Προσφυγή εναντίον απόφασης του Διευθυντή

20Α.-(1) Οποιοδήποτε πρόσωπο θεωρεί τον εαυτό του αδικημένο από τη φορολογία που του επιβλήθηκε και απέτυχε να έλθει σε συμφωνία με το Διευθυντή, όπως προβλέπεται στο εδάφιο (5) του άρθρου 20, έχει το δικαίωμα-

(α) Να ασκήσει προσφυγή στο Ανώτατο Δικαστήριο, σύμφωνα με το Άρθρο 146 του Συντάγματος, οπότε εφαρμόζονται κατ' αναλογίαν οι διατάξεις του άρθρου 21 · ή

(β) να ασκήσει ιεραρχική προσφυγή στο Εφοριακό Συμβούλιο εναντίον της εν λόγω απόφασης, μέσα σε περίοδο σαράντα πέντε ημερών από την ημερομηνία της κοινοποίησης της απόφασης με συστημένη επιστολή στην τελευταία γνωστή διεύθυνση του αιτητή ή της επίδοσής της σ' αυτόν, που να συνοδεύεται από πλήρη αποδεικτικά στοιχεία:

Νοείται ότι το βάρος της απόδειξης ότι η φορολογία για την οποία ασκείται η ιεραρχική προσφυγή είναι υπερβολική φέρει ο αιτητής:

Νοείται περαιτέρω ότι το Εφοριακό Συμβούλιο μπορεί να παρατείνει για εύλογο χρόνο την πιο πάνω περίοδο των σαράντα πέντε ημερών, αν ικανοποιείται ύστερα από γραπτή αίτηση του αιτητή που συνοδεύεται από πλήρη δικαιολογητικά στοιχεία ότι η μη έγκαιρη καταχώριση της ιεραρχικής προσφυγής οφείλεται σε απουσία του αιτητή από τη Δημοκρατία, σε ασθένειά του ή σε άλλη εύλογη αιτία.

(2) Το Εφοριακό Συμβούλιο δεν επιλαμβάνεται οποιασδήποτε ιεραρχικής προσφυγής-

(α) Στην περίπτωση που ο αιτητής δεν καταβάλλει το μη αμφισβητούμενο μέρος του φόρου, εφόσον του ζητηθεί από το Διευθυντή, ή δεν προβαίνει σε διευθετήσεις για την αποπληρωμή του, προς πλήρη ικανοποίηση του Διευθυντή·

(β) στην περίπτωση που έχει λόγους να πιστεύει ότι το ποσό του αντικειμένου του φόρου, όπως καθορίζεται από το Διευθυντή, δυνατό να μην εισπραχθεί και ο αιτητής αρνείται ή παραλείπει, εφόσον του ζητηθεί, να παράσχει σ' αυτό ικανοποιητική εγγύηση που να διασφαλίζει την καταβολή του φόρου σε περίπτωση επικύρωσης, στο σύνολο ή μερικώς, της απόφασης του Διευθυντή.

(3) Το Εφοριακό Συμβούλιο κοινοποιεί στο Διευθυντή την αίτηση του αιτητή και ζητά την υποβολή έκθεσης και οποιωνδήποτε στοιχείων τα οποία κρίνει αναγκαία μέσα σε ειδικά καθορισμένη προθεσμία, όχι μεγαλύτερη των τριών μηνών.

(4) Το Εφοριακό Συμβούλιο ορίζει ημερομηνία για την ακρόαση της προσφυγής και με έγγραφη ειδοποίησή του καλεί τον αιτητή ή τον αντιπρόσωπο του καθώς και το Διευθυντή ή τον αντιπρόσωπο του να παρουσιαστούν ενώπιον του και να εκθέσουν τις απόψεις τους αναφορικά με οποιοδήποτε θέμα σχετικό με την εξεταζόμενη από αυτό προσφυγή:

Νοείται ότι ούτε ο Διευθυντής ούτε ο αιτητής δεν έχουν το δικαίωμα κατά την ακρόαση της προσφυγής να παρουσιάσουν λόγους ή στοιχεία που δεν είχαν προσαχθεί κατά την εξέταση της ένστασης του αιτητή από το Διευθυντή, εκτός αν τέτοια στοιχεία εξ αποδεδειγμένων λόγων αντικειμενικής αδυναμίας δεν ήταν δυνατό να προσκομιστούν από τον αιτητή στο εν λόγω στάδιο ή να αποκαλυφθούν με υπό τας περιστάσεις διεξαχθείσα από το Διευθυντή λογική έρευνα:

Νοείται περαιτέρω ότι ιεραρχικές προσφυγές τις οποίες το Εφοριακό Συμβούλιο κρίνει αβάσιμες μπορούν να εξετάζονται συνοπτικά και να απορρίπτονται, χωρίς να καλείται ενώπιον του ο αιτητής ή ο Διευθυντής.

(5) Μετά την περάτωση της εξέτασης της ιεραρχικής προσφυγής, το Εφοριακό Συμβούλιο, με βάση τα υποβληθέντα σ' αυτό στοιχεία, δύναται να εκδώσει μία από τις ακόλουθες αποφάσεις:

(α) Να ακυρώσει ή να επικυρώσει εν όλω ή εν μέρει την απόφαση του Διευθυντή,

(β) να τροποποιήσει την απόφαση του Διευθυντή,

(γ) να εκδώσει νέα απόφαση σε αντικατάσταση της απόφασης του Διευθυντή,

(δ) να παραπέμψει την υπόθεση στο Διευθυντή με οδηγίες να προβεί σε συγκεκριμένες ενέργειες.

(6) Η διαδικασία εξέτασης της ιεραρχικής προσφυγής ολοκληρώνεται το ταχύτερο δυνατό και η απόφαση του Εφοριακού Συμβουλίου εκδίδεται το αργότερο σε ένα χρόνο από την υποβολή της.

(7) Αν ως αποτέλεσμα της απόφασης του Εφοριακού Συμβουλίου παρίσταται ανάγκη να γίνει νέα βεβαίωση του φόρου, για να εφαρμοστεί η απόφαση ή προς συμμόρφωση προς τις οδηγίες του Εφοριακού Συμβουλίου, η βεβαίωση αυτή διενεργείται εντός έξι μηνών από την ημερομηνία έκδοσης της απόφασης του Εφοριακού Συμβουλίου.