογράψει.

(8)(α) Τα έξοδα της έρευνας, περιλαμβανομένων των δικαιωμάτων του επιθεωρητή που έχει διοριστεί από το δικαστήριο δυνάμει του εδαφίου (1), καταβάλλονται από την Τράπεζα, αλλά το δικαστήριο δύναται να διατάξει οποιοδήποτε πρόσωπο που αναφέρεται στην έκθεση να πληρώσει στην Τράπεζα οποιαδήποτε έξοδα ή μέρος αυτών στα οποία η Τράπεζα έχει υποβληθεί.

(β) Ο επιθεωρητής δύναται, αν κρίνει σκόπιμο, και υποχρεούται, αν το δικαστήριο διατάξει, να περιλάβει στην έκθεσή του σύσταση αναφορικά με οποιεσδήποτε οδηγίες που υπό το φως της έρευνάς του θεωρεί πρέπον να εκδοθούν* δυνάμει του εδαφίου (8)(α).

(9)(α) Ο επιθεωρητής δύναται, αν κρίνει σκόπιμο, και υποχρεούται, αν το δικαστήριο διατάξει, να υποβάλει ενδιάμεση έκθεση στο δικαστήριο και έχει υποχρέωση, αφού συμπληρωθεί η έρευνά του, να υποβάλει τελική έκθεση, αλλά οποτεδήποτε κατά τη διάρκεια της έρευνας, έστω και αν δεν έχει υποβάλει ενδιάμεση έκθεση, δύναται να πληροφορήσει το δικαστήριο για οτιδήποτε περιέρχεται στην αντίληψή του ως αποτέλεσμα της έρευνας, που τείνει να καταδείξει ότι διαπράχθηκε αδίκημα.

(β) Όταν υποβάλλεται έκθεση δυνάμει του άρθρου αυτού το δικαστήριο—

(i) Αποστέλλει αντίγραφο της έκθεσης στην Τράπεζα και

(ii) αν κρίνει σκόπιμο—

— εφοδιάζει με αντίγραφο αυτής το σχέδιο, το διευθυντή, τον εμπιστευματοδόχο του και τον ελεγκτή του σχεδίου,

— παρέχει αντίγραφο αυτής κατόπιν αιτήματος και με πληρωμή τέτοιων δικαιωμάτων, όπως το δικαστήριο καθορίζει, σε οποιοδήποτε άλλο πρόσωπο που είναι μεριδιούχος του σχεδίου ή του οποίου τα συμφέροντα επηρεάζονται ως πιστωτή του σχεδίου είτε με οποιοδήποτε άλλο τρόπο,

— μεριμνά για την εκτύπωση και δημοσίευση της έκθεσης,

— διατάζει να μη συμπεριληφθεί οποιοδήποτε μέρος της έκθεσης που γίνεται σύμφωνα με το άρθρο αυτό σε αντίγραφο που στέλλεται, εφοδιάζεται ή δημοσιεύεται δυνάμει του εδαφίου αυτού.

(10) Το δικαστήριο, κατόπιν μελέτης της έκθεσης που υποβάλλεται δυνάμει του εδαφίου (9), δύναται να—

(i) Εκδώσει οποιοδήποτε διάταγμα σε σχέση με θέματα που προκύπτουν από την έκθεση περιλαμβανομένου—

— διατάγματος για την εκκαθάριση ή διάλυση του σχεδίου,

— διατάγματος για την αποκατάσταση οποιασδήποτε βλάβης την οποία υφίσταται οποιοδήποτε πρόσωπο του οποίου τα συμφέροντα επηρεάστηκαν δυσμενώς από τη διαχείριση των εργασιών του σχεδίου, νοουμένου ότι το δικαστήριο, κατά την έκδοση τέτοιου διατάγματος, λαμβάνει υπόψη τα συμφέροντα οποιουδήποτε προσώπου τα οποία δυνατό να επηρεαστούν δυσμενώς από το διάταγμα·

(ii) παραπέμψει οποιοδήποτε θέμα που προκύπτει από την εν λόγω έκθεση στο Γενικό Εισαγγελέα για διερεύνηση.