Αποκατάσταση πτωχεύσαντα

27.-(1) Ο πτωχεύσας δύναται, οποτεδήποτε μετά την κήρυξη του σε πτώχευση, να υποβάλει αίτηση στο Δικαστήριο, για έκδοση διατάγματος αποκατάστασης του, το δε Δικαστήριο ορίζει ημέρα για ακρόαση της αίτησης. Η ακρόαση της αίτησης διεξάγεται σε δημόσια συνεδρίαση του Δικαστηρίου, εκτός όταν το Δικαστήριο σύμφωνα με κανονισμούς που εκδίδονται βάσει του Νόμου αυτού διατάξει διαφορετικά.

(2) Κατά την ακρόαση της αίτησης το Δικαστήριο θα πρέπει να εξετάσει έκθεση του επίσημου παραλήπτη ως προς τη διαγωγή και τις υποθέσεις του πτωχεύσαντα (περιλαμβανόμενης έκθεσης για τη διαγωγή του πτωχεύσαντα κατά τη διάρκεια της πτωχευτικής διαδικασίας) και δύναται είτε να εκδώσει είτε να αρνηθεί να εκδώσει απόλυτο διάταγμα αποκατάστασης, ή να αναστείλει την ισχύ του διατάγματος για ορισμένο χρόνο, ή να εκδώσει διάταγμα αποκατάστασης με όρους αναφορικά με οποιεσδήποτε απολαβές ή εισοδήματα τα οποία δυνατόν αργότερα να καταστούν οφειλόμενα στον πτωχεύσαντα, είτε σε σχέση με τη μετέπειτα εξασφαλιζόμενη από αυτόν περιουσία:

Νοείται ότι όταν ο πτωχεύσας διαπράξει πλημμέλημα βάσει του Νόμου αυτού, ή βάσει οποιουδήποτε νομοθετήματος που καταργήθηκε από το Νόμο αυτό, ή οποιοδήποτε άλλο πλημμέλημα που συνδέεται με την πτώχευση του, ή οποιοδήποτε κακούργημα σχετικό με την πτώχευση του, ή όταν σε οποιαδήποτε περίπτωση αποδειχτεί οποιοδήποτε από τα γεγονότα που ακολουθούν, το Δικαστήριο πρέπει είτε:

(α)  να αρνηθεί την αποκατάσταση, ή

(β) να αναστείλει την αποκατάσταση για περίοδο που θεωρεί σκόπιμη, ή,

(γ) να αναστείλει την αποκατάσταση μέχρι να καταβληθεί στους πιστωτές μέρισμα όχι μικρότερο από πενήντα σεντ στο ευρώ,

(δ) να απαιτεί από τον πτωχεύσαντα ως όρο για την αποκατάσταση του να συναινέσει στη λήψη εναντίον του απόφασης από τον επίσημο παραλήπτη ή το διαχειριστή για οποιοδήποτε υπόλοιπο ή μέρος του υπόλοιπου των χρεών που δύνανται να επαληθευθούν στην πτώχευση το οποίο κατά το χρόνο της αποκατάστασης δεν ικανοποιήθηκε, το δε υπόλοιπο αυτό ή το μέρος του υπόλοιπου των χρεών να καταβληθεί από τις μελλοντικές απολαβές ή από τη μετέπειτα εξασφαλιζόμενη περιουσία του πτωχεύσαντα με τέτοιο τρόπο και τηρουμένων τέτοιων όρων που το Δικαστήριο δυνατό να διατάξει αλλά δεν εκδίδεται διάταγμα εκτέλεσης της απόφασης χωρίς άδεια του Δικαστηρίου, η οποία άδεια δυνατό να δοθεί κατόπι απόδειξης ότι ο πτωχεύσας έχει αποκτήσει μετά την αποκατάσταση του περιουσία ή εισόδημα διαθέσιμο για πληρωμή των χρεών του:

Νοείται ότι, αν οποτεδήποτε μετά την ημερομηνία έκδοσης διατάγματος βάσει του άρθρου αυτού, ο πτωχεύσας ικανοποιήσει το Δικαστήριο ότι δεν υπάρχει εύλογη πιθανότητα να δυνηθεί να συμμορφωθεί με τους όρους του διατάγματος, το Δικαστήριο δύναται να διαφοροποιήσει τους όρους του διατάγματος, ή οποιουδήποτε υποκατάστατου διατάγματος, με τέτοιο τρόπο και με τέτοιους όρους που δυνατό να θεωρεί σκόπιμους.

(3) Τα γεγονότα που αναφέρονται πιο πάνω είναι:

(α) Το ενεργητικό του πτωχεύσαντα το οποίο δεν εμπίπτει στο άρθρο 42 δεν είναι αξίας ίσης προς πενήντα σεντ στο ευρώ του ποσού των επαληθευθέντων χρεών του, εκτός εάν ικανοποιήσει το Δικαστήριο ότι το γεγονός ότι το ενεργητικό του δεν είναι αξίας ίσης προς πενήντα σεντ στο ευρώ επί του ποσού των επαληθευθέντων χρεών του οφείλεται σε περιστάσεις για τις οποίες δεν δύναται ο ίδιος να θεωρηθεί δίκαια υπεύθυνος. Σε περίπτωση που υπάρχει ακίνητη ιδιοκτησία, καμία αίτηση για αποκατάσταση δεν μπορεί να εγκριθεί εάν έχει ως αποτέλεσμα να θέσει οποιοδήποτε πιστωτή σε χειρότερη θέση από αυτήν στην οποία θα ήταν σε περίπτωση διανομής της περιουσίας του πτωχεύσαντα σύμφωνα με τον παρόντα Νόμο·

(β) ότι ο πτωχεύσας παρέλειψε να τηρήσει βιβλία λογαριασμών τα οποία είναι συνήθη και κατάλληλα στη διεξαγωγή των εργασιών του και τα οποία αποκαλύπτουν επαρκώς τις επαγγελματικές του συναλλαγές και την οικονομική κατάσταση μέσα στα τρία αμέσως προηγούμενα της πτώχευσης του χρόνια·

(γ) ότι ο πτωχεύσας εξακολούθησε να ασκεί εμπόριο γνωρίζοντας ότι είναι αφερέγγυος·

(δ) ότι ο πτωχεύσας σύναψε χρέος το οποίο δύναται να επαληθευτεί σε πτώχευση χωρίς να έχει κατά το χρόνο της σύναψης οποιαδήποτε εύλογη ή πιθανή προσδοκία ότι θα ήταν ικανός να πληρώσει το χρέος·

(ε) ότι ο πτωχεύσας παρέλειψε να λογοδοτήσει ικανοποιητικά για οποιαδήποτε απώλεια ενεργητικού ή για οποιαδήποτε ανεπάρκεια του ενεργητικού να καλύψει τις υποχρεώσεις του·

(στ) ότι ο πτωχεύσας προκάλεσε ή συνέβαλε στην πτώχευση του με βεβιασμένες και παρακινδυνευμένες κερδοσκοπικές ενέργειες, ή με αλόγιστη σπατάλη για τη διαβίωση του, ή με τυχερά παιγνίδια ή με εγκληματική αμέλεια στις επαγγελματικές του υποθέσεις·

(ζ) ότι ο πτωχεύσας έχει υποβάλει οποιοδήποτε από τους πιστωτές του σε άσκοπη δαπάνη με επιπόλαιη ή ενοχλητική υπεράσπιση σε αγωγή που εγέρθηκε κανονικά εναντίον του·

(η) ότι ο πτωχεύσας προκάλεσε ή συνέβαλε στην πτώχευση του με το να υποστεί αλόγιστη δαπάνη εγείροντας οποιαδήποτε επιπόλαιη ή ενοχλητική αγωγή·

(θ) ότι ο πτωχεύσας, μέσα στους τρεις μήνες που προηγούνται της ημερομηνίας έκδοσης του διατάγματος πτώχευσης, ενώ ήταν ανίκανος να πληρώσει τα χρέη του όταν αυτά θα καθίσταντο απαιτητά, επέδειξε αδικαιολόγητη προτίμηση σε οποιοδήποτε από τους πιστωτές του·

(ι) ότι ο πτωχεύσας, μέσα στους τρεις μήνες που προηγούνται της ημερομηνίας έκδοσης του διατάγματος πτώχευσης, ανάλαβε υποχρεώσεις με σκοπό να καταστήσει το ενεργητικό του ίσο με πενήντα σεντ στο ευρώ επί του ποσού των μη ασφαλισμένων χρεών·

(ια) ότι ο πτωχεύσας ήταν ένοχος απάτης ή δόλιας κατάχρησης εμπιστοσύνης.

(4) Προς το σκοπό άρσης οποιασδήποτε θεσμοθετημένης ανικανότητας την οποία συνεπάγεται η πτώχευση και η οποία αίρεται αν ο πτωχεύσας εξασφαλίσει από το Δικαστήριο την αποκατάσταση του με πιστοποιητικό που να βεβαιώνει ότι η πτώχευση  οφείλεται σε ατυχίες χωρίς υπαιτιότητα από μέρους του, το Δικαστήριο δύναται, αν το θεωρεί σκόπιμο, να εκδώσει τέτοιο πιστοποιητικό, η άρνηση του όμως να εκδώσει τέτοιο πιστοποιητικό θα υπόκειται σε έφεση.

(5) Για τους σκοπούς του άρθρου αυτού, το ενεργητικό πτωχεύσαντα θα θεωρείται αξίας ίσης με πενήντα σεντ στο ευρώ επί του ποσού των μη ασφαλισμένων χρεών του όταν το Δικαστήριο ικανοποιηθεί ότι η περιουσία του πτωχεύσαντα απέφερε από την εκκαθάριση ή ενδέχεται να αποφέρει από αυτήν, ή με την επίδειξη της οφειλόμενης επιμέλειας όσο αφορά τη ρευστοποίηση της περιουσίας θα μπορούσε να πραγματοποιήσει, ποσό ίσο με πενήντα σεντ στο ευρώ επί των μη ασφαλισμένων χρεών του και έκθεση του επίσημου παραλήπτη ή του διαχειριστή θα συνιστά εκ πρώτης όψεως απόδειξη για το ποσό των υποχρεώσεων αυτών.

(6) Για τους σκοπούς του άρθρου αυτού η έκθεση του επίσημου παραλήπτη θα συνιστά εκ πρώτης όψεως απόδειξη των δηλώσεων που περιλαμβάνονται σε αυτή.

(7) Ειδοποίηση ορισμού από το Δικαστήριο της ημέρας ακρόασης της αίτησης αποκατάστασης θα δημοσιεύεται με τον καθορισμένο τρόπο και θα αποστέλλεται δεκατέσσερις τουλάχιστον ημέρες πριν από την ορισμένη ημέρα σε κάθε πιστωτή που επαλήθευσε το προς αυτόν χρέος και το Δικαστήριο δύναται να ακούσει τον επίσημο παραλήπτη και το διαχειριστή ως επίσης και οποιοδήποτε πιστωτή. Κατά την ακρόαση το Δικαστήριο δύναται να υποβάλει στον οφειλέτη ερωτήσεις και να δεχτεί τέτοια μαρτυρία όπως το Δικαστήριο δυνατό να θεωρεί ορθό.

(8) Οι εξουσίες για αναστολή της αποκατάστασης του πτωχεύσαντα και για επιβολή όρων στην αποκατάσταση του δύνανται να ασκούνται συγχρόνως.

(9) Καμία αίτηση για αποκατάσταση πτωχεύσαντα δεν γίνεται αποδεκτή σε περίπτωση που κατά το χρόνο κήρυξης πτώχευσης ο πτωχεύσας πληρούσε τις προϋποθέσεις για να υποβάλει Προσωπικό Σχέδιο Αποπληρωμής σύμφωνα με τις διατάξεις του περί Αφερεγγυότητας Φυσικών Προσώπων (Προσωπικά Σχέδια Αποπληρωμής και Διάταγμα Απαλλαγής Οφειλών) Νόμου:

Νοείται ότι, η πιο πάνω διάταξη δεν ισχύει για πτωχεύσαντες που υπέβαλαν αίτηση σύμφωνα με τις διατάξεις του περί Αφερεγγυότητας Φυσικών Προσώπων (Προσωπικά Σχέδια Αποπληρωμής και Διάταγμα Απαλλαγής Οφειλών) Νόμου αλλά δεν κατέστη δυνατό να τεθεί σε ισχύ Προσωπικό Σχέδιο Αποπληρωμής είτε γιατί δεν πληρούσαν τα κριτήρια επιλεξιμότητας είτε γιατί δεν ικανοποιήθηκαν οποιεσδήποτε άλλες προϋποθέσεις χωρίς να ευθύνεται ο πτωχεύσας για τη μη ικανοποίησή τους.