Ποινική ευθύνη αναφορικά με παράλειψη καταβολής του φόρου

51Α. (1)(α)Πρόσωπο, το οποίο αποδεικνύεται ότι δόλια παραλείπει ή καθυστερεί να καταβάλει το οφειλόμενο από αυτό ποσό φόρου, ο οποίος δεν εμπίπτει στη κατηγορία των φόρων που αναφέρονται στην παράγραφο (β), ή

(β) πρόσωπο, το οποίο παραλείπει ή καθυστερεί να καταβάλει το οφειλόμενο από αυτό ποσό φόρου, ο οποίος παρακρατείται δυνάμει των περί Φορολογίας του Εισοδήματος Νόμων του 2002 μέχρι 2014, των περί Εκτάκτου Εισφοράς για την Άμυνα της Δημοκρατίας Νόμων του 2002 μέχρι 2013 και των περί Έκτακτης Εισφοράς Εργοδοτουμένων, Συνταξιούχων και Αυτοτελώς Εργαζομένων του Ιδιωτικού Τομέα Νόμων του 2011 έως 2013, είναι ένοχο αδικήματος και σε περίπτωση καταδίκης υπόκειται:

(i) Καθόσον αφορά εταιρεία, σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις πέντε χιλιάδες ευρώ (€5.000)˙

(ii)Καθόσον αφορά φυσικό πρόσωπο, σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τα πέντε χιλιάδες ευρώ (€5.000)  ή σε φυλάκιση που δεν υπερβαίνει τα δύο (2) έτη ή και στις δύο αυτές ποινές:

Νοείται ότι, σε περίπτωση υποβληθείσας εκ μέρους φορολογούμενου προσώπου, δυνάμει του άρθρου 20 του παρόντος Νόμου, εγγράφου ενστάσεως για σκοπούς επανεξέτασης και αναθεώρησης επιβληθείσας φορολογίας, η οποία έχει ως αποτέλεσμα την επίτευξη συμφωνίας μεταξύ του Διευθυντή και του υποβάλλοντος την ένσταση, δυνάμει του εδαφίου (4) του άρθρου 20 ή τον καθορισμό εκ μέρους του Διευθυντή του ποσού του αντικειμένου φόρου του ενιστάμενου προσώπου, δυνάμει του εδαφίου (5) του άρθρου 20, παρέχεται στο φορολογούμενο πρόσωπο χρονική προθεσμία τριών (3) μηνών εντός της οποίας υποχρεούται να καταβάλει το συμφωνηθέν ή βεβαιωθέν ποσό φόρου:

Νοείται περαιτέρω ότι, αν η πιο πάνω προθεσμία παρέλθει άπρακτη, το πρόσωπο είναι ένοχο αδικήματος και σε περίπτωση καταδίκης του υπόκειται στις ποινές που προβλέπονται στο εδάφιο (1).

(2) Σε περίπτωση καταδίκης οποιουδήποτε προσώπου, σύμφωνα με το εδάφιο (1), το πρόσωπο αυτό επιπροσθέτως οποιασδήποτε άλλης ποινής στην οποία υπόκειται, υποχρεούται να καταβάλει το ποσό του φόρου που παρέλειψε ή καθυστέρησε να καταβάλει.

(3)(α) Όταν το αδίκημα που προβλέπεται στην παράγραφο (α) του εδαφίου (1) διαπράττεται από νομικό πρόσωπο, την ευθύνη για το αδίκημα αυτό φέρουν εκτός από το ίδιο το νομικό πρόσωπο, ο εκτελεστικός διευθυντής, τα μέλη του διοικητικού συμβουλίου και οποιοσδήποτε άλλος αξιωματούχος που έχει καθήκοντα που άπτονται τις οικονομικής διεύθυνσης του νομικού προσώπου ή οποιοδήποτε πρόσωπο που φέρεται ότι ενεργεί σε σχέση με οποιαδήποτε τέτοια ιδιότητα, εφόσον αποδεικνύεται ότι δολίως συνέπραξαν στην τέλεση του αδικήματος, και σε περίπτωση καταδίκης τους υπόκεινται-

(i)για συνολικό ποσό οφειλόμενου φόρου χιλίων επτακοσίων ευρώ (€1.700) και κάτω, σε χρηματική ποινή μέχρι του είκοσι τοις εκατόν (20%) του οφειλόμενου φόρου˙ και

(ii) για ποσό οφειλόμενου φόρου πέραν των χιλίων επτακοσίων  ευρώ (€1.700), επιπροσθέτως της ποινής προβλέπεται στην υποπαράγραφο (i), σε ποινή φυλακίσεως που δεν υπερβαίνει τα δύο (2) έτη ή και στις δύο αυτές ποινές:

Νοείται ότι, στην περίπτωση φόρου που βεβαιώθηκε πριν από την έναρξη της ισχύος του περί Βεβαιώσεως και Εισπράξεως Φόρων (Τροποποιητικού) (Aρ.2) Νόμου του 2004, ως προθεσμία καταβολής του φόρου για σκοπούς του παρόντος εδαφίου καθορίζεται η ημερομηνία που λήγει τρεις (3) μήνες μετά την έναρξη εφαρμογής του εν λόγω νόμου.

(β) Όταν το αδίκημα που προβλέπεται στην παράγραφο (β) του εδαφίου (1) διαπράττεται από νομικό πρόσωπο, την ευθύνη για το αδίκημα αυτό φέρουν εκτός από το ίδιο το νομικό πρόσωπο, ο εκτελεστικός διευθυντής, τα μέλη του διοικητικού συμβουλίου και οποιοσδήποτε άλλος αξιωματούχος που έχει καθήκοντα που άπτονται τις οικονομικής διεύθυνσης του νομικού προσώπου ή οποιοδήποτε πρόσωπο που φέρεται ότι ενεργεί σε σχέση με οποιαδήποτε τέτοια ιδιότητα και σε περίπτωση καταδίκης τους υπόκεινται -

(i)για συνολικό ποσό οφειλόμενου φόρου χιλίων επτακοσίων ευρώ (€1.700) και κάτω, σε χρηματική ποινή μέχρι του είκοσι τοις εκατόν (20%) του οφειλόμενου φόρου και˙

(ii)για ποσό οφειλόμενου φόρου πέραν των χιλίων επτακοσίων ευρώ (€1.700),  επιπροσθέτως της ποινής προβλέπεται στην υποπαράγραφο (α), σε ποινή φυλακίσεως που δεν υπερβαίνει τα δύο (2) έτη ή και στις δύο αυτές ποινές:

Νοείται ότι, στην περίπτωση φόρου που βεβαιώθηκε πριν από την έναρξη της ισχύος του περί Βεβαιώσεως και Εισπράξεως Φόρων (Τροποποιητικού) (Aρ.2) Νόμου του 2004, ως προθεσμία καταβολής του φόρου για σκοπούς του παρόντος εδαφίου καθορίζεται η ημερομηνία που λήγει τρεις μήνες μετά την έναρξη εφαρμογής του εν λόγω νόμου.

(4)(α)Ανεξάρτητα από τις διατάξεις οποιουδήποτε άλλου νόμου, το δικαστήριο που κηρύσσει πρόσωπο ένοχο για τη διάπραξη οποιουδήποτε αδικήματος δυνάμει του παρόντος άρθρου, έχει εξουσία εκτός από την επιβολής ποινής να εκδώσει διάταγμα με το οποίο να διατάσσει το πρόσωπο που οφείλει να καταβάλει το πόσο του φόρου να καταβάλει στο Διευθυντή το εν λόγω ποσό συν τόκους και χρηματικές επιβαρύνσεις.

(β)Ανεξάρτητα από τις διατάξεις οποιουδήποτε άλλου νόμου, το διάταγμα που εκδίδεται δυνάμει της παραγράφου (α), θεωρείται ότι αποτελεί απόφαση πολιτικού δικαστηρίου και μπορεί να συντάσσεται, υπογράφεται και εκτελείται ως απόφαση σε αγωγή, σύμφωνα με τις διατάξεις του περί Πολιτικής Δικονομίας Νόμου.