Έκδοση προσωρινών διαταγμάτων

41Γ.-(1) Σε περίπτωση παράβασης οποιασδήποτε διάταξης του παρόντος Νόμου και των δυνάμει αυτού εκδιδόμενων Κανονισμών, και ανεξάρτητα από την επιβολή οποιασδήποτε διοικητικής κύρωσης, η Αρχή δύναται να ζητήσει με αίτησή της προς το Δικαστήριο την έκδοση απαγορευτικού ή προστακτικού διατάγματος, περιλαμβανομένου και προσωρινού διατάγματος, εναντίον οποιουδήποτε σταθμού ο οποίος, κατά την κρίση της, ενέχεται ή ευθύνεται για την παράβαση αυτή.

(2) Το Δικαστήριο ενώπιον του οποίου εκδικάζεται οποιαδήποτε αίτηση δυνάμει του πιο πάνω εδαφίου, έχει εξουσία, τηρουμένων των διατάξεων του περί Πολιτικής Δικονομίας Νόμου, των περί Δικαστηρίων Νόμων του 1960 μέχρι (αρ.2) του 1999 και των περί Πολιτικής Δικονομίας Διαδικαστικών Κανονισμών, να εκδώσει απαγορευτικό ή προστακτικό διάταγμα, περιλαμβανομένου και προσωρινού διατάγματος, με το οποίο να διατάσσει –

(α) την άμεση παύση και/ή μη επανάληψη της γενόμενης παράβασης, και/ή

(β) την εντός ορισμένης προθεσμίας λήψη τέτοιων διορθωτικών κατά την κρίση του Δικαστηρίου μέτρων προς άρση της παράνομης κατάστασης που δημιούργησε η σχετική παράβαση, και/ή

(γ) τη δημοσίευση του συνόλου ή μέρους της σχετικής απόφασης του Δικαστηρίου ή τη δημοσίευση επανορθωτικής ανακοίνωσης με σκοπό την απάλειψη των τυχόν συνεχιζόμενων επιπτώσεων της παράβασης, και/ή

(δ) οποιαδήποτε άλλη ενέργεια ή μέτρο ήθελε κριθεί αναγκαίο ή εύλογο υπό τις περιστάσεις της συγκεκριμένης υπόθεσης.