ΔΕΥΤΕΡΟΝ ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

(Αρθρα 170, 174 και 175.)

ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΑΦΟΡΩΣΑΙ ΕΙΣ ΤΗΝ ΔΗΜΕΥΣΙΝ

Δηλοποίησις κατασχέσεως

1. Ο Διευθυντής οφείλει να επιδώση δηλοποίησιν περί της κατασχέσεως πράγματος τίνος ως υποκειμένου εις δήμευσιν ως και περί των λόγων, εφ' ων εδράζεται αύτη, εις παν πρόσωπον, όπερ εφ' όσον ούτος γνωρίζει ήτο κατά τον χρόνον της κατασχέσεως ο κύριος ή εις των κυρίων τούτου:

Νοείται ότι δεν απαιτείται η επίδοσις δυνάμει της παρούσης παραγράφου, εις περίπτωσιν καθ' ην η κατάσχεσις εγένετο τη παρουσία-

(α)του προσώπου, ούτινος το αδίκημα ή πιθανώς διαπραχθέν αδίκημα προεκάλεσε την κατάσχεσιν• ή

(β) του κυρίου ή τίνος των κυρίων του κατασχεθέντος ή τίνος υπαλλήλου ή αντιπροσώπου αυτού• ή

(γ) του πλοιάρχου ή κυβερνήτου, εν τη περιπτώσει πράγματος κατασχομένου εν πλοίω ή αεροσκάφει.

2. Η δυνάμει της προηγουμένης παραγράφου δηλοποίησις είναι έγγραφος, λογίζεται δε προσηκόντως επιδοθείσα τω ενδιαφερομένω προσώπω-

(α)εάν παραδοθή αυτώ προσωπικώς• ή

(β) εάν απευθύνεται αυτώ και καταλειφθή ή αποσταλή ταχυδρομικώς εις την συνήθη ή τελευταίαν γνωστήν κατοικίαν ή επαγγελματικήν διεύθυνσιν ή, εν τη περιπτώσει νομικού προσώπου, εν τη εγγεγραμμένη αυτού έδρα• ή

(γ) οσάκις στερείται διευθύνσεως εν τη Δημοκρατία ή η διεύθυνσις αυτού είναι άγνωστος, εάν δημοσιευθή εν τη επισήμω εφημερίδι της Δημοκρατίας.

Αμφισβήτησις Δημεύσεως

3. Πας όστις αξιοί ότι κατασχεθέν ως υποκείμενον εις δήμευσιν ουδόλως υπόκειται εις τοιαύτην δήμευσιν, δέον όπως εντός μηνός από της ημερομηνίας της δημοσιεύσεως της κατασχέσεως, ή εφ' όσον δεν επεδόθη αυτώ τοιαύτη δηλοποίησις, εντός μηνός από της κατασχέσεως, επιδώση τω Διευθυντή έγγραφον αμφισβήτησιν εν παντί τελωνειακώ γραφείω.

4. Η δυνάμει της αμέσως προηγουμένης παραγράφου αμφισβήτησις δέον όπως καθορίζη το όνομα και την διεύθυνσιν του απαιτητού και, εν η περιπτώσει ο απαιτητής διαβιοί εκτός της Δημοκρατίας, το όνομα και την διεύθυνσιν δικηγόρου εν τη Δημοκρατία, εξουσιοδοτημένου όπως ενεργή ως αντίκλητος αυτού• επίδοσις δε δικονομικού εγγράφου γενομένη τω ούτω καθοριζομένω δικηγορώ λογίζεται ως επίδοσις γενομένη τω απαιτητή.

Κήρυξις εις Δήμευσιν

5. Εάν επί τη παρόδω της νενομισμένης ως άνω προθεσμίας, προς αμφισβήτησιν διενεργηθείσης κατασχέσεως δεν επιδοθή τω Διευθυντή τοιαύτη έγγραφος αμφισβήτησις ή, επιδοθείσης ταύτης δεν τηρηθή οιαδήποτε των διατάξεων της αμέσως προηγουμένης παραγράφου, το κατασχεθέν λογίζεται κηρυχθέν εις δήμευσιν.

6. Εν η περιπτώσει επιδοθή έγγραφος αμφισβήτησις αναφορικώς προς οιονδήποτε πράγμα, συμφώνως ταις προηγουμέναις διατάξεσι του παρόντος Παραρτήματος, ο Διευθυντής δέον όπως ενεργήση ίνα εκδοθή δικαστική απόφασις επί του θέματος της δημεύσεως του εν λόγω πράγματος, και εάν το Δικαστήριον εξεύρη ότι τούτο, ότε κατεσχέθη τω όντι υπέκειτο εις δήμευσιν, κηρύσσεται δικαστικώς η δήμευσις αυτού.

7. Εάν κατασχεθέν πράγμα κηρυχθή ή λογίζεται κηρυχθέν εις δήμευσιν συμφώνως ταις διατάξεσι εκατέρας των αμέσως προηγουμένων παραγράφων τότε, μη επηρεαζομένης οιασδήποτε πράξεως προς απόδοσιν ή πώλησιν του πράγματος υπό του Διευθυντού δυνάμει της παραγράφου 16 του παρόντος Παραρτήματος γενομένης, η δήμευσις λογίζεται ισχύουσα από της ημερομηνίας, καθ' ην ανέκυψεν η προς δήμευσιν ευθύνη.

Η επί δικαστηρίω διαδικασία προς κήρυξιν

κατασχεθέντος πράγματος εις δήμευσιν

8. Η προς κήρυξιν κατασχεθέντος πράγματος εις δήμευσιν επί δικαστηρίω διαδικασία είναι αστική τοιαύτη, δυναμένη να εγερθή εν τη Δημοκρατία.

9. Η προς κήρυξιν κατασχεθέντος πράγματος εις δήμευσιν επί δικαστηρίω διαδικασία άρχεται-

(α)εν παντί δικαστηρίω έχοντι αρμοδιότητα εν τω τόπω, ένθα διεπράχθη αδίκημα, σχέσιν έχον προς το κατασχεθέν ή ένθα ήρξατο ποινική δίωξις του τοιούτου αδικήματος• ή

(β) εν παντί δικαστηρίω έχοντι αρμοδιότητα εν τω τόπω της κατοικίας του απαιτητού ή, εάν ούτος διώρισεν ως αντίκλητον δικηγόρον τινά δυνάμει της παραγράφου 4 του παρόντος Παραρτήματος, εν τω τόπω ένθα ο δικηγόρος έχει το γραφείον αυτού• ή

(γ) εν παντί δικαστηρίω έχοντι αρμοδιότητα εν τω τόπω ένθα το κατασχεθέν εξευρέθη, κατεκρατήθη ή κατεσχέθη ή εις τον τόπον ένθα το πρώτον κομίζεται μετά την εξεύρεσιν, κατακράτησιν ή κατάσχεσιν αυτού.

10.-(1) Εις πάσαν τοιαύτην διαδικασίαν, αρξαμένην εν τη Δημοκρατία, ο απαιτητής ή ο δικηγόρος αυτού δηλοί ενόρκως ότι το κατασχεθέν ανήκε ή, εξ' όσον κάλλιον γνωρίζει και πιστεύει ανήκε κατά κυριότητα εις τον απαιτητήν κατά τον χρόνον της κατασχέσεως.

(2) Εις πάσαν τοιαύτην διαδικασίαν ο απαιτητής οφείλει να παράσχη εγγύησιν διά τα έξοδα της διαδικασίας, ως το Δικαστήριον ήθελε εκάστοτε ορίσει.

(3) Εφ' όσον δεν τηρηθή οιαδήποτε των διατάξεων της παρούσης παραγράφου, το Δικαστήριον εκδίδει απόφασιν υπέρ του Διευθυντού.

11. Ανεξαρτήτως οιουδήποτε δικαιώματος προς αναφοράν δι' υπομνήματος (case stated) υποθέσεως τίνος εις την κρίσιν του Ανωτάτου Δικαστηρίου, εις πάσαν διαδικασίαν προς κήρυξιν κατασχεθέντος πράγματος εις δήμευσιν, αρξαμένην εν τη Δημοκρατία, εκάτερον των μερών δύναται να εκκαλέση την πρωτόδικον απόφασιν ενώπιον του Ανωτάτου Δικαστηρίου.

12. Εν η περιπτώσει ήθελεν υποβληθή έφεσις, περιλαμβανομένης και εφέσεως υπό μορφή ν υπομνήματος (case stated) εναντίον πρωτοδίκου αποφάσεως, εις οιανδήποτε διαδικασίαν διά την κήρυξιν κατασχεθέντος πράγματος εις δήμευσιν, το κατασχεθέν, εκκρεμούσης της εφέσεως, φυλάττεται υπό του Διευθυντού ή εις οιονδήποτε πρόσφορον προς τούτο τελωνειακόν γραφείον.

Διατάξεις αφορώσαι εις την απόδειξιν

13. Μέχρις αποδείξεως του εναντίου, εις πάσαν διαδικασίαν αφορώσαν εις την κατάσχεσιν πράγματος, το γεγονός της κατασχέσεως, ο τύπος και ο τρόπος, καθ' ον αύτη εγένετο, λογίζονται ως έχοντα ως εκτίθεται εν τω κατασχετηρίω, μη χρήζοντα περαιτέρω αποδείξεως.

14. Εις πάσαν διαδικασίαν η κήρυξις κατασχεθέντος εις δήμευσιν παρά τίνος δικαστηρίου αποδεικνύεται διά της προσαγωγής του Διατάγματος ή πράξεως του δικαστηρίου, δι' ης ούτω κηρύσσεται εις δήμευσιν ή κεκυρωμένου αντιγράφου εκατέρου, φέροντος την υπογραφήν υπαλλήλου του Δικαστηρίου, υφ' ου εξεδόθη το τοιούτο Διάταγμα ή πράξις.

Ειδικαί διατάξεις αναφορικώς προς ωρισμένους απαιτητός

15. Διά τους σκοπούς οιασδήποτε αμφισβητήσεως κατασχέσεως ή δικαστικής διαδικασίας προς κήρυξιν κατασχεθέντος εις δήμευσιν, εν η περιπτώσει το κατασχεθέν κατά τον χρόνον της κατασχέσεως ανήκε κατά κυριότητα εις νομικόν πρόσωπον, εις δύο ή πλείονας συνεταίρους ή εις οιονδήποτε αριθμόν προσώπων πέραν των πέντε, η δυνάμει του παρόντος Παραρτήματος γενομένη ένορκος δήλωσις ως και πάσα ετέρα πράξις προβλεπομένη υπό του παρόντος Παραρτήματος ή υπό των δικαστικών θεσμών όπως γενή υπό του απαιτητού ή κυρίου ή υπό προσώπου επί τούτω εξουσιοδοτημένου υπ' αυτού, δυνατόν να γενή υπό των ακολούθων προσώπων αντιστοίχως ή των υπ' αυτών επί τούτω εξουσιοδοτημένων προσώπων-

(α)οσάκις ο κύριος είναι νομικόν πρόσωπον, υπό του γραμματέως ή παντός προσηκόντως εξουσιοδοτημένου αξιωματούχου του νομικού προσώπου•

(β)επί συνεταιρισμού, υφ' οιουδήποτε των συνεταίρων•

(γ) οσάκις το κατασχεθέν ανήκει εις αριθμόν προσώπων πέραν των πέντε, ουχί εν συνεταιρισμώ τελούντων, υφ' οιωνδήποτε δύο των προσώπων τούτων δι' ίδιον λογαριασμόν και διά λογαριασμόν των λοιπών συγκυρίων.

Εξουσία προς διενέργειαν ωρισμένων πράξεων αναφορικώς προς το κατασχεθέν πριν
ή τούτο κηρυχθή εις δήμευσιν

16. Εν η περιπτώσει πράγμα τι κατασχεθή ως υποκείμενον εις δήμευσιν, ο Διευθυντής δύναται κατά πάντα χρόνον, εφ' όσον κρίνει τούτο σκόπιμον και παρά το γεγονός ότι τούτο δεν εκηρύχθη εισέτι εις δήμευσιν ή δεν λογίζεται εισέτι κηρυχθέν εις δήμευσιν-

(α)να αποδώση το κατασχεθέν εις οιονδήποτε απαιτητήν, όστις ήθελε καταβάλει τω Διευθυντή το υπ' αυτού καθοριζόμενον κατά το δοκούν ποσόν, όπερ δεν δύναται να υπερβαίνη την κατά την κρίσιν αυτού αξίαν του πράγματος, περιλαμβανομένου και παντός μη εισέτι καταβληθέντος δασμού ή φόρου, βαρύνοντος το κατασχεθέν• ή 6 του Ν.45/73.

(β) εν τη περιπτώσει κατασχέσεως ζώων ή ειδών άτινα κατά την κρίσιν του Διευθυντού υπόκεινται εις φθοράν, να εκποίηση ή καταστρέψη ταύτα.

17.-(1) Εάν οιονδήποτε κατασχεθέν αποδοθή, πωληθή ή καταστραφή ως εν τοις ανωτέρω και εις δικαστικήν διαδικασίαν, διεξαχθείσαν δυνάμει του παρόντος Παραρτήματος, αποφασισθή ότι το πράγμα τούτο δεν υπέκειτο εις δήμευσιν ότε κατεσχέθη, ο Διευθυντής οφείλει όπως, εφ' όσον το ζητήσει ο απαιτητής, προσφέρη αυτώ-

(α) ποσόν ίσον προς το καταβληθέν υπό του απαιτητού δυνάμει της υποπαραγράφου (α) της αμέσως προηγουμένης παραγράφου• ή

(β) εφ' όσον το κατασχεθέν επωλήθη, ποσόν ίσον προς το προϊόν της πωλήσεως• ή

(γ) εφ' όσον το κατασχεθέν κατεστράφη, ποσόν ίσον προς την αγοραίαν αξίαν του πράγματος κατά τον χρόνον της κατασχέσεως:

Νοείται ότι οσάκις το ειρημένον ποσόν περιλαμβάνει και μη καταβληθέντα προ της κατασχέσεως δασμόν ή φόρον βαρύνοντα το κατασχεθέν, ο Διευθυντής δύναται να αφαιρέση εξ αυτού το παριστών τον δασμόν ή φόρον ποσόν.

(2) Εάν ο απαιτητής αποδεχθή το προσφερόμενον αυτώ ποσόν δυνάμει της προηγουμένης υποπαραγράφου, απεκδύεται παντός δικαιώματος προς άσκησιν αγωγής διά την γενομένην κατάσχεσιν, κατακράτησιν, εκποίησιν ή καταστροφήν του πράγματος.

(3) Διά τους σκοπούς του εδαφίου (γ) της υποπαραγράφου (1) της παρούσης παραγράφου, η αγοραία αξία του πράγματος κατά τον χρόνον της κατασχέσεως λογίζεται ούσα ίση προς ποσόν, όπερ ήθελε διά συμφωνίας του Διευθυντού και του απαιτητού καθορισθή ή, εφ' όσον δεν επιτευχθή τοιαύτη συμφωνία, ίση προς ποσόν καθοριζόμενον υπό διαιτητού διοριζομένου υπό Δικαστού του Ανωτάτου Δικαστηρίου, ούτινος η απόφασις είναι τελεσίδικος' ο διαιτητής δεν δύναται να είναι υπάλληλος οιουδήποτε κυβερνητικού τμήματος• η κρατούσα ενώπιον του διαιτητού διαδικασία καθορίζεται υπό του διαιτητού.