Περιορισμοί νέων εργασιών και τροποποίησις συμβάσεων

12.-(1) Τηρουμένων των διατάξεων του άρθρου 11 του Νόμου, ο Έφορος δύναται, αντί να χωρήση εις την άμεσον ακύρωσιν αδείας εταιρείας τινός, να επιβάλη ωρισμένους προσωρινούς περιορισμούς εις την υπ' αυτής άσκησιν εν τη Δημοκρατία ωρισμένου κλάδου ασφαλιστικών εργασιών, δι' ωρισμένην περίοδον και διά των οποίων η εταιρεία θα υποχρεούται-

(α) να μη συνομολογή ασφαλιστικάς συμβάσεις ωρισμένου είδους·

(β) να μη τροποποιή οιασδήποτε ασφαλιστικάς συμβάσεις ωρισμένου είδους, αίτινες είναι συμβάσεις συνομολογηθείσαι εν τη πορεία ασκήσεως γενικού κλάδου και ισχύουσαι κατά τον χρόνον επιβολής του περιορισμού-

(γ) να μη τροποποιή, κατά τοιούτον τρόπον ώστε να αυξάνη τας υποχρεώσεις της εταιρείας, οιασδήποτε ασφαλιστικάς συμβάσεις ωρισμένου είδους, αίτινες είναι συμβάσεις συνομολογηθείσαι εν τη πορεία ασκήσεως κλάδου μακροπροθέσμων εργασιών

και ισχύουσαι κατά τον χρόνον επιβολής του περιορισμού.

(2) Ο εν τω εδαφίω (1) περιορισμός δύναται να αφορά εις ασφαλιστικάς συμβάσεις, ανεξαρτήτως εάν η συνομολόγησις αυτών εμπίπτη ή όχι εντός κλάδου ασφαλιστικών εργασιών αίτινες η εταιρεία είναι εξουσιοδοτημένη να ασκή εκάστοτε.

(3) Ο Έφορος δύναται περαιτέρω να απαιτήση παρά της εταιρείας να λάβη άπαντα τα αναγκαία μέτρα προς διασφάλισιν ότι το συνολικόν ποσόν των ασφαλίστρων-

(α) άτινα θα εισπραχθούν υπό της εταιρείας έναντι της αναλήψεως υπ' αυτής κατά την διάρκειαν ωρισμένης περιόδου υποχρεώσεως εν τη πορεία ασκήσεως γενικού κλάδου ή οιουδήποτε εξειδικευμένου μέρους των τοιούτων εργασιών, ή

(β) άτινα θα εισπραχθούν υπ' αυτής εις ωρισμένην περίοδον έναντι της αναλήψεως υπό της εταιρείας κατά την διάρκειαν της εν λόγω περιόδου υποχρεώσεων εν τη πορεία ασκήσεως κλάδου μακροπροθέσμων εργασιών ή οιουδήποτε εξειδικευμένου μέρους τοιούτων εργασιών,

δεν θα υπερβαίνη εν ωρισμένον ποσόν.

(4) Ο εν τω εδαφίω (3) περιορισμός δύναται να αφορά είτε εις το συνολικόν ποσόν των ασφαλίστρων, άτινα θα εισπραχθούν όπως αναφέρεται εις το εν λόγω εδάφιον, είτε εις το συνολικόν ποσόν εκείνων των ασφαλίστρων, μετά την αφαίρεσιν οιωνδήποτε ασφαλίστρων πληρωτέων υπό της εταιρείας προς αντασφάλισιν των υποχρεώσεων έναντι των οποίων τα προειρημένα ασφάλιστρα είναι εισπρακτέα.

(5) Ο Έφορος εν τη ασκήσει της υπό του παρόντος άρθρου χορηγουμένης αυτώ εξουσίας, εν σχέσει προς εταιρείαν, θα επιδίδη εις την εταιρείαν έγγραφον ειδοποίησιν αναφέρουσαν τους λόγους διά τους οποίους προτίθεται να ασκήση την τοιαύτην εξουσίαν και θα καλή την εταιρείαν, όπως εντός τριάκοντα ημερών από της ημερομηνίας επιδόσεως της ειδοποιήσεως υποβάλη έφεσιν εις τον Υπουργόν αναφορικώς προς την προτιθεμένην άσκησιν της εξουσίας. Εάν η εταιρεία παραλείψη να υποβάλη έφεσιν ή υποβαλούσα έφεσιν αποσύρη ταύτην ή το αποτέλεσμα της εφέσεως είναι η επικύρωσις της προθέσεως επιβολής περιορισμού, ο Έφορος δύναται να επιβάλη πάραυτα τον τοιούτον περιορισμόν.