Εποπτικά μέτρα και εξουσίες
Εποπτικά μέτρα

60.-(1) Η ΚΕΠΕΥ λαμβάνει τα απαραίτητα μέτρα σε πρώιμο στάδιο για να αντιμετωπίσει σχετικά προβλήματα στις ακόλουθες καταστάσεις:

(α) όταν η ΚΕΠΕΥ δεν τηρεί τις απαιτήσεις του παρόντος Νόμου και των δυνάμει αυτού εκδιδόμενων οδηγιών ή του Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013·

(β) όταν η Επιτροπή έχει πεισθεί ότι η ΚΕΠΕΥ ενδέχεται να παραβεί τις απαιτήσεις του παρόντος Νόμου και των δυνάμει αυτού εκδιδόμενων οδηγιών ή του Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013 εντός των επόμενων δώδεκα (12) μηνών.

(2) Για τους σκοπούς του εδαφίου (1), στις εξουσίες της Επιτροπής περιλαμβάνονται οι εξουσίες που αναφέρονται στο άρθρο 61.

Εποπτικές εξουσίες

61.-(1) Για τους σκοπούς του άρθρου 55, των εδαφίων (7), (8) και (9) του άρθρου 56, των παραγράφων (α) έως (γ) του εδαφίου (4) του άρθρου 59 και του άρθρου 60 του παρόντος Νόμου και της εφαρμογής του Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013, η Επιτροπή έχει τουλάχιστον τις ακόλουθες εξουσίες:

(α) Να απαιτεί από τις ΚΕΠΕΥ να διαθέτουν πρόσθετα ίδια κεφάλαια πέραν των απαιτήσεων που ορίζονται στον Κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 575/2013, σύμφωνα με τους όρους που καθορίζονται στο άρθρο 62 του παρόντος Νόμου·

(β) να απαιτεί την ενίσχυση των ρυθμίσεων, διαδικασιών, μηχανισμών και στρατηγικών που εφαρμόζονται σύμφωνα με τα άρθρα 34 και 35·

(γ) να απαιτεί από τις ΚΕΠΕΥ να υποβάλουν σχέδιο για την αποκατάσταση της συμμόρφωσης προς τις εποπτικές απαιτήσεις δυνάμει του παρόντος Νόμου και του Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013 και να ορίζει προθεσμία για την εφαρμογή του, συμπεριλαμβανομένων και βελτιώσεων του σχεδίου αυτού όσον αφορά το πεδίο εφαρμογής και την προθεσμία·

(δ) να απαιτεί από τις ΚΕΠΕΥ να εφαρμόζουν ειδική πολιτική προβλέψεων ή μεταχείριση των στοιχείων του ενεργητικού από την άποψη των απαιτήσεων ιδίων κεφαλαίων·

(ε) να θέτει περιορισμούς ή όρια στις επιχειρηματικές δραστηριότητες, τις εργασίες ή το δίκτυο των ΚΕΠΕΥ ή να ζητεί την αφαίρεση δραστηριοτήτων που ενέχουν υπερβολικούς κινδύνους για την αρτιότητα της ΚΕΠΕΥ·

(στ) να απαιτεί τη μείωση του κινδύνου τον οποίον ενέχουν οι δραστηριότητες, τα προϊόντα και τα συστήματα των ΚΕΠΕΥ, συμπεριλαμβανομένων των δραστηριοτήτων που ανατίθενται σε τρίτους·

(ζ) να απαιτεί από τις ΚΕΠΕΥ τον περιορισμό των μεταβλητών αποδοχών ως ποσοστού των καθαρών εσόδων, όταν δεν συνάδουν με τη διατήρηση υγιούς κεφαλαιακής βάσης·

(η) να απαιτεί από τις ΚΕΠΕΥ να χρησιμοποιούν τα καθαρά κέρδη για την ενίσχυση των ιδίων κεφαλαίων·

(θ) να περιορίζει ή να απαγορεύει τη διανομή κερδών ή την καταβολή τόκων από την ΚΕΠΕΥ σε μετόχους, μέλη ή κατόχους μέσων της πρόσθετης κατηγορίας 1, εφόσον η απαγόρευση δεν συνιστά αθέτηση υποχρέωσης της ΚΕΠΕΥ·

(ι) να επιβάλλει απαιτήσεις για πρόσθετες ή συχνότερες υποβολές αναφορών, συμπεριλαμβανομένων των αναφορών σχετικά με τα ίδια κεφάλαια, τη ρευστότητα και τη μόχλευση·

(ια) να επιβάλλει συγκεκριμένες απαιτήσεις ρευστότητας, συμπεριλαμβανομένων των περιορισμών στις αναντιστοιχίες ληκτότητας μεταξύ στοιχείων του ενεργητικού και του παθητικού·

(ιβ) να απαιτεί πρόσθετες πληροφορίες.

(2)(α) Για τους σκοπούς της παραγράφου (ι) του εδαφίου (1), η Επιτροπή δύναται να επιβάλλει απαιτήσεις για πρόσθετες ή συχνότερες υποβολές αναφορών στις ΚΕΠΕΥ μόνο όταν η σχετική απαίτηση είναι κατάλληλη και αναλογική ως προς τον σκοπό για τον οποίο απαιτούνται οι πληροφορίες και οι ζητούμενες πληροφορίες δεν είναι αλληλεπικαλυπτόμενες.

(β) Για τους σκοπούς των άρθρων 55 έως 60, κάθε πρόσθετη πληροφορία που μπορεί να απαιτείται από τις ΚΕΠΕΥ θεωρείται ως επαναληπτική, εφόσον οι ίδιες ή οι κατ' ουσίαν ίδιες πληροφορίες έχουν ήδη αναφερθεί με άλλο τρόπο στην Επιτροπή ή μπορούν να παράγονται από την Επιτροπή.

(γ) Η Επιτροπή δεν απαιτεί την αναφορά πρόσθετων πληροφοριών από ΚΕΠΕΥ, εφόσον τις έχει ήδη λάβει υπό διαφορετική μορφή ή επίπεδο ανάλυσης και αυτή η διαφορετική μορφή ή το επίπεδο ανάλυσης δεν αποτρέπουν την Επιτροπή από την παραγωγή πληροφοριών ίδιας ποιότητας και αξιοπιστίας με εκείνες που παρά-γονται με βάση τις πρόσθετες πληροφορίες που θα αναφέρονταν διαφορετικά.

Πρόσθετη απαίτηση ιδίων κεφαλαίων

62.-(1) Η Επιτροπή επιβάλλει την πρόσθετη απαίτηση ιδίων κεφαλαίων που αναφέρεται στην παράγραφο (α) του εδαφίου (1) του άρθρου 61 εάν, βάσει των ελέγχων που διενεργούνται σύμφωνα με τα άρθρα 55 και 59, διαπιστώσει οποιαδήποτε από τις ακόλουθες καταστάσεις για μια επιμέρους ΚΕΠΕΥ:

(α) Η ΚΕΠΕΥ είναι εκτεθειμένη σε κινδύνους ή στοιχεία κινδύνων που δεν καλύπτονται ή δεν καλύπτονται επαρκώς, όπως ορίζει το εδάφιο (2), από τις απαιτήσεις ιδίων κεφαλαίων που ορίζονται στο Τρίτο, Τέταρτο, και Έβδομο Μέρος του Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013 και στο Κεφάλαιο 2 του Κανονισμού (ΕΕ) 2017/2402ˑ

(β) η ΚΕΠΕΥ δεν πληροί τις απαιτήσεις που ορίζονται στα άρθρα 34 και 35 ή στο Άρθρο 393 του Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013 και πιθανώς άλλα μέτρα εποπτείας δεν θα επαρκούσαν, ώστε να είναι δυνατό να τηρηθούν οι απαιτήσεις αυτές εντός κατάλληλου χρονοδιαγράμματος·

(γ) οι προσαρμογές που αναφέρονται στο εδάφιο (7) του άρθρου 56 θεωρούνται ανεπαρκείς, ώστε να επιτρέψουν στη ΚΕΠΕΥ να πωλήσει ή να αντισταθμίσει τις θέσεις της σε σύντομο χρονικό διάστημα χωρίς σημαντικές ζημίες υπό κανονικές συνθήκες αγοράς·

(δ) η αξιολόγηση που διενεργήθηκε σύμφωνα με τις παραγράφους (α) έως (γ) του εδαφίου (4) του άρθρου 59 αποκαλύπτει ότι η μη συμμόρφωση προς τις απαιτήσεις για την εφαρμογή της επιτρεπόμενης προσέγγισης ενδέχεται να οδηγήσει σε ανεπαρκείς απαιτήσεις ιδίων κεφαλαίων·

(ε) η ΚΕΠΕΥ αδυνατεί επανειλημμένως να καθορίζει ή να τηρεί επαρκές επίπεδο πρόσθετων ιδίων κεφαλαίων για την κάλυψη της καθοδήγησης που ανακοινώνεται σύμφωνα με τα εδάφια (4) και (5) του άρθρου 63·

(στ) άλλες καταστάσεις που αφορούν μεμονωμένες ΚΕΠΕΥ, οι οποίες θεωρεί η Επιτροπή ότι προκαλούν σημαντικούς εποπτικούς προβληματισμούς.

(2) Η Επιτροπή επιβάλλει την πρόσθετη απαίτηση ιδίων κεφαλαίων που αναφέρεται στην παράγραφο (α) του εδαφίου (1) του άρθρου 61 μόνο για την κάλυψη των κινδύνων που αντιμετωπίζουν μεμονωμένες ΚΕΠΕΥ λόγω των δραστηριοτήτων τους, συμπεριλαμβανομένων όσων αντικατοπτρίζουν τις επιπτώσεις ορισμένων οικονομικών εξελίξεων και εξελίξεων της αγοράς στα χαρακτηριστικά κινδύνου επιμέρους ΚΕΠΕΥ.

(3) Για τους σκοπούς της παραγράφου (α) του εδαφίου (1), οι κίνδυνοι ή τα στοιχεία κινδύνου θεωρούνται ότι δεν καλύπτονται ή δεν καλύπτονται επαρκώς από τις απαιτήσεις ιδίων κεφαλαίων που ορίζονται στο Τρίτο, Τέταρτο και Έβδομο Μέρος του Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013 και στο Κεφάλαιο 2 του Κανονισμού (ΕΕ) 2017/2402 μόνο όταν τα ποσά, τα είδη και η κατανομή των κεφαλαίων που κρίνονται επαρκή από την Επιτροπή, λαμβανομένης υπόψη της εποπτικής επανεξέτασης της εκτίμησης που διενεργείται από την ΚΕΠΕΥ σύμφωνα με το εδάφιο (1) του άρθρου 34, είναι υψηλότερα από τις απαιτήσεις ιδίων κεφαλαίων που ορίζονται στο Τρίτο, Τέταρτο και Έβδομο Μέρος του Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013 και στο Κεφάλαιο 2 του Κανονισμού (ΕΕ) 2017/2402.

(4) Για τους σκοπούς του εδαφίου (3), η Επιτροπή αξιολογεί, λαμβάνοντας υπόψη τα χαρακτηριστικά κινδύνου κάθε επιμέρους ΚΕΠΕΥ, τους κινδύνους στους οποίους εκτίθεται η ΚΕΠΕΥ, μεταξύ άλλων-

(α) τους κινδύνους που αφορούν την εκάστοτε ΚΕΠΕΥ ή τα στοιχεία των κινδύνων αυτών που εξαιρούνται ρητά ή δεν καλύπτονται ρητά από τις απαιτήσεις ιδίων κεφαλαίων που ορίζονται στο Τρίτο, Τέταρτο και Έβδομο Μέρος του Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013 και στο Κεφάλαιο 2 του Κανονισμού (ΕΕ) 2017/2402·

(β) τους κινδύνους που αφορούν την εκάστοτε ΚΕΠΕΥ ή τα στοιχεία των κινδύνων αυτών που ενδέχεται να υποτιμώνται παρά τη συμμόρφωση προς τις ισχύουσες απαιτήσεις που ορίζονται στο Τρίτο, Τέταρτο και Έβδομο Μέρος του Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013 και στο Κεφάλαιο 2 του Κανονισμού (ΕΕ) 2017/2402.

(5) Στον βαθμό που οι κίνδυνοι ή τα στοιχεία κινδύνων υπόκεινται σε μεταβατικές ρυθμίσεις ή διατάξεις αποδοχής του προϋφιστάμενου καθεστώτος του παρόντος Νόμου ή του Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013, δεν θεωρούνται κίνδυνοι ή στοιχεία τέτοιων κινδύνων που ενδέχεται να υποτιμώνται παρά τη συμμόρφωση προς τις ισχύουσες απαιτήσεις που ορίζονται στο Τρίτο, Τέταρτο και Έβδομο Μέρος του Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013 και στο Κεφάλαιο 2 του Κανονισμού (ΕΕ) 2017/2402.

(6) Για τους σκοπούς του εδαφίου (3), τα κεφάλαια που θεωρούνται επαρκή καλύπτουν όλους τους κινδύνους ή τα στοιχεία κινδύνων που προσδιορίζονται ως σημαντικοί σύμφωνα με την αξιολόγηση που ορίζεται στο εδάφιο (4), οι οποίοι δεν καλύπτονται ή δεν καλύπτονται επαρκώς από τις απαιτήσεις ιδίων κεφαλαίων που ορίζονται στο Τρίτο, Τέταρτο και Έβδομο Μέρος του Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013 και στο Κεφάλαιο 2 του Κανονισμού (ΕΕ) 2017/2402.

(7) Κίνδυνος επιτοκίου που προκύπτει από θέσεις εκτός χαρτοφυλακίου συναλλαγών δύναται να θεωρηθεί σημαντικός τουλάχιστον στις περιπτώσεις που αναφέρονται στα εδάφια (8) και (9) του άρθρου 56, εκτός εάν η Επιτροπή, κατά την εκτέλεση του ελέγχου και της αξιολόγησης, καταλήξει στο συμπέρασμα ότι η διαχείριση από την ΚΕΠΕΥ του κινδύνου επιτοκίου που προκύπτει από δραστηριότητες εκτός χαρτοφυλακίου συναλλαγών είναι επαρκής και ότι η ΚΕΠΕΥ δεν είναι υπερβολικά εκτεθειμένη στον κίνδυνο επιτοκίου που προκύπτει από δραστηριότητες εκτός χαρτοφυλακίου συναλλαγών.

(8) Σε περίπτωση που απαιτούνται πρόσθετα ίδια κεφάλαια για την αντιμετώπιση κινδύνων εκτός του κινδύνου υπερβολικής μόχλευσης που δεν καλύπτονται επαρκώς από το Άρθρο 92, παράγραφος 1, στοιχείο δ) του Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013, η Επιτροπή προσδιορίζει το επίπεδο των πρόσθετων ιδίων κεφαλαίων που απαιτούνται, βάσει της παραγράφου (α) του εδαφίου (1), ως τη διαφορά μεταξύ του κεφαλαίου που κρίνεται ότι επαρκεί σύμφωνα με τα εδάφια (3) έως (7) και των σχετικών απαιτήσεων ιδίων κεφαλαίων που προβλέπονται στο Τρίτο και Τέταρτο Μέρος του Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013 και στο Κεφάλαιο 2 του Κανονισμού (ΕΕ) 2017/2402.

(9) Σε περίπτωση που απαιτούνται πρόσθετα ίδια κεφάλαια για την αντιμετώπιση του κινδύνου υπερβολικής μόχλευσης που δεν καλύπτεται επαρκώς από το Άρθρο 92, παράγραφος 1, στοιχείο δ) του Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013, η Επιτροπή προσδιορίζει το επίπεδο των πρόσθετων ιδίων κεφαλαίων που απαιτούνται, βάσει της παραγράφου (α) του εδαφίου (1), ως τη διαφορά μεταξύ του κεφαλαίου που κρίνεται ότι επαρκεί σύμφωνα με τα εδάφια (3) έως (7) του παρόντος άρθρου και των σχετικών απαιτήσεων ιδίων κεφαλαίων που προβλέπονται στο Τρίτο και Έβδομο Μέρος του Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013.

(10) Η ΚΕΠΕΥ συμμορφώνεται προς την πρόσθετη απαίτηση ιδίων κεφαλαίων την οποία επιβάλλει η Επιτροπή βάσει της παραγράφου (α) του εδαφίου (1) του άρθρου 61 για την αντιμετώπιση κινδύνων εκτός του κινδύνου υπερβολικής μόχλευσης με ίδια κεφάλαια που πληρούν τις ακόλουθες προϋποθέσεις:

(α) Τουλάχιστον τα τρία τέταρτα της πρόσθετης απαίτησης ιδίων κεφαλαίων καλύπτονται με κεφάλαια της κατηγορίας 1·

(β) τουλάχιστον τα τρία τέταρτα του κεφαλαίου της κατηγορίας 1 που αναφέρεται στην παράγραφο (α) αποτελούνται από κεφάλαιο κοινών μετοχών της κατηγορίας 1:

Νοείται ότι, η ΚΕΠΕΥ συμμορφώνεται προς την πρόσθετη απαίτηση ιδίων κεφαλαίων την οποία επιβάλλει η Επιτροπή δυνάμει της παραγράφου (α) του εδαφίου (1) του άρθρου 61 για την αντιμετώπιση κινδύνων υπερβολικής μόχλευσης με κεφάλαια της κατηγορίας 1:

(11) Κατά παρέκκλιση των διατάξεων του εδαφίου (10), η Επιτροπή δύναται να απαιτεί από την ΚΕΠΕΥ να πληροί την πρόσθετη απαίτηση ιδίων κεφαλαίων με υψηλότερο ποσοστό κεφαλαίου της κατηγορίας 1 ή κεφαλαίου κοινών μετοχών της κατηγορίας 1, όπου χρειάζεται και λαμβανομένων υπόψη των ειδικών συνθηκών της ΚΕΠΕΥ.

(12) Ίδια κεφάλαια, που χρησιμοποιούνται για την κάλυψη της πρόσθετης απαίτησης ιδίων κεφαλαίων που αναφέρεται στην παράγραφο (α) του εδαφίου (1) του άρθρου 61 και επιβάλλεται από την Επιτροπή για την αντιμετώπιση κινδύνων εκτός του κινδύνου υπερβολικής μόχλευσης, δεν χρησιμοποιούνται για την κάλυψη οποιουδήποτε εκ των ακολούθων:

(α) Των απαιτήσεων ιδίων κεφαλαίων που προβλέπονται στο Άρθρο 92, παράγραφος 1, στοιχεία α), β) και γ) του Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013·

(β) της συνδυασμένης απαίτησης αποθέματος ασφαλείας·

(γ) της καθοδήγησης ως προς τα πρόσθετα ίδια κεφάλαια που αναφέρεται στα εδάφια (4) και (5) του άρθρου 63, όταν η καθοδήγηση αφορά κινδύνους εκτός του κινδύνου υπερβολικής μόχλευσης.

(13) Ίδια κεφάλαια, που χρησιμοποιούνται για την κάλυψη της πρόσθετης απαίτησης ιδίων κεφαλαίων που αναφέρεται στην παράγραφο (α) του εδαφίου (1) του άρθρου 61 του παρόντος Νόμου και επιβάλλεται από την Επιτροπή για την αντιμετώπιση του κινδύνου υπερβολικής μόχλευσης που δεν καλύπτεται επαρκώς από το Άρθρο 92, παράγραφος 1, στοιχείο δ) του Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013, δεν χρησιμοποιούνται για την κάλυψη οποιουδήποτε εκ των ακολούθων:

(α) Της απαίτησης ιδίων κεφαλαίων που προβλέπεται στο Άρθρο 92, παράγραφος 1, στοιχείο δ) του Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013·

(β) της απαίτησης αποθέματος ασφαλείας για τον δείκτη μόχλευσης που προβλέπεται στο Άρθρο 92, παράγραφος 1α του Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013·

(γ) της καθοδήγησης ως προς τα πρόσθετα ίδια κεφάλαια που αναφέρεται στα εδάφια (4) και (5) του άρθρου 63, όταν η καθοδήγηση αυτή αφορά κινδύνους υπερβολικής μόχλευσης.

(14) Η Επιτροπή αιτιολογεί δεόντως και γραπτώς προς κάθε όργανο την απόφαση της επιβολής πρόσθετης απαίτησης ιδίων κεφαλαίων βάσει της παραγράφου (α) του εδαφίου (1) του άρθρου 61, τουλάχιστον παρέχοντας σαφή εικόνα για την πλήρη εκτίμηση των στοιχείων που αναφέρονται στα εδάφια (1) έως (13).

(15) Η αναφερόμενη στο εδάφιο (14) αιτιολόγηση περιλαμβάνει, στην περίπτωση που προβλέπεται στην παράγραφο (ε) του εδαφίου (1), ειδική έκθεση των λόγων για τους οποίους η επιβολή καθοδήγησης ως προς τα πρόσθετα ίδια κεφάλαια δεν θεωρείται πλέον επαρκής.

Καθοδήγηση ως προς τα πρόσθετα ίδια κεφάλαια

63.-(1) Σύμφωνα με τις στρατηγικές και τις διαδικασίες που αναφέρονται στο άρθρο 34, η ΚΕΠΕΥ καθορίζει το εσωτερικό της κεφάλαιο σε κατάλληλο επίπεδο ιδίων κεφαλαίων που επαρκεί ώστε να καλύπτονται όλοι οι κίνδυνοι στους οποίους εκτίθεται η ΚΕΠΕΥ και να διασφαλίζεται ότι τα ίδια κεφάλαια της ΚΕΠΕΥ μπορούν να απορροφήσουν δυνητικές ζημιές που απορρέουν από σενάρια ακραίων καταστάσεων, συμπεριλαμβανομένων όσων προσδιορίζονται σύμφωνα με τις εποπτικές προσομοιώσεις ακραίων καταστάσεων που αναφέρονται στο άρθρο 58.

(2) Η Επιτροπή επανεξετάζει τακτικά το επίπεδο του εσωτερικού κεφαλαίου που καθορίζεται από κάθε ΚΕΠΕΥ, σύμφωνα με το εδάφιο (1) στο πλαίσιο των ελέγχων και των αξιολογήσεων που διενεργούνται σύμφωνα με τα άρθρα 55 και 59, συμπεριλαμβανομένων των αποτελεσμάτων των προσομοιώσεων ακραίων καταστάσεων που αναφέρονται στο άρθρο 58.

(3) Σύμφωνα με την επανεξέταση του εδαφίου (2), η Επιτροπή καθορίζει για κάθε ΚΕΠΕΥ το συνολικό επίπεδο των ιδίων κεφαλαίων που κρίνει κατάλληλο.

(4) Η Επιτροπή ανακοινώνει στις ΚΕΠΕΥ την καθοδήγησή της ως προς τα πρόσθετα ίδια κεφάλαια.

(5) Τα πρόσθετα ίδια κεφάλαια τα οποία αφορά η καθοδήγηση είναι τα ίδια κεφάλαια που υπερβαίνουν το σχετικό ποσό των ιδίων κεφαλαίων που απαιτείται σύμφωνα με το Τρίτο, Τέταρτο και Έβδομο Μέρος του Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013, το Κεφάλαιο 2 του Κανονισμού (ΕΕ) 2017/2402, η παράγραφος (α) του εδαφίου (1) του άρθρου 61 και τον ορισμό του όρου «συνδυασμένη απαίτηση αποθέματος ασφαλείας» του εδαφίου (1) του άρθρου 2 του περί Μακροπροληπτικής Εποπτείας των Ιδρυμάτων Νόμου ή σύμφωνα με το Άρθρο 92, παράγραφος 1α του Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013, κατά περίπτωση, τα οποία είναι αναγκαία για την επίτευξη του συνολικού επιπέδου των ιδίων κεφαλαίων που θεωρείται κατάλληλο από την Επιτροπή σύμφωνα με τα εδάφια (2) και (3).

(6) Η Επιτροπή παρέχει καθοδήγηση ως προς τα πρόσθετα ίδια κεφάλαια σύμφωνα με τα εδάφια (4) και (5) ειδικά για κάθε ΚΕΠΕΥ, η οποία καθοδήγηση δύναται να καλύπτει κινδύνους οι οποίοι αντιμετωπίζονται από την πρόσθετη απαίτηση ιδίων κεφαλαίων που επιβάλλεται σύμφωνα με την παράγραφο (α) του εδαφίου (1) του άρθρου 61 μόνο στον βαθμό που καλύπτει πτυχές των κινδύνων αυτών, δεν καλύπτονται ήδη βάσει της εν λόγω απαίτησης.

(7) Ίδια κεφάλαια που χρησιμοποιούνται για την κάλυψη της καθοδήγησης ως προς τα πρόσθετα ίδια κεφάλαια που ανακοινώνεται σύμφωνα με τα εδάφια (4) και (5) για την αντιμετώπιση κινδύνων εκτός του κινδύνου υπερβολικής μόχλευσης δεν χρησιμοποιούνται για την κάλυψη οποιουδήποτε εκ των ακολούθων:

(α) Των απαιτήσεων ιδίων κεφαλαίων που προβλέπονται στο Άρθρο 92, παράγραφος 1, στοιχεία α), β) και γ) του Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013·

(β) της απαίτησης που αναφέρεται στο άρθρο 62 και επιβάλλεται από την Επιτροπή για την αντιμετώπιση κινδύνων εκτός του κινδύνου υπερβολικής μόχλευσης και της συνδυασμένης απαίτησης αποθέματος ασφαλείας.

(8) Ίδια κεφάλαια, που χρησιμοποιούνται για την κάλυψη της καθοδήγησης ως προς τα πρόσθετα ίδια κεφάλαια που ανακοινώνεται βάσει του εδαφίου (4) για την αντιμετώπιση του κινδύνου υπερβολικής μόχλευσης, δεν χρησιμοποιούνται με σκοπό την κάλυψη της απαίτησης ιδίων κεφαλαίων που ορίζεται στο Άρθρο 92, παράγραφος 1, στοιχείο δ) του Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013, της απαίτησης του άρθρου 62 που επιβάλλεται από την Επιτροπή για την αντιμετώπιση του κινδύνου υπερβολικής μόχλευσης και της απαίτησης αποθέματος ασφαλείας για τον δείκτη μόχλευσης που αναφέρεται στο Άρθρο 92, παράγραφος 1α του Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013.

(9) Η μη κάλυψη της καθοδήγησης που αναφέρεται στα εδάφια (4) και (5), όταν η ΚΕΠΕΥ πληροί τις σχετικές απαιτήσεις ιδίων κεφαλαίων του Τρίτου, Τέταρτου και Έβδομου Μέρους του Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013 και του Κεφαλαίου 2 του Κανονισμού (ΕΕ) 2017/2402, τη σχετική πρόσθετη απαίτηση ιδίων κεφαλαίων που αναφέρεται στην παράγραφο (α) του εδαφίου (1) του άρθρου 61 και, κατά περίπτωση, τη συνδυασμένη απαίτηση αποθέματος ασφαλείας ή την απαίτηση αποθέματος ασφαλείας για τον δείκτη μόχλευσης που αναφέρεται στο Άρθρο 92, παράγραφος 1α του Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013 δεν συνεπάγεται την εφαρμογή των περιορισμών των άρθρων 90 και 92.

Συνεργασία με την αρχή εξυγίανσης

64. Η Επιτροπή γνωστοποιεί στη σχετική αρχή εξυγίανσης την πρόσθετη απαίτηση ιδίων κεφαλαίων που επιβάλλεται σε ΚΕΠΕΥ βάσει της παραγράφου (α) του εδαφίου (1) του άρθρου 61 και κάθε καθοδήγηση ως προς τα πρόσθετα ίδια κεφάλαια που ανακοινώνεται σε ΚΕΠΕΥ σύμφωνα με το εδάφιο (4) του άρθρου 63.

Συγκεκριμένες απαιτήσεις ρευστότητας

65.-(1) Για τον σκοπό του καθορισμού του κατάλληλου επιπέδου των απαιτήσεων ρευστότητας με βάση τον έλεγχο και την αξιολόγηση που διενεργούνται σύμφωνα με τα άρθρα 55 έως 59, η Επιτροπή εκτιμά κατά πόσον είναι αναγκαία οποιαδήποτε επιβολή συγκεκριμένης απαίτησης ρευστότητας, για την αποτύπωση των κινδύνων ρευστότητας στους οποίους εκτίθεται ή ενδέχεται να εκτεθεί η ΚΕΠΕΥ, λαμβάνοντας υπόψη τα ακόλουθα:

(α) Το συγκεκριμένο επιχειρηματικό μοντέλο της ΚΕΠΕΥ·

(β) τις ρυθμίσεις, τις διαδικασίες και τους μηχανισμούς της ΚΕΠΕΥ που αναφέρονται στα άρθρα 9 και 10 του περί Επενδυτικών Υπηρεσιών και Δραστηριοτήτων και Ρυθμιζόμενων Αγορών Νόμου, στα άρθρα 35 έως 54 και ειδικότερα στο άρθρο 47·

(γ) το αποτέλεσμα του ελέγχου και της αξιολόγησης που διενεργούνται σύμφωνα με το άρθρο 55.

(2) Ειδικότερα, με την επιφύλαξη του άρθρου 29, η Επιτροπή εξετάζει την ανάγκη εφαρμογής διοικητικών κυρώσεων ή άλλων διοικητικών μέτρων, που περιλαμβάνουν προληπτικά τέλη, το ύψος των οποίων σε γενικές γραμμές σχετίζεται με τη διαφορά μεταξύ της πραγματικής θέσης ρευστότητας ΚΕΠΕΥ και τυχόν απαιτήσεων ρευστότητας και σταθερής χρηματοδότησης που θεσπίζονται με οδηγία της Επιτροπής ή με νομοθεσία της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Συγκεκριμένες απαιτήσεις δημοσίευσης

66.-(1) Η Επιτροπή δύναται να απαιτήσει από ΚΕΠΕΥ-

(α) να δημοσιοποιεί τα στοιχεία που αναφέρονται στο Όγδοο μέρος του Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013 περισσότερο από μία φορά το χρόνο και να θέσει προθεσμία δημοσίευσης·

(β) να χρησιμοποιεί συγκεκριμένα μέσα και τοποθεσίες για τις δημοσιεύσεις εκτός των δηλώσεων οικονομικής κατάστασης.

(2) Η Επιτροπή έχει εξουσία να απαιτεί από τη μητρική επιχείρηση να δημοσιοποιεί σε ετήσια βάση, είτε ως πλήρες κείμενο ή με αναφορές σε αντίστοιχα στοιχεία, περιγραφή της νομικής δομής και διακυβέρνησης και της οργανωτικής δομής του ομίλου ΚΕΠΕΥ, σύμφωνα με τα εδάφια (1) και (2) του άρθρου 35 και τα εδάφια (2) έως (5) του άρθρου 69.

Συνέπεια των εποπτικών εξετάσεων, αξιολογήσεων και εποπτικών μέτρων

67. Η Επιτροπή ενημερώνει την ΕΑΤ για-

(α) τη λειτουργία της διαδικασίας εξέτασης και αξιολόγησης του άρθρου 55·

(β) τη μεθοδολογία που ακολουθεί για τη λήψη αποφάσεων σύμφωνα με τα άρθρα 56, 58, 59, 60, 61 και 65 σχετικά με τη διαδικασία που προβλέπεται στην παράγραφο (α).