ΜΕΡΟΣ ΙΙΙ ΚΑΝΟΝΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΚΤΕΛΕΣΗ ΤΩΝ ΣΥΜΒΑΣΕΩΝ ΠΑΡΑΧΩΡΗΣΗΣ
Υπεργολαβία

38.-(1) Η τήρηση των υποχρεώσεων της παραγράφου (α) του εδαφίου (3) του άρθρου 4 από τους υπεργολάβους διασφαλίζεται μέσω κατάλληλων ενεργειών από τις κατά περίπτωση αρμόδιες υπηρεσίες που ενεργούν εντός των ορίων της ευθύνης και της αρμοδιότητάς τους.

(2) Στα έγγραφα της παραχώρησης, η αναθέτουσα αρχή ή ο αναθέτων φορέας μπορεί να ζητήσει από τον προσφέροντα ή τον αιτούντα να αναφέρει στην προσφορά του το τμήμα της σύμβασης που προτίθεται να αναθέσει ως υπεργολαβία σε τρίτους, καθώς και τους προτεινόμενους υπεργολάβους. Το παρόν εδάφιο δεν αίρει την ευθύνη του κυρίου παραχωρησιούχου.

(3) Στην περίπτωση συμβάσεων παραχώρησης έργων και αναφορικά με τις υπηρεσίες που παρέχονται στις εγκαταστάσεις υπό εποπτεία της αναθέτουσας αρχής ή του αναθέτοντος φορέα, μετά την ανάθεση της σύμβασης παραχώρησης και το αργότερο κατά την έναρξη της εκτέλεσης της σύμβασης, ο παραχωρησιούχος υποδεικνύει στις αναθέτουσες αρχές και στους αναθέτοντες φορείς το όνομα, τα στοιχεία επικοινωνίας και τους νόμιμους εκπροσώπους των υπεργολάβων του που συμμετέχουν στα εν λόγω έργα ή υπηρεσίες, εφόσον του είναι γνωστά εκείνη την χρονική στιγμή, και κοινοποιεί στην αναθέτουσα αρχή ή στον αναθέτοντα φορέα τυχόν αλλαγές των πληροφοριών αυτών στη διάρκεια της σύμβασης παραχώρησης, καθώς και τις απαιτούμενες πληροφορίες όσον αφορά νέους υπεργολάβους που θα συμμετάσχουν στα εν λόγω έργα ή υπηρεσίες:

Νοείται ότι, το παρόν εδάφιο δεν εφαρμόζεται στους προμηθευτές.

(4) Οι αναθέτουσες αρχές και οι αναθέτοντες φορείς μπορούν να επεκτείνουν τις υποχρεώσεις που προβλέπονται στο εδάφιο (3), όπως:

(α)Σε συμβάσεις παραχώρησης υπηρεσιών πλην εκείνων που αφορούν υπηρεσίες που παρέχονται σε εγκαταστάσεις υπό την εποπτεία της αναθέτουσας αρχής ή του αναθέτοντος φορέα ή στους προμηθευτές που ενέχονται στις συμβάσεις παραχώρησης έργων ή υπηρεσιών,

(β)σε υπεργολάβους των υπεργολάβων του παραχωρησιούχου ή σε κατώτερη βαθμίδα στην αλυσίδα της υπεργολαβικής ανάθεσης.

(5)Για την αποφυγή παραβιάσεων των υποχρεώσεων που αναφέρονται στην παράγραφο (α) του εδαφίου (3) του άρθρου 4, λαμβάνονται από τις αναθέτουσες αρχές και τους αναθέτοντες φορείς τα δέοντα μέτρα, όπως:

(α)Στη σύμβαση παραχώρησης να προβλέπεται μηχανισμός κοινής ευθύνης μεταξύ των υπεργολάβων και του παραχωρησιούχου, ως προς τις προϋποθέσεις που εκτίθενται στην παράγραφο (α) του εδαφίου (3) του άρθρου 4,

(β)οι αναθέτουσες αρχές και οι αναθέτοντες φορείς δύνανται να επαληθεύουν κατά πόσον υφίστανται λόγοι αποκλεισμού υπεργολάβων δυνάμει των εδαφίων (4) έως (10) του άρθρου 34. Στις περιπτώσεις αυτές, η αναθέτουσα αρχή ή ο αναθέτων φορέας απαιτεί από τον οικονομικό φορέα να αντικαταστήσει τον υπεργολάβο για τον οποίο διαπιστώθηκε από την επαλήθευση ότι υφίστανται λόγοι υποχρεωτικού αποκλεισμού. Η αναθέτουσα αρχή ή ο αναθέτων φορέας δύνανται να απαιτούν από τον οικονομικό φορέα να αντικαταστήσει τον υπεργολάβο για τον οποίο διαπιστώθηκε από την επαλήθευση ότι υφίστανται μη υποχρεωτικοί λόγοι αποκλεισμού.

(6) Για την καλύτερη εφαρμογή των εδαφίων (1), (3) και (4), οι αναθέτουσες αρχές και οι αναθέτοντες φορείς δύνανται να ρυθμίζουν περαιτέρω τα εν λόγω μέτρα, ιδίως όσον αφορά ορισμένα είδη συμβάσεων παραχώρησης, κατηγορίες οικονομικών φορέων ή έναντι ορισμένων ποσών.

Τροποποίηση συμβάσεων παραχώρησης κατά τη διάρκειά τους

39.-(1) Οι συμβάσεις παραχώρησης δύνανται να τροποποιούνται άνευ διεξαγωγής νέας διαδικασίας ανάθεσης σύμβασης παραχώρησης δυνάμει του παρόντος Νόμου σε οποιαδήποτε από τις κατωτέρω περιπτώσεις:

(α)Εφόσον οι τροποποιήσεις, ανεξαρτήτως της χρηματικής τους αξίας, έχουν προβλεφθεί στα αρχικά έγγραφα της παραχώρησης με τη μορφή σαφών, ακριβών και ρητών ρητρών αναθεώρησης, στις οποίες μπορεί να περιλαμβάνονται ρήτρες αναθεώρησης τιμών ή προαιρέσεων. Οι εν λόγω ρήτρες ορίζουν το πεδίο εφαρμογής και τη φύση των ενδεχόμενων τροποποιήσεων ή αναθεωρήσεων, καθώς και τις προϋποθέσεις υπό τις οποίες μπορούν να χρησιμοποιηθούν:

Νοείται ότι, οι ως άνω ρήτρες δεν προβλέπουν τροποποιήσεις ή αναθεωρήσεις που θα μπορούσαν να μεταβάλουν τη συνολική φύση της σύμβασης παραχώρησης∙

(β) όσον αφορά συμπληρωματικά έργα ή υπηρεσίες από τον αρχικό παραχωρησιούχο, που έχουν καταστεί απαραίτητα και δεν περιλαμβάνονταν στην αρχική σύμβαση παραχώρησης εφόσον η αλλαγή παραχωρησιούχου:

(i)Δεν μπορεί να πραγματοποιηθεί για οικονομικούς ή τεχνικούς λόγους, ιδίως για απαιτήσεις εναλλαξιμότητας ή διαλειτουργικότητας με υφιστάμενο εξοπλισμό, υπηρεσίες ή εγκαταστάσεις η αγορά των οποίων έγινε στο πλαίσιο της αρχικής σύμβασης παραχώρησης· και

(ii)θα συνεπαγόταν σημαντική αναστάτωση ή ουσιαστική επικάλυψη δαπανών για την αναθέτουσα αρχή ή τον αναθέτοντα φορέα:

Νοείται ότι, σε περιπτώσεις συμβάσεων παραχώρησης που ανατίθενται από αναθέτουσα αρχή, για τους σκοπούς της άσκησης δραστηριότητας πλην εκείνων που απαριθμούνται στο Παράρτημα II, οποιαδήποτε αύξηση της αξίας δεν μπορεί να υπερβαίνει το πενήντα τοις εκατόν (50%) της αξίας της αρχικής σύμβασης παραχώρησης:

Νοείται περαιτέρω ότι, σε περίπτωση που γίνονται περισσότερες διαδοχικές τροποποιήσεις, ο περιορισμός αυτός εφαρμόζεται στην αξία εκάστης τροποποίησης. Οι εν λόγω διαδοχικές τροποποιήσεις δεν πρέπει να αποσκοπούν στην αποφυγή της εφαρμογής του παρόντος Νόμου·

(γ)στις περιπτώσεις κατά τις οποίες πληρούνται όλες οι ακόλουθες προϋποθέσεις:

(i)Η ανάγκη τροποποίησης προέκυψε λόγω περιστάσεων που δεν ήταν δυνατόν να προβλεφθούν από επιμελή αναθέτουσα αρχή ή αναθέτοντα φορέα,

(ii)η τροποποίηση δεν μεταβάλλει τη συνολική φύση της παραχώρησης,

(iii)σε περιπτώσεις συμβάσεων παραχώρησης που ανατίθενται από αναθέτουσα αρχή, για τους σκοπούς της άσκησης δραστηριότητας πλην εκείνων που απαριθμούνται στο Παράρτημα II, οποιαδήποτε αύξηση της αξίας δεν υπερβαίνει το πενήντα τοις εκατόν (50%) της αξίας της αρχικής σύμβασης παραχώρησης. Σε περίπτωση που γίνονται περισσότερες διαδοχικές τροποποιήσεις, ο περιορισμός αυτός εφαρμόζεται στην αξία εκάστης τροποποίησης. Οι εν λόγω διαδοχικές τροποποιήσεις δεν αποσκοπούν στην αποφυγή της εφαρμογής του παρόντος Νόμου·

(δ)όταν ένας νέος παραχωρησιούχος αντικαθιστά εκείνον στον οποίο η αναθέτουσα αρχή ή ο αναθέτων φορέας είχαν αρχικά αναθέσει τη σύμβαση παραχώρησης, συνεπεία:

(i)Είτε ρητής ρήτρας αναθεώρησης ή προαίρεσης σύμφωνα προς την παράγραφο (α),

(ii)είτε καθολικής ή μερικής διαδοχής στη θέση του αρχικού παραχωρησιούχου, κατόπιν εταιρικής αναδιάρθρωσης, περιλαμβανομένης εξαγοράς, συγχώνευσης, και αφερεγγυότητας, άλλου οικονομικού φορέα ο οποίος πληρεί τα κριτήρια ποιοτικής επιλογής που θεσπίστηκαν αρχικά, εφόσον η διαδοχή δεν συνεπάγεται άλλες ουσιώδεις τροποποιήσεις της σύμβασης και δεν έχει στόχο την αποφυγή της εφαρμογής του παρόντος Νόμου, ή

(iii)στην περίπτωση που η αναθέτουσα αρχή ή ο αναθέτων φορέας αναλαμβάνουν οι ίδιοι τις υποχρεώσεις του βασικού παραχωρησιούχου έναντι των υπεργολάβων του, εφόσον προβλέπεται η δυνατότητα αυτή δυνάμει της εθνικής νομοθεσίας∙

(ε)εφόσον οι τροποποιήσεις, ανεξαρτήτως της αξίας τους, δεν είναι ουσιώδης κατά την έννοια του εδαφίου (4):

Νοείται ότι, οι αναθέτουσες αρχές ή οι αναθέτοντες φορείς που έχουν τροποποιήσει σύμβαση παραχώρησης στις περιπτώσεις των παραγράφων (β) και (γ) του παρόντος εδαφίου, δημοσιεύουν σχετική γνωστοποίηση στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Η εν λόγω γνωστοποίηση περιέχει τις πληροφορίες που προβλέπονται στο Παράρτημα XI και δημοσιεύεται σύμφωνα με το άρθρο 26.

(2) Χωρίς να απαιτείται επαλήθευση κατά πόσον πληρούνται οι προϋποθέσεις των παραγράφων (α) έως (δ) του εδαφίου (4), οι συμβάσεις παραχώρησης μπορούν να τροποποιούνται χωρίς νέα διαδικασία ανάθεσης σύμβασης παραχώρησης σύμφωνα προς τον παρόντα Νόμο, εφόσον η αξία της τροποποίησης είναι χαμηλότερη των ακόλουθων αξιών:

(i)Του κατώτατου ορίου του άρθρου 7, και

(ii)του δέκα τοις εκατόν (10%) της αξίας της αρχικής σύμβασης παραχώρησης.

Νοείται ότι, η τροποποίηση δεν μπορεί να μεταβάλει τη συνολική φύση της παραχώρησης. Σε περίπτωση που γίνονται διάφορες διαδοχικές τροποποιήσεις, η αξία τους εκτιμάται βάσει της καθαρής σωρευτικής αξίας των διαδοχικών τροποποιήσεων.

(3)Για τον υπολογισμό της αξίας που αναφέρεται στο εδάφιο (1) παράγραφοι (β) και (γ) και στο εδάφιο (2) του παρόντος άρθρου, σημείο αναφοράς αποτελεί η επικαιροποιημένη αξία, όταν η σύμβαση παραχώρησης περιλαμβάνει ρήτρα αναπροσαρμογής τιμών. Εάν δεν περιλαμβάνεται ρήτρα αναπροσαρμογής τιμών στη σύμβαση παραχώρησης, η επικαιροποιημένη αξία υπολογίζεται λαμβάνοντας υπόψη τον μέσο πληθωρισμό στη Δημοκρατία.

(4)Τυχόν τροποποίηση μιας σύμβασης παραχώρησης κατά τη διάρκεια ισχύος της θεωρείται ουσιώδης κατά την έννοια της παραγράφου (ε) του εδαφίου (1), εάν τροποποιεί ουσιωδώς τη σύμβαση σε σχέση με εκείνη που είχε αρχικά συναφθεί. Σε κάθε περίπτωση, με την επιφύλαξη των εδαφίων (1) και (2), μια τροποποίηση θεωρείται ουσιώδης εάν πληρούται μία ή περισσότερες από τις κατωτέρω προϋποθέσεις:

(α)Η τροποποίηση εισάγει όρους οι οποίοι, εάν αποτελούσαν μέρος της αρχικής διαδικασίας ανάθεσης της σύμβασης παραχώρησης, θα είχαν επιτρέψει την αποδοχή άλλων υποψηφίων από αυτούς που επιλέχθηκαν αρχικά ή την αποδοχή προσφοράς διαφορετικής από εκείνη που επιλέχθηκε αρχικά ή θα προσέλκυαν επιπλέον συμμετέχοντες στη διαδικασία ανάθεσης της σύμβασης παραχώρησης,

(β)η τροποποίηση μεταβάλλει την οικονομική ισορροπία της σύμβασης παραχώρησης υπέρ του παραχωρησιούχου κατά τρόπο ο οποίος δεν προβλεπόταν στην αρχική σύμβαση παραχώρησης,

(γ)η τροποποίηση επεκτείνει σημαντικά το πεδίο της παραχώρησης,

(δ)όταν ένας νέος παραχωρησιούχος αντικαθιστά εκείνον στον οποίο η αναθέτουσα αρχή ή ο αναθέτων φορέας είχαν αρχικά αναθέσει τη σύμβαση παραχώρησης σε περιπτώσεις άλλες από εκείνες που προβλέπονται στην παράγραφο (δ) του εδαφίου (1).

(5) Απαιτείται νέα διαδικασία ανάθεσης σύμβασης παραχώρησης δυνάμει του παρόντος Νόμου για άλλες τροποποιήσεις των διατάξεων ανάθεσης σύμβασης κατά τη διάρκειά της, πλην εκείνων που προβλέπονται στα εδάφια (1) και (2).

Τερματισμός συμβάσεων παραχώρησης

40. Οι αναθέτουσες αρχές και οι αναθέτοντες φορείς έχουν τη δυνατότητα, δυνάμει των προϋποθέσεων που ορίζει ο περί Συμβάσεων Νόμος, τερματισμού μιας σύμβασης παραχώρησης κατά τη διάρκεια εκτέλεσης της εφόσον αποδειχθεί ότι:

(α)Έγινε μια τροποποίηση της σύμβασης παραχώρησης που θα είχε άλλως απαιτήσει μια νέα διαδικασία ανάθεσης σύμβασης παραχώρησης, βάσει του άρθρου 39·

(β)ο παραχωρησιούχος, τη στιγμή της ανάθεσης της σύμβασης, τελούσε σε μια από τις καταστάσεις που αναφέρονται στο άρθρο 34 εδάφιο (4) και, ως τούτου, θα έπρεπε να έχει αποκλειστεί από τη διαδικασία ανάθεσης της σύμβασης παραχώρησης·

(γ)το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης αποφαίνεται, στο πλαίσιο διαδικασίας σύμφωνα με το άρθρο 258 της ΣΛΕΕ, ότι η Δημοκρατία δεν έχει εκπληρώσει τις υποχρεώσεις της δυνάμει των Συνθηκών λόγω του γεγονότος ότι αναθέτουσα αρχή ή αναθέτων φορέας της, έχει αναθέσει τη σχετική σύμβαση παραχώρησης χωρίς να συμμορφώνεται με τις υποχρεώσεις του/της δυνάμει των Συνθηκών και του παρόντος Νόμου.