15.-(1) Σύμβαση παραχώρησης που ανατίθεται από αναθέτουσα αρχή ή αναθέτοντα φορέα κατά την έννοια της παραγράφου (α) του σχετικού ορισμού του εδαφίου (1) του άρθρου 2, σε άλλο νομικό πρόσωπο ιδιωτικού ή δημοσίου δικαίου, δεν εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής του παρόντος Νόμου, εφόσον πληρούνται οι κατωτέρω σωρευτικές προϋποθέσεις:
(α)Η αναθέτουσα αρχή ή ο αναθέτων φορέας ασκεί επί του εν λόγω νομικού προσώπου έλεγχο ανάλογο εκείνου που ασκεί επί των δικών της/του υπηρεσιών˙
(β)περισσότερο από το ογδόντα τοις εκατόν (80%) των δραστηριοτήτων του ελεγχομένου νομικού προσώπου, όπως το ποσοστό αυτό καθορίζεται στο εδάφιο (5), διεξάγεται κατά την εκτέλεση καθηκόντων που του έχουν ανατεθεί από την ελέγχουσα αναθέτουσα αρχή ή τον ελέγχοντα αναθέτοντα φορέα ή από άλλα νομικά πρόσωπα που ελέγχονται από την εν λόγω αναθέτουσα αρχή ή τον εν λόγω αναθέτοντα φορέα˙ και
(γ) δεν υπάρχει άμεση συμμετοχή ιδιωτικών κεφαλαίων στο ελεγχόμενο νομικό πρόσωπο, με εξαίρεση μορφές συμμετοχής ιδιωτικών κεφαλαίων χωρίς δυνατότητα ελέγχου ή δικαιώματος αρνησικυρίας, ως απαιτούνται από σχετική νομοθεσία σύμφωνη με τις Συνθήκες και οι οποίες δεν ασκούν αποφασιστική επιρροή στο ελεγχόμενο νομικό πρόσωπο:
(2)Το εδάφιο (1) εφαρμόζεται επίσης σε περίπτωση που ένα ελεγχόμενο νομικό πρόσωπο, το οποίο είναι αναθέτουσα αρχή ή αναθέτων φορέας κατά την έννοια της παραγράφου (α) του σχετικού ορισμού του εδαφίου (1) του άρθρου 2, αναθέτει σύμβαση παραχώρησης στην αναθέτουσα αρχή ή τον αναθέτοντα φορεά που το ελέγχει ή σε άλλο νομικό πρόσωπο, το οποίο τελεί υπό τον έλεγχο της ίδιας αναθέτουσας αρχής ή αναθέτοντα φορέα, εφόσον δεν υπάρχει άμεση συμμετοχή ιδιωτικών κεφαλαίων στο νομικό πρόσωπο στο οποίο ανατίθεται η σύμβαση παραχώρησης, με εξαίρεση τις μορφές συμμετοχής ιδιωτικών κεφαλαίων χωρίς δυνατότητα ελέγχου ή δικαιώματος αρνησικυρίας που απαιτούνται από σχετική νομοθεσία σύμφωνη με τις Συνθήκες και οι οποίες δεν ασκούν αποφασιστική επιρροή στο ελεγχόμενο νομικό πρόσωπο.
(3)Μια αναθέτουσα αρχή ή ένας αναθέτων φορέας κατά την έννοια της παραγράφου (α) του σχετικού ορισμού του εδαφίου (1) του άρθρου 2 που δεν ασκεί έλεγχο κατά την έννοια του εδαφίου (1) σε νομικό πρόσωπο ιδιωτικού ή δημοσίου δικαίου μπορεί, εντούτοις, να αναθέσει σύμβαση παραχώρησης στο εν λόγω νομικό πρόσωπο, χωρίς να εφαρμόσει τις διατάξεις του παρόντος Νόμου, νοουμένου ότι πληρούνται οι κατωτέρω σωρευτικές προϋποθέσεις:
(α)Η αναθέτουσα αρχή ή ο αναθέτων φορέας κατά την έννοια της παραγράφου (α) του σχετικού ορισμού του εδαφίου (1) του άρθρου 2, ασκεί από κοινού με άλλες αναθέτουσες αρχές ή αναθέτοντες φορείς έλεγχο επί του εν λόγω νομικού προσώπου ανάλογο εκείνου που ασκεί επί των δικών της/του υπηρεσιών·
(β)περισσότερο από το ογδόντα τοις εκατόν (80%) των δραστηριοτήτων του εν λόγω νομικού προσώπου, όπως το ποσοστό αυτό καθορίζεται στο εδάφιο (5), διεξάγεται κατά την εκτέλεση καθηκόντων που του έχουν ανατεθεί από τις ελέγχουσες αναθέτουσες αρχές ή τους ελέγχοντες αναθέτοντες φορείς ή άλλα νομικά πρόσωπα που ελέγχονται από τις ίδιες αναθέτουσες αρχές ή αναθέτοντες φορείς· και
(γ) δεν υπάρχει άμεση συμμετοχή ιδιωτικών κεφαλαίων στο ελεγχόμενο νομικό πρόσωπο, με εξαίρεση τις μορφές συμμετοχής ιδιωτικών κεφαλαίων χωρίς δυνατότητα ελέγχου ή δικαιώματος αρνησικυρίας που απαιτούνται από σχετική νομοθεσία σύμφωνη με τις Συνθήκες και οι οποίες δεν ασκούν αποφασιστική επιρροή στο ελεγχόμενο νομικό πρόσωπο:
(i)Τα όργανα λήψης αποφάσεων του ελεγχόμενου νομικού προσώπου απαρτίζονται από αντιπροσώπους όλων των αναθετουσών αρχών ή αναθετόντων φορέων που συμμετέχουν. Ο ίδιος αντιπρόσωπος μπορεί να εκπροσωπεί πολλές ή όλες τις αναθέτουσες αρχές ή τους αναθέτοντες φορείς που συμμετέχουν,
(ii)οι εν λόγω αναθέτουσες αρχές ή αναθέτοντες φορείς είναι σε θέση να ασκούν από κοινού αποφασιστική επιρροή στους στρατηγικούς στόχους και τις σημαντικές αποφάσεις του ελεγχόμενου νομικού προσώπου, και
(iii) το ελεγχόμενο νομικό πρόσωπο δεν επιδιώκει συμφέροντα αντίθετα από αυτά των αναθετουσών αρχών ή των αναθετόντων φορέων που το ελέγχουν.
(4)Μια σύμβαση, η οποία συνάπτεται αποκλειστικά μεταξύ δύο ή περισσότερων αναθετουσών αρχών ή αναθετόντων φορέων κατά την έννοια της παραγράφου (α) του σχετικού ορισμού του εδαφίου (1) του άρθρου 2, δεν εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής του παρόντος Νόμου, όταν πληρούνται σωρευτικά οι κατωτέρω προϋποθέσεις:
(α)Η σύμβαση καθιερώνει ή υλοποιεί συνεργασία μεταξύ των συμμετεχουσών αναθετουσών αρχών ή των συμμετεχόντων αναθετόντων φορέων, η οποία αποσκοπεί να διασφαλίσει ότι οι δημόσιες υπηρεσίες που πρέπει να εκτελούν, παρέχονται για την επιδίωξη των κοινών τους στόχων·
(β) η υλοποίηση της συνεργασίας αυτής εξυπηρετεί αποκλειστικά σκοπούς δημοσίου συμφέροντος· και
(γ) οι συμμετέχουσες αναθέτουσες αρχές ή οι συμμετέχοντες αναθέτοντες φορείς εκτελούν στην ανοικτή αγορά λιγότερο από το είκοσι τοις εκατόν (20%) των δραστηριοτήτων που αφορά η συνεργασία, όπως το ποσοστό αυτό καθορίζεται στο εδάφιο (5).
(5)Για τον προσδιορισμό του ποσοστού των δραστηριοτήτων που αναφέρεται στην παράγραφο (β) του εδαφίου (1), στην παράγραφο (β) του εδαφίου (3) και στην παράγραφο (γ) του εδαφίου (4), λαμβάνεται υπόψη ο μέσος συνολικός κύκλος εργασιών ή άλλο ενδεδειγμένο μέτρο βάσει δραστηριοτήτων, όπως το κόστος που βαρύνει το συγκεκριμένο νομικό πρόσωπο ή αναθέτουσα αρχή ή φορέα κατά την έννοια της παραγράφου (α) του σχετικού ορισμού του εδαφίου (1) του άρθρου 2, όσον αφορά τις υπηρεσίες, τις προμήθειες και τα έργα κατά την τριετία που προηγείται της ανάθεσης της σύμβασης: