14.-(1) Με απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου μπορεί να ορίζεται ποσοστό ύψους μέχρι τρία επί τοις εκατόν (3%) για κάθε λογαριασμό των πελατών—

(α) Κέντρων, που λειτουργούν εκτός ξενοδοχείων και τουριστικών καταλυμάτων για προσφερόμενες υπηρεσίες είτε εντός είτε εκτός αυτών εξαιρουμένων των φόρων και του δικαιώματος υπηρεσίας,

(β) κέντρων που λειτουργούν εντός αδειούχων ξενοδοχείων και τουριστικών καταλυμάτων σύμφωνα με τις διατάξεις των περί Ξενοδοχείων και Τουριστικών Καταλυμάτων Νόμων του 1969 έως 2000 για προσφερόμενες υπηρεσίες είτε εντός είτε εκτός αυτών εξαιρουμένων των φόρων και του δικαιώματος υπηρεσίας:

Νοείται ότι το Υπουργικό Συμβούλιο μπορεί με απόφασή του να εξαιρεί από όλο ή μέρος του πιο πάνω ποσοστού, οποιαδήποτε κέντρα ορισμένων κατηγοριών ή τάξεων ή κέντρα που βρίσκονται σε ορισμένες περιοχές που θα καθοριστούν στην απόφαση αυτή.

(2) Τηρουμένων των διατάξεων του εδαφίου (4), το ποσοστό που ορίζεται δυνάμει του εδαφίου (1), επιβαρύνει τον πελάτη και εισπράττεται ή χρεώνεται από τον επιχειρηματία και καταβάλλεται κάθε τριμηνία με δική του ευθύνη στον Οργανισμό. Κάθε επιχειρηματίας υποχρεούται όπως όχι αργότερα από την 25η ημέρα του μήνα που έπεται της κάθε αμέσως προηγούμενης τριμηνίας καταβάλλει στον Οργανισμό το εν λόγω ποσοστό που εισέπραξε ή χρέωσε την κάθε αμέσως προηγούμενη τριμηνία:

Νοείται ότι η πρώτη καταβολή του πιο πάνω ποσοστού και η πρώτη υποβολή του εντύπου που καθορίζεται στο εδάφιο (7), δύναται να αφορά και περίοδο μικρότερη των τριών μηνών, η οποία όμως θα λήγει την ίδια τριμηνία. Η πρόνοια αυτή εφαρμόζεται και στις περιπτώσεις αναστολής λειτουργίας ή και επαναλειτουργίας κέντρου.

(3) Τηρουμένων των διατάξεων του εδαφίου (4), σε περίπτωση που ο επιχειρηματίας παραλείπει να χρεώνει ή εισπράττει από τον πελάτη το πιο πάνω αναφερόμενο ποσοστό, υποχρεούται να το καταβάλλει ο ίδιος στον Οργανισμό.

(4) Παρά τις διατάξεις των εδαφίων (2) και (3) σε περίπτωση κατά την οποία ο επιχειρηματίας αποδεικνύει ότι δεν εισέπραξε το λαβείν του λόγω διάλυσης ή πτώχευσης οποιουδήποτε νομικού ή και φυσικού προσώπου πελάτη του, ο εν λόγω επιχειρηματίας απαλλάσσεται της υποχρέωσης καταβολής στον Οργανισμό του ποσοστού το οποίο έχει χρεώσει για λογαριασμό του εν λόγω προσώπου πελάτη του:

Νοείται ότι σε περίπτωση κατά την οποία ο επιχειρηματίας ήθελε εισπράξει οποιοδήποτε ποσό έναντι των οφειλόμενων σ' αυτόν ποσών από τον πιο πάνω πελάτη του, αυτός οφείλει να καταβάλει στον Οργανισμό το ποσοστό που αναλογεί 'PRO RATA'.

(5) Ο πελάτης υποχρεούται όπως καταβάλλει στον επιχειρηματία το ποσοστό που ορίζεται πιο πάνω. Οποιοσδήποτε πελάτης που αρνείται να καταβάλει το εν λόγω ποσοστό, είναι ένοχος αδικήματος και, σε περίπτωση καταδίκης του, υπόκειται σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις διακόσιες λίρες ή σε φυλάκιση που δεν υπερβαίνει τους τρεις μήνες ή και στις δύο αυτές ποινές.

(6) Κάθε επιχειρηματίας υποχρεούται να τηρεί στοιχεία που να δείχνουν τις εισπράξεις ή χρεώσεις του πιο πάνω αναφερόμενου ποσοστού που γίνονται από το κέντρο του και υποχρεούται να τα παρουσιάζει για έλεγχο σε οποιοδήποτε εντεταλμένο για το σκοπό αυτό όργανο του Οργανισμού σύμφωνα με εγκύκλιες οδηγίες του Οργανισμού.

Νοείται ότι ο Οργανισμός δύναται, με εγκύκλιες οδηγίες του να καθορίζει όπως η καταβολή του οφειλόμενου ποσοστού και η υποβολή του εντύπου που αναφέρονται πιο πάνω γίνεται σε οποιαδήποτε χρηματοπιστωτικό οργανισμό που ήθελε καθορίσει ο Οργανισμός.

(8)(α) Κάθε επιχειρηματίας που παραλείπει ή αρνείται ή καθυστερεί να καταβάλει στον Οργανισμό το οφειλόμενο ποσοστό, μέσα στην προθεσμία που καθορίζεται στο εδάφιο (2), υποχρεούται στην καταβολή πρόσθετης επιβάρυνσης ίσης προς το δέκα τοις εκατόν (10%) επί του ποσοστού που παραλείπει ή αρνείται ή καθυστερεί να καταβάλει. Σε περίπτωση δε που η παράλειψη ή άρνηση ή καθυστέρηση του επιχειρηματία να καταβάλει το οφειλόμενο ποσοστό εξακολουθεί πέραν των τριάντα (30) ημερών από την ημερομηνία που το ποσοστό καθίσταται καταβλητέο δυνάμει του παρόντος Νόμου, τότε υποχρεούται επίσης στην καταβολή απλού τόκου προς εννέα τοις εκατόν (9%) ετησίως πάνω στο οφειλόμενο ποσοστό περιλαμβανομένης και της πρόσθετης επιβάρυνσης που υπολογίζεται από την εκπνοή της προθεσμίας των τριάντα (30) ημερών.

(β) Κάθε επιχειρηματίας που παραλείπει ή αρνείται ή καθυστερεί να υποβάλει το έντυπο που αναφέρεται στο εδάφιο (7), μέσα στην καθορισμένη προθεσμία, υποχρεούται στην καταβολή δεκαπέντε λιρών (£15) για κάθε μήνα ή μέρος αυτού κατά τον οποίο διαρκεί η εν λόγω παράλειψη, άρνηση ή καθυστέρηση.

(9) Χωρίς επηρεασμό των διατάξεων των εδαφίων (8) και (11), κάθε επιχειρηματίας, ο οποίος—

(α) Παραβαίνει ή παραλείπει να συμμορφωθεί με τις διατάξεις των εδαφίων (2), (3), (4), (6), (7) και (8), είναι ένοχος αδικήματος και, σε περίπτωση καταδίκης του, υπόκειται σε χρηματική ποινή που να μην υπερβαίνει τις χίλιες λίρες ή σε φυλάκιση που να μην υπερβαίνει τον ένα χρόνο ή και στις δύο αυτές ποινές,

(β) (i) με πρόθεση εξαπάτησης του Οργανισμού, χρησιμοποιεί ή παραδίδει ή αποστέλλει για τους σκοπούς του άρθρου αυτού ή χρησιμοποιεί με άλλο τρόπο για τους ίδιους σκοπούς οποιοδήποτε έγγραφο ή στοιχείο που είναι αναληθές, ή

(ii) κατά την παροχή οποιασδήποτε πληροφορίας για τους σκοπούς του άρθρου αυτού προβαίνει σε οποιαδήποτε δήλωση που γνωρίζει ότι είναι αναληθής σε κάποιο ουσιώδες στοιχείο της ή από αμέλεια προβαίνει σε δήλωση που είναι αναληθής σε κάποιο ουσιώδες στοιχείο της είναι ένοχος αδικήματος και σε περίπτωση καταδίκης του,

(γ) αποφεύγει να καταβάλλει ή προβαίνει/ενέχεται σε οποιαδήποτε ενέργεια με σκοπό τη δόλια αποφυγή καταβολής του πιο πάνω ποσοστού από μέρους του ή από μέρους οποιουδήποτε άλλου προσώπου, είναι ένοχος αδικήματος και, σε περίπτωση καταδίκης του, υπόκειται σε χρηματική ποινή μέχρι το τριπλάσιο του ποσοστού που έπρεπε να καταβάλει ή σε φυλάκιση μέχρι πέντε χρόνια ή και στις δύο αυτές ποινές.

(10) Σε περίπτωση καταδίκης οποιουδήποτε επιχειρηματία για το ότι παρέλειψε ή αμέλησε να χρεώσει ή καταβάλει στον Οργανισμό το ποσοστό που ορίζεται δυνάμει του εδαφίου (1) ή να τηρεί στοιχεία για τις εισπράξεις ή και χρεώσεις του πιο πάνω αναφερόμενου ποσοστού ή να αποστείλει στον Οργανισμό το καθορισμένο έντυπο, το δικαστήριο μπορεί επιπρόσθετα με οποιαδήποτε ποινή που προβλέπεται από το άρθρο αυτό, να διατάξει την καταβολή από τον επιχειρηματία που καταδικάστηκε, του οφειλόμενου ποσοστού, των πρόσθετων επιβαρύνσεων και των τόκων που προβλέπονται στο εδάφιο (8), την υποβολή του εντύπου που αναφέρεται στο εδάφιο (7), την υποβολή των στοιχείων που αναφέρονται στο εδάφιο (6), καθώς επίσης και την καταβολή των εξόδων της δίκης.

(11) Ανεξάρτητα από τις διατάξεις του άρθρου αυτού, κάθε πρόσωπο μη συμμορφούμενο προς διάταγμα το οποίο εκδόθηκε δυνάμει των διατάξεων του εδαφίου (10), είναι ένοχο αδικήματος

(12)(α) Ανεξάρτητα από τις διατάξεις των εδαφίων (6), (7), (8), (9), (10) και (11), σε περίπτωση κατά την οποία επιχειρηματίας παραλείπει ή αμελεί να τηρεί τα απαραίτητα στοιχεία για τις εισπράξεις ή και χρεώσεις του πιο πάνω αναφερόμενου ποσοστού ή δε συμπληρώνει και δεν αποστέλλει το καθορισμένο έντυπο για τις εισπράξεις ή και χρεώσεις του πιο πάνω αναφερόμενου ποσοστού μαζί με το ποσοστό που αναφέρεται στα εδάφια (1) και (2) ή αρνείται να παράσχει τις αναγκαίες διευκρινίσεις για επαλήθευση ή έλεγχο των στοιχείων που υποβλήθηκαν στον Οργανισμό ή τα στοιχεία και τα έντυπα που υποβλήθηκαν στον Οργανισμό είναι ελλιπή και περιέχουν σφάλματα, τότε ο Γενικός Διευθυντής ή άλλος λειτουργός του Οργανισμού εξουσιοδοτημένος από αυτόν για τους σκοπούς του εδαφίου αυτού, μπορεί να βεβαιώνει το οφειλόμενο ποσοστό, τις πρόσθετες επιβαρύνσεις και τους τόκους, χρησιμοποιώντας κατά τον καλύτερο δυνατό τρόπο την κρίση του και στη συνέχεια να ειδοποιά τον ενδιαφερόμενο επιχειρηματία για το οφειλόμενο ποσοστό, τις πρόσθετες επιβαρύνσεις και τους τόκους καθώς επίσης και για την καταβολή τους.

(β) Σε περίπτωση που επιχειρηματίας παραλείπει να καταβάλει το πιο πάνω ποσοστό, τις πρόσθετες επιβαρύνσεις και τους τόκους που βεβαιώνονται από το Γενικό Διευθυντή ή από άλλο λειτουργό του Οργανισμού εξουσιοδοτημένο από αυτόν για τους σκοπούς του εδαφίου αυτού, εφαρμόζονται ανάλογα οι πρόνοιες του άρθρου αυτού.

(13) Ανεξάρτητα από τις διατάξεις του άρθρου αυτού, ο Οργανισμός μπορεί και με πολιτική αγωγή να διεκδικεί από τον επιχειρηματία ή άλλο ενεχόμενο πρόσωπο οποιοδήποτε ποσοστό ή πρόσθετες επιβαρύνσεις ή τόκους οφείλονται στον Οργανισμό.

(14) Για τους σκοπούς του άρθρου αυτού—

(α) 'επιχειρηματίας' περιλαμβάνει και το 'Διευθυντή' του κέντρου,

(β) 'τριμηνία' σημαίνει το χρονικό διάστημα μεταξύ της 1ης Ιανουαρίου και 31ης Μαρτίου, 1ης Απριλίου και 30ής Ιουνίου, 1ης Ιουλίου και 30ής Σεπτεμβρίου και 1ης Οκτωβρίου και 31ης Δεκεμβρίου οποιουδήποτε έτους.».