ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1-ΣΤΟΧΟΙ ΕΞΥΓΙΑΝΣΗΣ
Προϋποθέσεις για την εξυγίανση

22.-(1) Κατά την εξακρίβωση από την αρχή εξυγίανσης της ύπαρξης προϋποθέσεων εξυγίανσης ως αυτές ορίζονται σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 42 και 43 του περί Εξυγίανσης Πιστωτικών Ιδρυμάτων και Επενδυτικών Εταιρειών Νόμου, η Επιτροπή δύναται-

(α) Να προβεί στη διαπίστωση, μετά από διαβούλευση με την αρχή εξυγίανσης, ότι μια ΚΕΠΕΥ τελεί υπό κατάσταση αφερεγγυότητας ή ενδεχόμενης αφερεγγυότητας σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (3), και

(β) να προβεί στη διαπίστωση, ενημερώνοντας την αρχή εξυγίανσης προς τούτο, ότι κανένα άλλο εναλλακτικό μέτρο του ιδιωτικού τομέα, συμπεριλαμβανομένων μέτρων από θεσμικό σύστημα προστασίας, και καμία αναλαμβανόμενη εποπτική δράση έναντι της ΚΕΠΕΥ, συμπεριλαμβανομένων των μέτρων έγκαιρης παρέμβασης ή απομείωσης ή μετατροπής των σχετικών κεφαλαιακών μέσων και των επιλέξιμων υποχρεώσεων που αναφέρονται στο άρθρο 30(1) του περί Εξυγίανσης Πιστωτικών Ιδρυμάτων και Επενδυτικών Εταιρειών Νόμου, δεν θα απέτρεπε την αφερεγγυότητα της ΚΕΠΕΥ εντός εύλογου χρονικού διαστήματος, λαμβάνοντας υπόψη τη χρονική στιγμή και άλλες σχετικές παραμέτρους, και

(2) Κατά την εξακρίβωση από την αρχή εξυγίανσης της ύπαρξης προϋποθέσεων εξυγίανσης ως αυτές ορίζονται σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 42 και 43 του περί Εξυγίανσης Πιστωτικών Ιδρυμάτων και Επενδυτικών Εταιρειών Νόμου, η Επιτροπή δύναται-

(α) Να προβεί στη διαπίστωση, μετά από διαβούλευση με την αρχή εξυγίανσης, ότι οι ακόλουθοι τελούν υπό κατάσταση αφερεγγυότητας ή ενδεχόμενης αφερεγγυότητας, σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (3):

(i) τα χρηματοοικονομικά ιδρύματα που αναφέρονται στην παράγραφο (β) του άρθρου 3 και τις μητρικές επιχειρήσεις τους που υπόκεινται σε ενοποιημένη εποπτεία από την Επιτροπή· και

(ii) oι οντότητες που αναφέρονται στις παραγράφους (γ) ή (δ) του άρθρου 3.

(β) να ενημερώσει την αρχή εξυγίανσης σε περίπτωση που κανένα εναλλακτικό μέτρο του ιδιωτικού τομέα και καμιά εποπτική δράση που αναλαμβάνεται έναντι των οντοτήτων που αναφέρονται στις υποπαραγράφους (i) και (ii) της παραγράφου (α), συμπεριλαμβανομένων των μέτρων έγκαιρης παρέμβασης ή απομείωσης ή της μετατροπής των οικείων κεφαλαιακών μέσων σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (2) του άρθρου 26, δεν προσδοκάται εύλογα ότι θα αποτρέψει την αφερεγγυότητα τους εντός εύλογου χρονικού διαστήματος, λαμβάνοντας υπόψη τη χρονική στιγμή και άλλες σχετικές παραμέτρους·

(3) Για σκοπούς των διατάξεων των εδαφίων (1) και (2), η Επιτροπή διαπιστώνει ότι μια οντότητα που προβλέπεται στα εδάφια (1) και (2) τελεί υπό κατάσταση αφερεγγυότητας ή ενδεχόμενης αφερεγγυότητας, εφόσον ισχύει οποιοδήποτε από τα ακόλουθα:

(α) Η εν λόγω οντότητα παραβιάζει ή υπάρχουν αντικειμενικά στοιχεία βάσει των οποίων κρίνεται ότι πρόκειται να παραβιάσει στο εγγύς μέλλον τις απαιτήσεις από τις οποίες εξαρτάται η διατήρηση της άδειας λειτουργίας της, κατά τρόπο που θα δικαιολογούσε την ανάκληση της άδειας λειτουργίας της από την Επιτροπή, μεταξύ άλλων διότι η εν λόγω οντότητα έχει υποστεί ή είναι πιθανόν να υποστεί ζημίες οι οποίες θα εξαντλήσουν σημαντικό μέρος των ιδίων κεφαλαίων της·

(β) τα περιουσιακά στοιχεία της εν λόγω οντότητας υπολείπονται, ή υπάρχουν αντικειμενικά στοιχεία που υποστηρίζουν το συμπέρασμα ότι τα περιουσιακά στοιχεία του πρόκειται, στο εγγύς μέλλον, να υπολείπονται, των υποχρεώσεών της·

(γ) η εν λόγω οντότητα δεν είναι σε θέση ή υπάρχουν αντικειμενικά στοιχεία βάσει των οποίων κρίνεται ότι η εν λόγω οντότητα δεν θα είναι σε θέση, στο εγγύς μέλλον, να εξοφλήσει τις οφειλές της ή να ανταποκριθεί σε άλλες υποχρεώσεις της όταν αυτές καταστούν απαιτητές·

(δ) απαιτείται έκτακτη δημόσια χρηματοπιστωτική στήριξη εκτός εάν, προκειμένου να αποτραπεί ή να αντιμετωπιστεί σοβαρή διαταραχή στην οικονομία ενός κράτους μέλους και να διατηρηθεί η χρηματοπιστωτική σταθερότητα, η έκτακτη δημόσια χρηματοπιστωτική στήριξη λάβει οποιαδήποτε από τις ακόλουθες μορφές:

(i) κρατική εγγύηση για την κάλυψη διευκολύνσεων ρευστότητας που παρέχονται από κεντρικές τράπεζες σύμφωνα με τους όρους των κεντρικών τραπεζών, ή

(ii) κρατική εγγύηση για νεοκδοθείσες υποχρεώσεις, ή

(iii) εισφορά ιδίων κεφαλαίων ή αγορά κεφαλαιακών μέσων σε τιμές και με όρους που δεν παρέχουν πλεονέκτημα υπέρ του ιδρύματος, εφόσον δεν υφίστανται ούτε οι περιστάσεις που εκτίθενται στις παραγράφους (α), (β) ή (γ) του παρόντος εδαφίου, ούτε οι περιστάσεις που εκτίθενται στο άρθρο 26, κατά τη στιγμή της χορήγησης της κρατικής στήριξης:

Νοείται ότι, σε καθεμία από τις περιπτώσεις που αναφέρονται στις υποπαραγράφους (i), (ii) και (iii), τα αναφερόμενα εγγυοδοτικά ή ισοδύναμα μέτρα περιορίζονται σε φερέγγυα ιδρύματα και υπόκεινται σε έγκριση δυνάμει του πλαισίου περί κρατικών ενισχύσεων στην Ένωση. Τα μέτρα αυτά έχουν προληπτικό και προσωρινό χαρακτήρα, είναι αναλογικά ως προς την αντιμετώπιση των συνεπειών της σοβαρής διαταραχής και δεν χρησιμοποιούνται για να καλυφθούν ζημίες που ήδη έχει υποστεί η οντότητα ή είναι πιθανό να υποστεί στο εγγύς μέλλον:

Νοείται περαιτέρω ότι, τα μέτρα στήριξης της υποπαραγράφου (iii) περιορίζονται στις εισφορές τις αναγκαίες για να αντιμετωπιστεί η έλλειψη κεφαλαίων που έχει διαπιστωθεί στο πλαίσιο προσομοίωσης ακραίων καταστάσεων σε επίπεδο εθνικό, ενωσιακό ή ενιαίου μηχανισμού εποπτείας, ελέγχου της ποιότητας των στοιχείων ενεργητικού ή ισοδύναμου ελέγχου εκ μέρους της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, της ΕΑΤ ή των εθνικών αρχών, κατά περίπτωση, με επιβεβαίωση από την αρμόδια αρχή.

(4) Η διαπίστωση που προβλέπεται στο εδάφιο (3) δύναται να πραγματοποιηθεί και από την αρχή εξυγίανσης, μετά από διαβούλευση με την Επιτροπή. Για την τεκμηρίωση της αξιολόγησης της αρχής εξυγίανσης, η Επιτροπή παρέχει χωρίς καθυστέρηση στην αρχή εξυγίανσης κάθε σχετική πληροφορία τυχόν ζητηθεί από την αρχή εξυγίανσης.