ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΙΙΙ ΑΝΑΓΝΩΡΙΣΗ ΚΑΙ ΕΚΤΕΛΕΣΗ ΣΕ ΑΛΛΟ ΚΡΑΤΟΣ ΜΕΛΟΣ
Αναγνώριση και Εκτέλεση

20.- 1. Η απόφαση που εκδίδεται με την διαδικασία μικροδιαφορών αναγνωρίζεται και εκτελείται σε άλλο κράτος μέλος χωρίς κήρυξη της εκτέλεσης και χωρίς καμία δυνατότητα προσβολής της αναγνώρισης της εν λόγω απόφασης.

2. Κατόπιν αιτήσεως διαδίκου, το δικαστήριο εκδίδει χωρίς πρόσθετη επιβάρυνση τη βεβαίωση, που αφορά απόφαση εκδοθείσα με την διαδικασία μικροδιαφορών χρησιμοποιώντας το τυποποιημένο έντυπο Δ, ως εμφαίνεται στο παράρτημα IV.

Διαδικασία Εκτέλεσης

21.- 1. Με την επιφύλαξη του παρόντος κεφαλαίου, οι διαδικασίες εκτέλεσης διέπονται από το ισχύον δίκαιο και την δικονομία. Η απόφαση που εκδίδεται σύμφωνα με την ευρωπαϊκή διαδικασία μικροδιαφορών εκτελείται από τους ίδιους όρους με απόφαση εκδοθείσα στο κράτος μέλος εκτέλεσης.

2. Ο διάδικος που επιδιώκει την εκτέλεση της απόφασης προσκομίζει:

α) αντίγραφο της απόφασης που πληροί τους αναγκαίους όρους για να διαπιστωθεί η γνησιότητά της, και

β) αντίγραφο της βεβαίωσης κατά τον Κανονισμό 20, Παράγραφος 2, και εφόσον είναι αναγκαία, η μετάφραση του στην ελληνική ή στην αγγλική.

3. Ο διάδικος που επιδιώκει την εκτέλεση μιας απόφασης που εξεδόθη με την ευρωπαϊκή διαδικασία μικροδιαφορών σε άλλο κράτος μέλος δεν απαιτείται να έχει:

(α) εξουσιοδοτημένο αντιπρόσωπο, ή

(β) ταχυδρομική διεύθυνση

στο κράτος μέλος εκτέλεσης, πέραν των αρμόδιων για τη διαδικασία εκτέλεσης υπαλλήλων.

4. Δεν απαιτείται ασφάλεια, εγγύηση ή κατάθεση χρηματικού ποσού, όπως και αν ορίζεται, από διάδικο ο οποίος ζητεί σε ένα κράτος μέλος την εκτέλεση απόφασης η οποία έχει εκδοθεί με την ευρωπαϊκή διαδικασία μικροδιαφορών σε άλλο κράτος μέλος, με την αιτιολογία ότι είναι αλλοδαπός ή ότι δεν έχει την κατοικία ή τη διαμονή του στο κράτος μέλος εκτέλεσης.

Απόρριψη της Εκτέλεσης

22.- 1. Κατόπιν αιτήσεως του καθ'ου, το δικαστήριο απορρίπτει την εκτέλεση εάν η απόφαση που εκδόθηκε με την ευρωπαϊκή διαδικασία μικροδιαφορών αντιφάσκει προς προγενέστερη απόφαση εκδοθείσα σε κράτος μέλος ή σε τρίτη χώρα, εφόσον:

α) η προγενέστερη απόφαση είχε το αυτό αντικείμενο και εκδόθηκε μεταξύ των ιδίων διαδίκων,

β) η προγενέστερη απόφαση εκδόθηκε στο κράτος μέλος εκτέλεσης ή πληροί τους αναγκαίους όρους για την αναγνώρισή της στο κράτος μέλος εκτέλεσης, και

γ) η αντίφαση δεν προβλήθηκε, ούτε θα μπορούσε να είχε προβληθεί, με ένσταση κατά τη διαδικασία ενώπιον του δικαστηρίου του κράτους μέλους στο οποίο εξεδόθη με την ευρωπαϊκή διαδικασία μικροδιαφορών.

2. Ουδέποτε απόφαση που εξεδόθη με την ευρωπαϊκή διαδικασία μικροδιαφορών επανεξετάζεται επί της ουσίας στο κράτος μέλος εκτέλεσης.

Αναστολή ή Περιορισμός της Εκτέλεσης

23. Εάν ο διάδικος έχει προσβάλει απόφαση που εκδόθηκε με την παρούσα διαδικασία μικροδιαφορών, ή έχει ακόμη τη δυνατότητα να την προσβάλει ή έχει καταθέσει αίτηση επανεξέτασης κατά τον Κανονισμό 18, το δικαστήριο μπορεί, κατόπιν αιτήσεως του καθ'ου η εκτέλεση:

α) να περιορίσει τη διαδικασία εκτέλεσης σε συντηρητικά μέτρα,

β) να εξαρτήσει την εκτέλεση από την παροχή της εγγύησης που το ίδιο καθορίζει, ή

γ) σε έκτακτες περιστάσεις, να αναστείλει τη διαδικασία εκτέλεσης.

Ορισμοί

24.  «ανταγωγή» είναι η αξίωση που απορρέει από την ίδια σύμβαση ή τα ίδια πραγματικά περιστατικά στα οποία   στηρίζεται η κύρια αγωγή κατά την έννοια του Κανονισμού 6, παράγραφος 3 του Κανονισμού (ΕΚ) αριθμός 44/2001.

«Διασυνοριακή υπόθεση» είναι η υπόθεση όταν ένας τουλάχιστον από τους διάδικους έχει την κατοικία ή τη συνήθη διαμονή του σε κράτος μέλος άλλο από το κράτος μέλος του δικάζοντος δικαστηρίου.

«Δικαστήριο» σημαίνει Επαρχιακό ή Δικαστήριο Ειδικής Δικαιοδοσίας αναλόγως της δικαιοδοσίας και όπου στο παρόντα κανονισμό, πράξη ή ενέργεια αναφέρεται στο Δικαστήριο αυτή η πράξη ή ενέργεια δύναται να γίνει από το Πρωτοκολλητείο του Δικαστηρίου.

«Δικαστής» σημαίνει Δικαστή Επαρχιακού Δικαστηρίου ή Δικαστή Ειδικής Δικαιοδοσίας.

«κατοικία» προσδιορίζεται σύμφωνα με τα άρθρα 59 και 60 του Κανονισμού (ΕΚ) αριθμός 44/2001.

«κράτος μέλος» νοούνται όλα τα κράτη μέλη της EE πλην της Δανίας.

 

Όροι, οι οποίοι δεν ορίζονται, έχουν τη σημασία η οποία της αποδίδεται από το Κανονισμό (ΕΚ) αριθμός 861/2007 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, το Σύνταγμα, τον περί Απονομής της Δικαιοσύνης (Ποικίλαι Διατάξεις) Νόμου του 1964 (Ν33/64) και τον περί Δικαστηρίων Νόμου του 1960 (Ν14/60).

Ο παρών διαδικαστικός κανονισμός θα ισχύει από την 1η Ιανουαρίου 2009.

Εκδόθηκε από το Ανώτατο Δικαστήριο στις 22 Μαΐου 2008.