ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ
Συνοπτικός τίτλος

1. Ο Νόμος αυτός θα αναφέρεται ως ο περί της Διαχείρισης των Εσόδων και Δαπανών και του Λογιστικού της Δημοκρατίας, Νόμος του 2002.

Ερμηνεία

2. Στον παρόντα Νόμο, εκτός αν από το κείμενο προκύπτει διαφορετική έννοια-

«άλλο Ταμείο του Δημοσίου» σημαίνει Ταμείο του Δημοσίου, άλλο από το Πάγιο Ταμείο, που ιδρύεται με νόμο για συγκεκριμένο σκοπό και που αντλεί τους πόρους του με εξειδίκευση ποσών από το Πάγιο Ταμείο και από άλλους πόρους που προβλέπονται ειδικά στον οικείο νόμο ή από οποιαδήποτε άλλη πηγή·

«Ανεξάρτητη Υπηρεσία» σημαίνει κάθε Ανεξάρτητη, δυνάμει του Συντάγματος ή νόμου Υπηρεσία της Δημοκρατίας και περιλαμβάνει οποιαδήποτε άλλη Υπηρεσία της Δημοκρατίας που δεν υπάγεται σε Υπουργείο·

«Γενικός Λογιστής» σημαίνει το Γενικό Λογιστή της Δημοκρατίας και περιλαμβάνει το Βοηθό Γενικό Λογιστή και κάθε μέλος του Γενικού Λογιστηρίου που ορίζεται ειδικά από το Γενικό Λογιστή για την άσκηση ορισμένων καθηκόντων

«δάνειο» σημαίνει χρηματικό ποσό που η Κυβέρνηση δανείζεται ή αναλαμβάνει ευθύνη ως εγγυήτρια λόγω εγγυήσεως για την αποπληρωμή του και περιλαμβάνει τη μεταβίβαση στην Κυβέρνηση ολόκληρων ή μέρους οποιωνδήποτε συμβατικών υποχρεώσεων ή δικαιωμάτων που δημιουργούνται με σύμβαση μεταξύ τρίτων, αλλά δεν περιλαμβάνει χρεόγραφα αναπτύξεως, γραμμάτια του δημοσίου, ομολογίες αποταμιεύσεως, πιστοποιητικά αποταμιεύσεως ή οποιαδήποτε άλλα ομόλογα αξιών, ή δανεισμό από την Κεντρική Τράπεζα της Κύπρου·

«δημόσια έσοδα» περιλαμβάνει όλα τα έσοδα της Δημοκρατίας με οποιαδήποτε μορφή και από οποιαδήποτε πηγή·

«δημόσια χρήματα» περιλαμβάνει όλα τα έσοδα και χρηματικά ποσά που συλλέγονται ή εισπράττονται από ή εκ μέρους της Δημοκρατίας·

«Δημόσιος Υπόλογος» σημαίνει κρατικό υπάλληλο ή λειτουργό ή άλλο εξουσιοδοτημένο πρόσωπο του κράτους, ανάλογα με την περίπτωση, ο οποίος διαχειρίζεται χρήματα, αξίες ή αγαθά που ανήκουν στη Δημοκρατία·

«Ελέγχων Λειτουργός» σημαίνει κρατικό υπάλληλο ή λειτουργό που σύμφωνα με τον ετήσιο περί Προϋπολογισμού Νόμο είναι υπεύθυνος για την εξουσιοδότηση δαπανών ή είσπραξη δημοσίων εσόδων και περιλαμβάνει κάθε υπάλληλο ή λειτουργό στον οποίο εκχωρείται τέτοια εξουσία από τον ελέγχοντα λειτουργό·

«καθορίζω» σημαίνει καθορίζω με Κανονισμούς και «καθορισμένος» έχει ανάλογη ερμηνεία·

«Πάγιο Ταμείο» σημαίνει το λογαριασμό Πάγιου Ταμείου της Δημοκρατίας·

«Προϋπολογισμός» σημαίνει το Νόμο στον οποίο προϋπολογίζονται τα έσοδα και καθορίζονται τα όρια των δαπανών της Δημοκρατίας για κάθε οικονομικό έτος και με τον οποίο απεικονίζονται στο μέτρο που είναι πρακτικά δυνατό, το ενεργητικό και το παθητικό της Δημοκρατίας στη λήξη του προηγούμενου οικονομικού έτους, ο τρόπος με τον οποίο το ενεργητικό είναι επενδυμένο ή τηρείται, και περιέχει λεπτομέρειες όσον αφορά τις εκκρεμείς υποχρεώσεις·

«Τμήμα» σημαίνει Τμήμα/Υπηρεσία ή Γραφείο που υπάγεται σε Υπουργείο·

«Υπουργός» σημαίνει τον Υπουργό Οικονομικών.