4. (α) Σε περίπτωση που Δικαστής δεν έχει εκδώσει επιφυλαγμένη απόφαση εντός των προθεσμιών που καθορίζονται στον Καν. 3(α) και (β) οφείλει να ενημερώσει με επιστολή του εντός 5 ημερών από την λήξη της προθεσμίας τον Πρόεδρο του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου, παραθέτοντας τους λόγους της παράλειψης συμμόρφωσης και ζητώντας εύλογη παράταση, τηρουμένης πάντοτε της υποχρέωσης για απονομή της δικαιοσύνης εντός εύλογου χρόνου.
(β) Το Ανώτατο Συνταγματικό Δικαστήριο αποστέλλει σχετική γνωστοποίηση στους επηρεαζόμενους διαδίκους και/ή τους δικηγόρους τους, τηρουμένης της υποχρέωσης για προστασία των προσωπικών δεδομένων του Δικαστή, ζητώντας εγγράφως τις θέσεις τους εντός 7 ημερών.
(γ) Το Ανώτατο Συνταγματικό Δικαστήριο αφού λάβει υπόψη το περιεχόμενο της επιστολής του Δικαστή και τις θέσεις των διαδίκων δύναται να δώσει παράταση για εύλογο υπό τις περιστάσεις χρόνο, τηρουμένης πάντοτε της υποχρέωσης για απονομή της δικαιοσύνης σε εύλογο χρόνο.
(δ) Μετά την παρέλευση τυχόν χορηγηθείσας παράτασης κάθε επηρεαζόμενος διάδικος δύναται με αίτηση του ενώπιον του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου να ζητήσει την έκδοση του αναγκαίου υπό τις περιστάσεις διατάγματος σύμφωνα με τον Καν. 6.
(ε) Ανεξαρτήτως των πιο πάνω, το Ανώτατο Συνταγματικό Δικαστήριο διατηρεί την εξουσία να ορίσει οποτεδήποτε αυτεπάγγελτα την υπόθεση ενώπιον του για την έκδοση του αναγκαίου υπό τις περιστάσεις διατάγματος σύμφωνα με τον Καν. 6.