ΜΕΡΟΣ V ΓΕΝΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΜΗΧΑΝΙΣΜΩΝ ΥΛΟΠΟΙΗΣΗΣ
Διοικητικό πρόστιμο

18.-(1) Σε περίπτωση που η αρμόδια αρχή διαπιστώνει ότι πρόσωπο διά πράξης ή παράλειψης σε σχέση με πλοίο, παραβαίνει τις διατάξεις των άρθρων 6 και/ ή 16 και/ ή 17 του παρόντος Νόμου και/ ή κανονιστικής διοικητικής πράξης που εκδίδεται δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου και/ ή απόφασης της αρμόδιας αρχής, η αρμόδια αρχή δύναται να επιβάλλει σε τέτοιο πρόσωπο διοικητικό πρόστιμο που δεν υπερβαίνει τις δέκα χιλιάδες ευρώ (€10.000), ανάλογα με τη βαρύτητα της παράβασης, ανεξάρτητα από το αν συντρέχει ποινική ευθύνη δυνάμει του παρόντος Νόμου ή άλλου νόμου ή κανονιστικής ή διοικητικής πράξης.

(2) Προτού επιβάλει διοικητικό πρόστιμο, η αρμόδια αρχή ειδοποιεί γραπτώς διά χειρός ή ταχυδρομικώς ή μέσω τηλεομοιότυπου ή ηλεκτρονικού ταχυδρομείου ή τηλετύπου το επηρεαζόμενο πρόσωπο για την πρόθεσή της να επιβάλει το διοικητικό πρόστιμο, ενημερώνοντας το για τους λόγους για τους οποίους προτίθεται να ενεργήσει τοιουτοτρόπως και παρέχοντας σε αυτό το δικαίωμα υποβολής παραστάσεων, μέσα σε προθεσμία πέντε εργάσιμων ημερών από την ημέρα της ειδοποίησης:

Νοείται ότι, αναφορικά με πλοίο που βρίσκεται σε λιμένα της Δημοκρατίας ή αναφορικά με κυπριακό πλοίο στο οποίο επιβλήθηκε απαγόρευση εκτέλεσης πλόων, η αρμόδια αρχή δύναται:

(α) να μειώσει την προθεσμία για υποβολή παραστάσεων σε χρονικό διάστημα που δεν είναι μικρότερο των εικοσιτεσσάρων ωρών από την κοινοποίηση της ειδοποίησης, υπό την προϋπόθεση ότι η μείωση της προθεσμίας δικαιολογείται από τα, κατά περίπτωση, πραγματικά περιστατικά και αιτιολογείται στην ειδοποίηση, και από το χρόνο της ειδοποίησης. και

(β) να επιβάλει διοικητικό πρόστιμο και κατά τις μη εργάσιμες ημέρες.

(3) Η αρμόδια αρχή επιβάλλει διοικητικό πρόστιμο δυνάμει των διατάξεων του εδαφίου (1) του παρόντος άρθρου με γραπτή και αιτιολογημένη απόφασή της, την οποία διαβιβάζει στο επηρεαζόμενο πρόσωπο διά χειρός ή ταχυδρομικώς ή μέσω τηλεομοιότυπου ή ηλεκτρονικού ταχυδρομείου ή τηλετύπου. Η απόφαση αυτή:

(α) καθορίζει την παράβαση∙

(β) πληροφορεί το επηρεαζόμενο πρόσωπο-

(i) περί του δικαιώματός του να προσβάλει την απόφαση-

(Α) με προσφυγή ενώπιον του Υπουργού, σύμφωνα με το άρθρο 19. και

(Β) με προσφυγή στο Ανώτατο Δικαστήριο, σύμφωνα με το άρθρο 146 του Συντάγματος. και

(ii) για τις προθεσμίες εντός των οποίων δύνανται να ασκηθούν τα προαναφερόμενα δικαιώματα· και

(γ) καθίσταται εκτελεστή με τη διαβίβασή της.

(4) Ο Υπουργός δύναται να καθορίζει με οδηγίες του τα ενδεικτικά κριτήρια υπολογισμού του ύψους του επιβαλλόμενου, δυνάμει των διατάξεων του εδαφίου (1), διοικητικού προστίμου, χωρίς τούτο να περιορίζει τη διακριτική ευχέρεια της αρμόδιας αρχής να αποφασίζει ελεύθερα περί του ύψους του επιβαλλομένου διοικητικού προστίμου, με βάση τα κατά περίπτωση πραγματικά περιστατικά:

Νοείται ότι ο μη καθορισμός ενδεικτικών κριτηρίων δεν επηρεάζει τη δυνατότητα επιβολής διοικητικού προστίμου, νοουμένου ότι το πρόστιμο επιβάλλεται από τον Υπουργό ή το ποσό του προστίμου που επιβάλλεται εγκρίνεται από τον Υπουργό.

(5) Το επηρεαζόμενο πρόσωπο και ο αντιπρόσωπός του στη Δημοκρατία δικαιούνται έκαστος να προσβάλλουν, με ιεραρχική προσφυγή ενώπιον του Υπουργού σύμφωνα με το άρθρο 19, την απόφαση της αρμόδιας αρχής, δυνάμει του παρόντος άρθρου περί επιβολής διοικητικού προστίμου.

(6)(α) Σε περίπτωση άρνησης ή/και παράλειψης προσώπου, στο οποίο επιβλήθηκε διοικητικό πρόστιμο δυνάμει του παρόντος Νόμου, να καταβάλει στην αρμόδια αρχή τέτοιο πρόστιμο, η αρμόδια αρχή λαμβάνει δικαστικά μέτρα και εισπράττει το οφειλόμενο ποσό ως αστικό χρέος οφειλόμενο στη Δημοκρατία.

(β) Απαγορεύεται ο απόπλους πλοίου για το οποίο επιβλήθηκε διοικητικό πρόστιμο δυνάμει των διατάξεων του παρόντος άρθρου, απαγόρευση η οποία αίρεται μόνο όταν καταβληθεί όλο το ποσό ή δοθεί επαρκής εγγύηση για την κάλυψη των δαπανών. Η εγγύηση για την κάλυψη των δαπανών μπορεί να διασφαλίζεται με την κατάθεση τραπεζικής εγγύησης ή άλλης μορφής εξασφάλισης αποδεκτής από την αρμόδια αρχή ίσου ποσού από αναγνωρισμένο χρηματοπιστωτικό οργανισμό και με όρους ικανοποιητικούς για την αρμόδια αρχή.

(7) Το διοικητικό πρόστιμο που επιβάλλεται δυνάμει των διατάξεων του παρόντος άρθρου, συνιστά επιβάρυνση επί του πλοίου, η οποία ικανοποιείται κατά προτίμηση έναντι των άλλων δανειστών, αλλά έπεται της τελευταίας υποθήκης.

(8) Σε περίπτωση που το διοικητικό πρόστιμο που επιβλήθηκε δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου, προσβλήθηκε επιτυχώς είτε ενώπιον του Υπουργού κατά τα οριζόμενα στο παρόν άρθρο, είτε ενώπιον του Ανωτάτου Δικαστηρίου, κατά το άρθρο 146 του Συντάγματος, ισχύουν τα ακόλουθα -

(α) τα εδάφια (6) και (7) του παρόντος άρθρου δεν εφαρμόζονται αναφορικά με τέτοιο διοικητικό πρόστιμο∙

(β) η αρμόδια αρχή επιστρέφει οποιοδήποτε καταβληθέν προαναφερόμενο διοικητικό πρόστιμο στο πρόσωπο που το είχε καταβάλει.

Ιεραρχική προσφυγή ενώπιον του Υπουργού

19.-(1)(α) Οποιοδήποτε επηρεαζόμενο πρόσωπο ή ο αντιπρόσωπός του στη Δημοκρατία δικαιούται να προσβάλει με προσφυγή ενώπιον του Υπουργού οποιαδήποτε από τις ακόλουθες αποφάσεις της αρμόδιας αρχής η οποία αφορά αυτό το πλοίο και η οποία εκδόθηκε δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου-

(i) την ακύρωση πιστοποιητικού ασφάλισης κατά το εδάφιο (1) του άρθρου 11 του παρόντος Νόμου·

(ii) την απαγόρευση κατάπλου πλοίου σε λιμένα της Δημοκρατίας·

(iii) την εκδίωξη πλοίου από λιμένα της Δημοκρατίας·

(iv) την απαγόρευση απόπλου πλοίου από λιμένα της Δημοκρατίας·

(v) την απαγόρευση εκτέλεσης πλόων σε κυπριακό πλοίο·

(vi) τη διαταγή επί πλοίου όπως μετακινηθεί σε συγκεκριμένο χώρο και παραμείνει εκεί·

(vii) τα μέτρα που έλαβε και/ ή οι ενέργειες στις οποίες προέβηκε κατά την υποπαράγραφο (γγ) του εδαφίου (2) του άρθρου 13 του παρόντος Νόμου ή την υποπαράγραφο (εε) του εδαφίου (2) του άρθρου 14 του παρόντος Νόμου. και

(viii) την επιβολή διοικητικού προστίμου κατά το άρθρο 18 του παρόντος Νόμου.

(β) Η προσφυγή ενώπιον του Υπουργού ασκείται εγγράφως μέσα σε ανατρεπτική προθεσμία δεκαπέντε (15) ημερών από την επίδοση διά χειρός ή την αποστολή ταχυδρομικώς ή μέσω τηλεομοιότυπου ή ηλεκτρονικού ταχυδρομείου ή/και τηλετύπου της κοινοποίησης της προσβληθείσας απόφασης στο επηρεαζόμενο πρόσωπο ή στον αντιπρόσωπό του στη Δημοκρατία.

(2) Η κατά το εδάφιο (1) του παρόντος άρθρου προσφυγή δεν αναστέλλει την εκτέλεση της απόφασης.

(3) Ο Υπουργός εξετάζει την προσφυγή και, αφού ακούσει τους ενδιαφερομένους ή δώσει την ευκαιρία σε αυτούς να εκθέσουν τις απόψεις τους γραπτώς, αποφασίζει για την τύχη της, σύμφωνα με το εδάφιο (4) του παρόντος άρθρου, το αργότερο εντός προθεσμίας δέκα (10) ημερών.

(4) Ο Υπουργός δύναται να εκδώσει μία από τις ακόλουθες αποφάσεις:

(α) να επικυρώσει την προσβληθείσα απόφαση·

(β) να ακυρώσει την προσβληθείσα απόφαση·

(γ) να τροποποιήσει την προσβληθείσα απόφαση·

(δ) να προβεί σε έκδοση νέας απόφασης σε αντικατάσταση της προσβληθείσας.

Ο Υπουργός κοινοποιεί την απόφαση που εκδίδει δυνάμει του παρόντος εδαφίου διά χειρός ή ταχυδρομικώς ή μέσω τηλεομοιότυπου ή ηλεκτρονικού ταχυδρομείου ή τηλετύπου στον προσφεύγοντα, καθώς και στο επηρεαζόμενο πρόσωπο ή στον αντιπρόσωπό του στη Δημοκρατία.

(5) Σε περίπτωση που η προσβαλλόμενη απόφαση δυνάμει των διατάξεων του εδαφίου (1) του παρόντος άρθρου εκδόθηκε από τον Υπουργό ως αρμόδια αρχή, τα εδάφια (1) μέχρι και (4) του παρόντος άρθρου εφαρμόζονται, τηρουμένων των αναλογιών, ως εάν να επρόκειτο περί ένστασης στον Υπουργό.