Εξουσία εκκαθαριστή να αποδεχτεί μετοχές, κλπ., ως αντιπαροχή για πώληση περιουσίας εταιρείας

270.-(1) Όταν υπάρχει πρόταση όπως εταιρεία εκκαθαριστεί ή βρίσκεται εκούσια σε εκκαθάριση εξολοκλήρου, και ολόκληρο ή μέρος των επιχειρήσεων ή της περιουσίας της προτείνεται να μεταβιβαστεί ή πωληθεί σε άλλη εταιρεία, είτε αυτή είναι εταιρεία με την έννοια του Νόμου αυτού είτε όχι (στο άρθρο αυτό αναφέρεται “η εταιρεία ως προς την οποία γίνεται η μεταβίβαση”), ο εκκαθαριστής της πρώτης εταιρείας (στο άρθρο αυτό αναφέρεται ως “η εταιρεία που μεταβιβάζει”) δύναται, με την έγκριση ειδικού ψηφίσματος από την εταιρεία εκείνη, που παρέχει στον εκκαθαριστή είτε γενική εξουσία ή εξουσία σχετικά με οποιαδήποτε συγκεκριμένη διευθέτηση, να λάβει ως αποζημίωση ή μέρος αποζημίωσης για τη μεταβίβαση ή πώληση, μετοχές, ασφαλιστικά συμβόλαια ή άλλα παρόμοια συμφέροντα στην εταιρεία προς την οποία γίνεται η μεταβίβαση για διανομή μεταξύ των μελών της εταιρείας που μεταβιβάζει, ή δύναται να συνάψει οποιαδήποτε άλλη διευθέτηση με την οποία τα μέλη της εταιρείας που μεταβιβάζει δύνανται, αντί να λάβουν μετρητά, μετοχές, ασφαλιστικά συμβόλαια ή άλλα παρόμοια συμφέροντα, ή επιπρόσθετα με αυτά, να συμμετάσχουν στα κέρδη ή να λάβουν οποιοδήποτε άλλο όφελος από την εταιρεία προς την οποία γίνεται η μεταβίβαση.

(2) Οποιαδήποτε πώληση ή διευθέτηση σύμφωνα με το άρθρο αυτό είναι δεσμευτική για τα μέλη της εταιρείας που μεταβιβάζει.

(3) Αν οποιοδήποτε μέλος της εταιρείας που μεταβιβάζει, που δεν ψήφισε υπέρ του ειδικού ψηφίσματος εκφράσει τη διαφωνία του με αυτό γραπτώς προς τον εκκαθαριστή και την παραδίνει στο εγγεγραμμένο γραφείο της εταιρείας μέσα σε επτά ημέρες από την έγκριση του ψηφίσματος, αυτός δύναται να απαιτήσει από τον εκκαθαριστή είτε να μην πραγματοποιήσει το ψήφισμα ή να αγοράσει το συμφέρον του σε τιμή που θα καθοριστεί μετά από συμφωνία ή με διαιτησία με βάση τις διατάξεις Νόμου σχετικά με διαιτησία που ισχύουν εκάστοτε.

(4) Αν ο εκκαθαριστής προτιμήσει να αγοράσει το συμφέρον του μέλους, το τίμημα πώλησης πρέπει να καταβληθεί πριν από τη διάλυση της εταιρείας και πρέπει να εισπραχτεί από τον εκκαθαριστή με τέτοιο τρόπο που δυνατό να οριστεί με ειδικό ψήφισμα.

(5) Ειδικό ψήφισμα δεν είναι άκυρο για τους σκοπούς του άρθρου αυτού επειδή ψηφίστηκε πριν από ή συγχρόνως με ψήφισμα για την εκούσια εκκαθάριση ή για το διορισμό εκκαθαριστών, αλλά αν μέσα σε ένα χρόνο εκδοθεί διάταγμα για εκκαθάριση της εταιρείας από ή με την εποπτεία του Δικαστηρίου, το ειδικό ψήφισμα δεν είναι έγκυρο εκτός αν επικυρωθεί από το Δικαστήριο.