Η Κεντρική Τράπεζα αρμόδια αρχή για την διαπίστωση προϋποθέσεων εξυγίανσης

32Ε.-(1) Σε περίπτωση που τα σχετικά κεφαλαιακά μέσα αναγνωρίζονται για σκοπούς τήρησης των απαιτήσεων ιδίων κεφαλαίων σε ατομική βάση σύμφωνα με το Άρθρο 92 του Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013 όσον αφορά ΑΠΙ που συστάθηκε στη Δημοκρατία, η Κεντρική Τράπεζα είναι η αρμόδια αρχή για να προβαίνει σε διαπίστωση που αναφέρεται στο άρθρο 32Δ.

(1Α) Σε περίπτωση που τα σχετικά κεφαλαιακά μέσα ή οι αναφερόμενες στο άρθρο 30(5) του Νόμου Εξυγίανσης επιλέξιμες υποχρεώσεις αναγνωρίζονται για σκοπούς τήρησης της απαίτησης που αναφέρεται στο άρθρο 25Ε(1) του Νόμου Εξυγίανσης, όσον αφορά ΑΠΙ ή οντότητα που αναφέρεται στο άρθρο 2Α(2)(α)(i), (ii) ή (iii), που έχει λάβει άδεια λειτουργίας σύμφωνα με τις εναρμονιστικές με τον τίτλο ΙΙΙ της Οδηγίας 2013/36/ΕΕ νομοθετικές διατάξεις, η Κεντρική Τράπεζα είναι η αρμόδια αρχή για να προβαίνει στη διαπίστωση που αναφέρεται στο άρθρο 32Δ.

(2) Σε περίπτωση που τα σχετικά κεφαλαιακά μέσα εκδίδονται από πιστωτικό ίδρυμα που είναι θυγατρική και αναγνωρίζονται για σκοπούς τήρησης των απαιτήσεων ιδίων κεφαλαίων τόσο σε ατομική όσο και σε ενοποιημένη βάση, η Κεντρική Τράπεζα είναι η αρμόδια αρχή να προβαίνει στις διαπιστώσεις που αναφέρονται στο άρθρο 32Δ(1) ως ακολούθως:

(α) Σε περίπτωση που η θυγατρική είναι ΑΠΙ που συστάθηκε στη Δημοκρατία, η Κεντρική Τράπεζα είναι αρμόδια αρχή να προβαίνει στη διαπίστωση που αναφέρεται στο άρθρο 32Δ(1)(γ)∙

(β) στην περίπτωση που η θυγατρική είναι θυγατρικό πιστωτικό ίδρυμα ενός ΑΠΙ που συστάθηκε στη Δημοκρατία, η Κεντρική Τράπεζα ενεργώντας ως αρχή ενοποιημένης εποπτείας και η ενδεδειγμένη αρχή του κράτους-μέλους όπου είναι εγκατεστημένη η θυγατρική που εξέδωσε τα εν λόγω κεφαλαιακά μέσα, σύμφωνα με τον Τίτλο III της Οδηγίας 2013/36/ΕΕ, προβαίνουν σε κοινή διαπίστωση που λαμβάνει τη μορφή κοινής απόφασης όπως αναφέρεται στο Άρθρο 59, παράγραφος 3, στοιχείο γ), της Οδηγίας 2014/59/ΕΕ.