Κεφάλαιο 2 - Ποινικές διατάξεις και διοικητικές κυρώσεις
Διοικητικές κυρώσεις

120. Σε περίπτωση παράβασης των διατάξεων του παρόντος Νόμου ή οδηγίας της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς, εφαρμόζονται τα εξής:

(α) Η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς δύναται να επιβάλει στον παραβάτη διοικητικό πρόστιμο που δεν υπερβαίνει τις τριακόσιες πενήντα χιλιάδες ευρώ (€350.000) και σε περίπτωση επανάληψης της παράβασης, διοικητικό πρόστιμο που δεν υπερβαίνει τις επτακόσιες χιλιάδες ευρώ (€700.000), ανάλογα με τη βαρύτητα της παράβασης·

(β) σε περίπτωση που αποδεικνύεται ότι ο υπαίτιος της παράβασης προσπορίστηκε όφελος από αυτήν ή επέτρεψε σε άλλο πρόσωπο να προσποριστεί όφελος εξαιτίας αυτής, η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς δύναται να επιβάλει διοικητικό πρόστιμο ύψους μέχρι του διπλάσιου του οφέλους που προέκυψε από την παράβαση·

(γ) η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς δημοσιοποιεί, κατά την κρίση της και με τρόπο που κρίνει κατά περίπτωση κατάλληλο, οποιοδήποτε μέτρο ή οποιαδήποτε κύρωση που επιβάλλει σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος Νόμου σε ΟΕΕ που διαθέτει τα μερίδιά του στη Δημοκρατία, καθώς και σε κάθε πρόσωπο που αναμειγνύεται στη δραστηριότητα του ΟΕΕ στη Δημοκρατία:

Νοείται ότι, η δημοσιοποίηση μέτρου ή κύρωσης παραλείπεται, μόνο εφόσον αυτή ενδέχεται να επηρεάσει την εύρυθμη λειτουργία και την ακεραιότητα της αγοράς ή να θέσει σε κίνδυνο τα συμφέροντα των επενδυτών ή να προκαλέσει δυσανάλογη ζημιά στα ενδιαφερόμενα μέρη·

(δ) σε περίπτωση παράλειψης πληρωμής διοικητικού προστίμου, λαμβάνονται μέτρα προς είσπραξή του, σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στον περί της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς Κύπρου Νόμο·

(ε) σε περίπτωση επιβολής διοικητικού προστίμου, η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς δύναται να επιβάλλει το προβλεπόμενο στην παράγραφο (α) διοικητικό πρόστιμο και σε-

(i) νομικό πρόσωπο∙

(ii) σύμβουλο, διευθυντή ή αξιωματούχο ή οποιοδήποτε άλλο πρόσωπο, σε περίπτωση που διαπιστωθεί ότι η παράβαση του νομικού προσώπου οφειλόταν σε δική του υπαιτιότητα, εσκεμμένη παράλειψη ή αμέλεια.

Ποινικά αδικήματα

121.-(1) Πρόσωπο το οποίο κατά την παροχή πληροφοριών για οποιοδήποτε ζήτημα αποτελεί αντικείμενο ρύθμισης από τις διατάξεις του παρόντος Νόμου-

(α) προβαίνει σε δήλωση ή υποβολή εγγράφων ή ανακοίνωση που είναι ψευδής, παραπλανητική ή απατηλή ως προς οποιοδήποτε στοιχείο της. ή

(β) αποκρύπτει στοιχείο ή παραλείπει την υποβολή στοιχείων ή με οποιονδήποτε τρόπο παρεμποδίζει την άμεση συλλογή πληροφοριών ή την άμεση διενέργεια ελέγχου ή εισόδου ή έρευνας της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς,

είναι ένοχο αδικήματος και σε περίπτωση καταδίκης του υπόκειται σε ποινή φυλάκισης που δεν υπερβαίνει τα πέντε (5) έτη ή σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις τριακόσιες πενήντα χιλιάδες ευρώ (€350.000) ή και στις δύο αυτές ποινές.

(2) Πρόσωπο το οποίο χρησιμοποιεί επωνυμία ή ονομασία ή περιγραφή που δημιουργεί την εντύπωση ότι πρόκειται για ΟΕΕ, κατά τα προβλεπόμενα στον παρόντα Νόμο, χωρίς να έχει λάβει άδεια λειτουργίας ως ΟΕΕ σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος Νόμου, είναι ένοχο αδικήματος και σε περίπτωση καταδίκης του υπόκειται σε ποινή φυλάκισης που δεν υπερβαίνει τα πέντε (5) έτη ή σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις τριακόσιες πενήντα χιλιάδες ευρώ (€350.000) ή και στις δύο αυτές ποινές.

(3) Πρόσωπο που εν γνώσει του εκδίδει, θέτει σε κυκλοφορία ή διανέμει διαφημιστικό υλικό ή έντυπα αιτήσεων ή δηλώσεων συμμετοχής σε ΟΕΕ χωρίς να του επιτρέπεται από τις διατάξεις του παρόντος Νόμου να διαθέτει μερίδιά του στη Δημοκρατία είναι ένοχο αδικήματος και σε περίπτωση καταδίκης του υπόκειται σε ποινή φυλάκισης που δεν υπερβαίνει τα τρία (3) έτη ή σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις διακόσιες χιλιάδες ευρώ (€200.000) ή και στις δύο αυτές ποινές.

(4) Σε περίπτωση διάπραξης αδικήματος, κατά τα προβλεπόμενα στον παρόντα Νόμο, από νομικό πρόσωπο ή από πρόσωπο που ενεργεί εκ μέρους νομικού προσώπου και αποδεικνύεται είτε ότι έχει διαπραχθεί με τη συγκατάθεση ή συνενοχή ή έγκριση είτε ότι έχει διευκολυνθεί από την επιδειχθείσα αμέλεια φυσικού προσώπου που κατά τον χρόνο διάπραξης του αδικήματος κατέχει θέση μέλους του οργάνου διοίκησης, αξιωματούχου, συμβούλου, γενικού διευθυντή, διευθυντή, γραμματέα, συνεργάτη ή άλλη παρόμοια θέση στο νομικό πρόσωπο ή εμφανίζεται ότι ενεργεί με τέτοια ιδιότητα, το φυσικό πρόσωπο είναι ένοχο του ίδιου αδικήματος και σε περίπτωση καταδίκης του υπόκειται στις ποινές που προβλέπονται για το αδίκημα αυτό.

(5) Πρόσωπο το οποίο, σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (4), υπέχει ποινική ευθύνη για τα τελούμενα από νομικό πρόσωπο αδικήματα ευθύνεται αλληλέγγυα και εξ ολοκλήρου με το νομικό πρόσωπο για κάθε ζημιά που επέρχεται σε τρίτο εξαιτίας της πράξης ή της παράλειψης η οποία στοιχειοθετεί το αδίκημα.