Αυτοδίκαιη αποκατάσταση πτωχεύσαντα

27Α.-(1) Τηρουμένων των διατάξεων των εδαφίων (2) και (3), ο πτωχεύσας αποκαθίσταται αυτοδικαίως κατά την ημερομηνία συμπλήρωσης τριών (3) ετών από την ημερομηνία έκδοσης του διατάγματος πτώχευσης, εκτός εάν αυτός έχει ήδη αποκατασταθεί προηγουμένως ή εάν το εν λόγω διάταγμα έχει ήδη ακυρωθεί:

Νοείται ότι, απαραίτητη προϋπόθεση για την αυτοδίκαιη αποκατάσταση του πτωχεύσαντα, αποτελεί η υποβολή από τον πτωχεύσαντα της Έκθεσης Καταστάσεως της περιουσίας του και της προκαταρκτικής του κατάθεσης κατά τον καθορισμένο τύπο στον Επίσημο Παραλήπτη ή τον διαχειριστή τουλάχιστο ένα έτος πριν την αυτοδίκαιη αποκατάσταση.

(2) Πτωχεύσας, για τον οποίο το σχετικό διάταγμα πτώχευσης είχε εκδοθεί τρία (3) έτη πριν από την ημερομηνία έναρξης της ισχύος του περί Πτώχευσης (Τροποποιητικού) Νόμου του 2015 και το διάταγμα αυτό συνεχίζει να ισχύει κατά την εν λόγω ημερομηνία, αποκαθίσταται αυτοδικαίως μετά την πάροδο έξι (6) μηνών από την ημερομηνία αυτή, εκτός εάν αυτός έχει ήδη αποκατασταθεί προηγουμένως ή εάν το εν λόγω διάταγμα έχει ήδη ακυρωθεί:

Νοείται ότι, σε περίπτωση που το σχετικό διάταγμα πτώχευσης είχε εκδοθεί σε διάστημα μικρότερο από τρία (3) έτη πριν από την ημερομηνία έναρξης της ισχύος του περί Πτώχευσης (Τροποποιητικού) Νόμου του 2015 και το διάταγμα αυτό συνεχίζει να ισχύει κατά την εν λόγω ημερομηνία, τότε ο πτωχεύσας αποκαθίσταται αυτοδικαίως μετά την πάροδο τριών (3) ετών και έξι (6) μηνών από την ημερομηνία του διατάγματος παραλαβής, εκτός εάν αυτός έχει ήδη αποκατασταθεί προηγουμένως ή εάν το διάταγμα πτώχευσης ή διάταγμα παραλαβής έχει ήδη ακυρωθεί.

(3) Σε περίπτωση νέας κήρυξης του αποκατασταθέντος σε πτώχευση και συνακόλουθης νέας αυτοδίκαιης αποκατάστασής του, ο ίδιος δεν απαλλάσσεται πλέον από τα επαληθεύσιμα χρέη του, εάν δεν έχουν παρέλθει έξι (6) έτη από την τελευταία φορά που αυτός έχει απαλλαγεί.

(4) Σε περίπτωση αποκατάστασης πτωχεύσαντος δυνάμει του παρόντος άρθρου, το μη διανεμηθέν μέρος της πτωχευτικής περιουσίας παραμένει, ανάλογα με την περίπτωση, στον Επίσημο Παραλήπτη ή στον διαχειριστή, προς όφελος των πιστωτών ή των εγγυητών που καθίστανται μη εξασφαλισμένοι πιστωτές δυνάμει του εδαφίου (12) του άρθρου 37Β:

Νοείται ότι, μη διανεμηθέν μέρος της πτωχευτικής περιουσίας που παραμένει στη διαχείριση του Επίσημου Παραλήπτη ή του διαχειριστή, μετά την αποπληρωμή όλων των πιστωτών και εγγυητών που καθίστανται μη εξασφαλισμένοι πιστωτές δυνάμει του εδαφίου (12) του άρθρου 37Β, επιστρέφεται στον πτωχεύσαντα, νοουμένου ότι το κόστος της επιστροφής δεν είναι μεγαλύτερο από το πόσο που θα επιστραφεί.

(5) Το πρόσωπο που αποκαθίσταται δυνάμει του παρόντος άρθρου υποχρεούται να συνεργάζεται με τον διαχειριστή σχετικά με την εκποίηση και διανομή της πτωχευτικής περιουσίας που παραμένει, ανάλογα με την περίπτωση, στον Επίσημο Παραλήπτη ή στον διαχειριστή.

(6) Το πρόσωπο που αποκαθίσταται δυνάμει του παρόντος άρθρου δύναται να αποταθεί στον Επίσημο Παραλήπτη, για την έκδοση στον ίδιο πιστοποιητικού αποκατάστασης πτωχεύσαντος και τη δημοσίευσή του, από τον τελευταίο, στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας και στην ιστοσελίδα του Επίσημου Παραλήπτη κατά τον καθορισμένο τρόπο:

Νοείται ότι, σε περίπτωση που διαχειριστής της πτωχευτικής περιουσίας είναι άλλο πρόσωπο από τον Επίσημο Παραλήπτη, το πρόσωπο που αποκαθίσταται προσκομίζει στον Επίσημο Παραλήπτη βεβαίωση του διαχειριστή ότι δύναται να αποκατασταθεί, αφού έχουν ικανοποιηθεί οι σχετικές προϋποθέσεις γι' αυτό.

(7) Στο παρόν άρθρο, καθώς και στο άρθρο 27Β, ο όρος «πτωχεύσας» περιλαμβάνει προσωπικούς αντιπροσώπους και εκδοχείς.

(8) Τηρουμένων, κατ' αναλογίαν, των διατάξεων των εδαφίων (1), (2), (3) και (5) του άρθρου 30 του παρόντος Νόμου, η αυτοδίκαιη αποκατάσταση πτωχεύσαντα, που επέρχεται δυνάμει του παρόντος άρθρου ή που επήλθε πριν από την ημερομηνία έναρξης της ισχύος του περί Πτώχευσης (Τροποποιητικού) Νόμου του 2015, επιφέρει πλήρη απαλλαγή του εν λόγω προσώπου από όλα τα επαληθεύσιμα χρέη, νοουμένου ότι το πρόσωπο αυτό ενεργεί με καλή πίστη και συνεργάζεται πλήρως, είτε με τον Επίσημο Παραλήπτη είτε με τον διαχειριστή, ανάλογα με την περίπτωση, για την εκποίηση και διανομή της πτωχευτικής περιουσίας:

Νοείται ότι, η αυτοδίκαιη αποκατάσταση πτωχεύσαντα δεν απαλλάσσει οποιοδήποτε πρόσωπο, από τα χρέη τα οποία προκύπτουν από:

(α) Φόρο, τέλος ή άλλη χρέωση παρόμοιας φύσης ή υποχρεώσεις οφειλόμενες ή καταβλητέες στη Δημοκρατία·

(β) οποιοδήποτε ποσό καταβλητέο από τον πτωχεύσαντα δυνάμει του περί Δήμων Νόμου και οποιωνδήποτε δυνάμει αυτού εκδιδόμενων Κανονισμών, όπως αυτοί εκάστοτε τροποποιούνται ή αντικαθίστανται·

(γ) οποιοδήποτε ποσό καταβλητέο από τον πτωχεύσαντα δυνάμει του περί Κοινοτήτων Νόμου και οποιωνδήποτε δυνάμει αυτού εκδιδόμενων Κανονισμών, όπως αυτοί εκάστοτε τροποποιούνται ή αντικαθίστανται·

(δ) οποιαδήποτε χρηματοοικονομική υποχρέωση του πτωχεύσαντα που πηγάζει από διάταγμα διατροφής·

(ε) οποιαδήποτε χρηματοοικονομική υποχρέωση του πτωχεύσαντα που πηγάζει από δικαστική απόφαση για αποζημίωση οποιουδήποτε προσώπου για θάνατο ή σωματική βλάβη συνεπεία αστικού αδικήματος του χρεώστη·

(στ) χρέος ή χρηματοοικονομική υποχρέωση του πτωχεύσαντα που πηγάζει από δάνειο ή επίδειξη ανοχής στην ανάκτηση οφειλών που προκύπτουν από δάνειο, το οποίο εξασφαλίστηκε μέσω απάτης, κατάχρησης, υπεξαίρεσης ή δόλιας παραβίασης της εμπιστοσύνης·

(ζ) χρέος ή χρηματοοικονομική υποχρέωση του πτωχεύσαντα που πηγάζει από δικαστικό διάταγμα ή απόφαση δυνάμει του περί της Παρεμπόδισης και Καταπολέμησης της Νομιμοποίησης Εσόδων από Παράνομες Δραστηριότητες Νόμου ή από απόφαση Δικαστηρίου με την οποία επιβάλλεται οποιαδήποτε χρηματική ποινή λόγω καταδίκης για ποινικό αδίκημα·

(η) χρέος ή χρηματοοικονομική υποχρέωση που πηγάζει από οφειλόμενους μισθούς σε μισθωτούς του πτωχεύσαντα.

(9) Οποιαδήποτε περιουσία η οποία προέκυψε κατά τη διάρκεια της πτώχευσης ασχέτως αν περιήλθε στον πτωχεύσαντα ακόμα και μετά την αποκατάστασή του, η περιουσία αυτή εμπίπτει στην πτωχευτική περιουσία και ως εκ τούτου θα πρέπει να περιέλθει στον Επίσημο Παραλήπτη ή στον διαχειριστή προς όφελος των πιστωτών του πτωχεύσαντα ή του αποκατασταθέντα πτωχεύσαντα.

(10) Μετά την αποκατάσταση πτωχεύσαντα, δυνάμει των προνοιών του παρόντος Νόμου, οποιαδήποτε αγωγή ή άλλη νόμιμη διαδικασία εγείρεται πλέον ή καταχωρείται, αντίστοιχα, από τον ίδιο ή εναντίον του, ανάλογα με την περίπτωση.

(11) Με την αυτοδίκαιη αποκατάσταση πτωχεύσαντος, η οποία επέρχεται δυνάμει των διατάξεων του παρόντος άρθρου, οποιοιδήποτε περιορισμοί στην ανάληψη ή άσκηση εμπορικής, επιχειρηματικής, βιοτεχνικής ή επαγγελματικής δραστηριότητας από τον αποκατασταθέντα πτωχεύσαντα με βάση τις διατάξεις του παρόντος Νόμου ή οποιουδήποτε άλλου σχετικού νόμου, αποκλειστικά και μόνο επειδή υπήρξε πτωχεύσας, παύουν αυτόματα να έχουν ισχύ.