ΜΕΡΟΣ VI ΔΙΑΦΟΡΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ
Παροχή δικαιοδοσίας στο Δικαστήριο Εργατικών Διαφορών

28. Ανεξάρτητα από οποιεσδήποτε άλλες ή περί του αντιθέτου διατάξεις στο άρθρο 12 του περί Ετησίων Αδειών με Απολαβές νόμων του 1967 έως 1997 και οποιαδήποτε άλλη διάταξη οποιουδήποτε άλλου νόμου, το Δικαστήριο Εργατικών Διαφορών έχει αποκλειστική δικαιοδοσία να επιλαμβάνεται και να αποφασίζει για οποιαδήποτε εργατική διαφορά, περιλαμβανομένου και οποιουδήποτε θέματος παρεμπίπτοντος ή συμπληρωματικού προς αυτή, η οποία εγείρεται από την εφαρμογή του Νόμου αυτού ή οποιωνδήποτε Κανονισμών οι οποίοι εκδόθηκαν σύμφωνα με τις διατάξεις του Νόμου αυτού ή και των δύο.

Είσπραξη ποσών που επιδικάζονται από το Δικαστήριο Εργατικών Διαφορών

29.—(1) Απόφαση του Δικαστηρίου Εργατικών Διαφορών κατά την άσκηση της δικαιοδοσίας του δυνάμει του άρθρου 28 του παρόντος Νόμου, που επιδικάζει οποιοδήποτε ποσό, εκτελείται κατά τον ίδιο τρόπο όπως και απόφαση πολιτικού Δικαστηρίου.

(2) Ποσό που επιδικάζεται όπως προβλέπεται στο εδάφιο (1) από το Δικαστήριο Εργατικών Διαφορών περιλαμβάνεται μεταξύ των χρεών τα οποία-

(α) Δυνάμει του άρθρου 38 του περί Πτωχεύσεως Νόμου, κατά τη διανομή της ιδιοκτησίας ή των στοιχείων του ενεργητικού πτωχεύσαντος· και

(β) δυνάμει του άρθρου 300 του περί Εταιρειών Νόμου, κατά τη διάλυση εταιρείας· πρέπει να πληρώνονται κατά προτεραιότητα έναντι όλων των υπόλοιπων χρεών, όταν υποβληθεί αίτηση στο Δικαστήριο, στη μεν περίπτωση (α) πριν από την ημερομηνία του Διατάγματος Παραλαβής, στη δε περίπτωση (β) πριν από την ημερομηνία έναρξης της διάλυσης της εταιρείας.

(3) Όταν κατά το χρόνο της επιδίκασης από το Δικαστήριο Εργατικών Διαφορών έχει αρχίσει διαδικασία αναφορικά προς εργοδότη σύμφωνα με τις διατάξεις του περί Πτωχεύσεως Νόμου ή του Μέρους V του περί Εταιρειών Νόμου, ο εργοδοτουμένος προς τον οποίο έγινε η επιδίκαση εισπράττει από το Ταμείο ολόκληρο το ποσό που επιδικάστηκε. Τα δικαιώματα του εργοδοτουμένου, αναφορικά προς κάθε πληρωμή που επιδικάστηκε, τα οποία είναι καταβλητέα απευθείας από τον εργοδότη μεταβιβάζονται στο Ταμείο.

Αδικήματα

30.—(1) Οποιοσδήποτε ο οποίος-

(α) Με οποιοδήποτε τρόπο παρεμποδίζει επιθεωρητή από την άσκηση των εξουσιών που παρέχονται σ' αυτόν από τις διατάξεις του άρθρου 16·

(β) χωρίς εύλογη αιτία, παραλείπει να συμορφωθεί με οποιαδήποτε ειδοποίηση δόθηκε από την Αρχή σύμφωνα με το άρθρο 8, ή παρόλο που συμμορφώνεται με αυτή προβαίνει σε δήλωση που εν γνώσει του είναι ψευδής ως προς κάποιο ουσιώδες στοιχείο της, είναι ένοχος αδικήματος και σε περίπτωση καταδίκης, υπόκειται σε φυλάκιση που δεν υπερβαίνει τον ένα χρόνο, ή σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις χίλιες λίρες ή και στις δύο αυτές ποινές.

(2) Οποιοσδήποτε ο οποίος παραβαίνει ή παραλείπει να συμορφωθεί με οποιαδήποτε άλλη διάταξη του Νόμου αυτού είναι ένοχος αδικήματος και σε περίπτωση καταδίκης υπόκειται σε φυλάκιση που δεν υπερβαίνει τους έξι μήνες ή σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις πεντακόσιες λίρες ή και στις δύο αυτές ποινές.

Διοικητικές κυρώσεις

31.-(1) Τηρουμένων των διατάξεων του εδαφίου (2), η Αρχή δικαιούται, ανεξάρτητα του αν συντρέχει ή όχι περίπτωση ποινικής ευθύνης δυνάμει του παρόντος ή άλλου Νόμου, να επιβάλει οποιεσδήποτε διοικητικές κυρώσεις ήθελε κρίνει κατάλληλες, σε οποιοδήποτε εργοδότη, επιχείρηση, κέντρο, ίδρυμα ή οργανισμό κατάρτισης, διοικητικό σύμβουλο ή άλλο αξιωματούχο, εκπαιδευτή ή εργοδοτούμενο, καταρτισθέντα ή καταρτιζόμενο που συμμετέχουν ή συμμετείχαν σε πρόγραμμα κατάρτισης, ή σχέδιο ή άλλη δραστηριότητα της Αρχής ή σε οποιοδήποτε άλλο πρόσωπο έχει ή είχε σχέση ή ανάμειξη με οποιοδήποτε πρόγραμμα ή σχέδιο ή άλλη δραστηριότητα της Αρχής, το οποίο παραβαίνει ή παραλείπει να συμμορφωθεί με οποιαδήποτε διάταξη του παρόντος Νόμου, ή οποιαδήποτε πρόνοια Κανονισμών ή Οδηγών που εκδίδονται σύμφωνα με τις πρόνοιες του παρόντος Νόμου, ή υποβάλλει ψευδείς ή παραπλανητικές δηλώσεις, στοιχεία ή πληροφορίες στο πλαίσιο συμμόρφωσής του με οποιαδήποτε ειδοποίηση ήθελε δοθεί από την Αρχή σύμφωνα με το άρθρο 8 ή στο πλαίσιο οποιασδήποτε διαδικασίας προνοούμενης από το Νόμο ή από οποιουσδήποτε Κανονισμούς ή Οδηγό που εκδίδονται σύμφωνα με τις πρόνοιες του παρόντος Νόμου ή συμπράττει με ή βοηθά άλλο πρόσωπο να διαπράξει οποιαδήποτε από τις πάνω πράξεις ή παραλείψεις.

(2) Χωρίς επηρεασμό της γενικότητας του εδαφίου (1), οι διοικητικές κυρώσεις που δύνανται να επιβληθούν δυνάμει του εδαφίου (1) περιλαμβάνουν τη διακοπή της παροχής ωφελημάτων από την Αρχή ή τη διακοπή της συνεργασίας με την Αρχή για οποιαδήποτε χρονική περίοδο, ή επ΄ αόριστο, ή την επιβολή διοικητικού προστίμου, το οποίο σε καμιά περίπτωση δε θα υπερβαίνει τις χίλιες λίρες (Λ.Κ.1.000,00) και θα υπάρχει η δυνατότητα να επιβληθεί πέραν της μιας διοικητικής κύρωσης στο ίδιο πρόσωπο.

(3) Προτού επιβληθεί οποιαδήποτε διοικητική κύρωση δυνάμει του παρόντος Νόμου, θα παρέχεται δικαίωμα ακρόασης σε κάθε πρόσωπο, στο οποίο δυνατόν να επιβληθεί διοικητική κύρωση.

(4) Το δικαίωμα ακρόασης δυνάμει του εδαφίου (3)  θα ασκείται είτε αυτοπροσώπως είτε διά δικηγόρου της εκλογής του ενδιαφερομένου και είτε προφορικώς είτε γραπτώς, όπως θα ορίζει η Αρχή.

(5) Η Αρχή δύναται να ρυθμίζει, με εσωτερικούς κανονισμούς, τη διαδικασία που θα ακολουθείται για την εξέταση υποθέσεων που ενδεχομένως να οδηγήσουν στην επιβολή διοικητικών κυρώσεων.

(6) Σε περίπτωση παράλειψης πληρωμής οποιουδήποτε διοικητικού προστίμου που επιβάλλεται σύμφωνα με τον παρόντα Νόμο, η Αρχή δύναται να λάβει δικαστικά μέτρα και να εισπράξει το οφειλόμενο ποσό ως αστικό χρέος οφειλόμενο στην Αρχή, ή δύναται να το εισπράξει κατακρατώντας το από οποιοδήποτε ποσό που οφείλεται ως χορήγημα ή άλλως πως προς το πρόσωπο στο οποίο επιβλήθηκε το πρόστιμο.

Χρηματικές ποινές που εισπράττονται καταβάλλονται στο Ταμείο

32. Όλες οι χρηματικές ποινές, που επιβάλονται σύμφωνα με τις διατάξεις του Νόμου αυτού και των Κανονισμών που εκδίδονται σύμφωνα με αυτόν, καταβάλλονται στο Ταμείο, εκτός αν καθοριστεί διαφορετικά.

Εξουσίες Υπουργικού Συμβουλίου για μεταβίβαση αρμοδιοτήτων και περιουσιακών στοιχείων στην Αρχή

33.—(1) Το Υπουργικό Συμβούλιο μπορεί με απόφασή του-

(α) Να μεταβιβάζει στην Αρχή, με τους όρους που αυτό κρίνει αναγκαίους, τη διαχείριση ή κυριότητα της περιουσίας οποιωνδήποτε υφιστάμενων, κατά την ημερομηνία έναρξης του Νόμου αυτού, δημόσιων Ιδρυμάτων, Κέντρων ή Οργανισμών κατάρτισης και τις αρμοδιότητες, ευθύνες, υποχρεώσεις ή δικαιώματα σε σχέση με αυτά·

(β) να ορίζει όπως, από ημερομηνία που θα καθορίζεται στην απόφασή του, αρμοδιότητες του Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων ή οποιουδήποτε δημόσιου Ιδρύματος, Κέντρου ή Υπηρεσίας που υπάγεται σ' αυτό ή άλλου, τις οποίες η Αρχή εξουσιοδοτείται με το Νόμο αυτό να ασκεί, περιέλθουν στην Αρχή με τέτοιους όρους και περιορισμούς που θα αποφασίσει το Υπουργικό Συμβούλιο.

(2) Οποιαδήποτε απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου σύμφωνα με τις Διατάξεις του άρθρου αυτού δύναται να προνοεί, εκτός των άλλων, για την υποχρέωση της Αρχής να συνεχίσει οποιοδήποτε πρόγραμμα κατάρτισης που εφαρμόζεται από το Ίδρυμα, Κέντρο ή Υπηρεσία κατά την ημερομηνία έναρξης της ισχύος του Νόμου αυτού, για τους όρους της συνέχισης αυτής, και για οποιαδήποτε άλλα συναφή θέματα για την απρόσκοπτη και ομαλή διαδοχή της λειτουργίας, οποιουδήποτε από αυτά τα Ιδρύματα, Κέντρα ή Υπηρεσίες.

Μεταβατικές εξουσίες

34. Πρόσθετα προς τις διατάξεις του άρθρου 5, η Αρχή έχει εξουσία όπως αναφορικά προς οποιεσδήποτε αρμοδιότητες ή Ιδρύματα, Κέντρα ή Υπηρεσίες που μεταβιβάζονται ή περιέχονται στην Αρχή δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 33-

(α) Συνεχίσει οποιοδήποτε πρόγραμμα αναφέρεται σε απόφαση που εκδόθηκε σύμφωνα με τις πρόνοιες του εδαφίου (2) του άρθρου 33·

(β) αναγνωρίζει για τους σκοπούς του Νόμου αυτού οποιαδήποτε κατάρτιση παρασχέθηκε με τους όρους που θα κρίνει σκόπιμο:

Νοείται ότι τίποτε στο άρθρο αυτό δεν εμποδίζει την Αρχή από του να τροποποιήσει οποιοδήποτε πρόγραμμα που αναλαμβάνει με αυτό τον τρόπο ή να ορίσει ότι αυτό θα συνεχίσει να λειτουργεί σύμφωνα με τα πρότυπα επαγγελματικών προσόντων και τα επίπεδα ποιότητας που ορίζονται από την Αρχή.

Υπάλληλοι της Αρχής κατά προτίμηση πρώην δημόσιοι υπάλληλοι

35.—(1) Δημόσιοι υπάλληλοι, οι οποίοι απασχολούνται με αρμοδιότητες που μεταβιβάζονται στην Αρχή δυνάμει του άρθρου 33 και οι υπηρεσίες των οποίων δεν είναι πλέον αναγκαίες στην Κυβέρνηση εξαιτίας της μεταβίβασης, θα προσληφθούν από την Αρχή, με όχι λιγότερο ευνοϊκούς όρους εργοδότησης.

(2) Κάθε δημόσιος υπάλληλος που θα προσληφθεί από την Αρχή όπως προβλέπει το εδάφιο (1) του άρθρου αυτού για περίοδο δύο ετών από την πρόσληψή του δεν μπορεί να απολυθεί παρά μόνο με όποιες προϋποθέσεις θα μπορούσε να απολυθεί από τη δημόσια υπηρεσία κατά το χρόνο της τελευταίας εργοδότησής του σ' αυτή, διατηρεί δε προς το σκοπό αυτό τα δικαιώματα τα οποία απολάμβανε κατά το χρόνο εκείνο.

Μεταφορά δημόσιων υπαλλήλων στην Αρχή

36.—(1) Χωρίς επηρεασμό των διατάξεων των άρθρων 13 και 35, κάθε δημόσιος υπάλληλος ο οποίος αμέσως πριν από τη μεταβίβαση υπηρετεί σε αρμοδιότητες που μεταβιβάζονται στην Αρχή, δύναται με απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου, να μεταφερθεί από την ημερομηνία της μεταβίβασης στην υπηρεσία της Αρχής και τοποθετείται από αυτή, εφόσον αυτό είναι πρακτικά δυνατό, σε θέση οι λειτουργίες της οποίας είναι ανάλογες προς τις λειτουργίες της θέσης που κατέχεται από αυτόν στη δημόσια υπηρεσία της Δημοκρατίας.

(2) Κάθε δημόσιος υπάλληλος δύναται είτε μέσα σε ένα μήνα από την ημερομηνία αυτής της μεταφοράς, ή μετά από αυτή τη μεταφορά, μέσα σε ένα μήνα από την κοινοποίηση σ' αυτόν των όρων υπηρεσίας της θέσης του και της διάρθρωσης των υπηρεσιών της Αρχής, να δηλώσει με έγγραφη γνωστοποίηση προς την Αρχή ότι δεν επιθυμεί αυτή την υπηρεσία στην Αρχή, οπότε παύει να είναι στην υπηρεσία της Αρχής μετά πάροδο έξι μηνών από την ημερομηνία της γνωστοποίησής του για την επιθυμία του αυτή και σ' αυτή την περίπτωση δικαιούται στα ίδια ωφελήματα που θα δικαιούτο αν αποχωρούσε από τη δημόσια υπηρεσία της Δημοκρατίας σύμφωνα με τις διατάξεις του ισχύοντος τότε περί Συντάξεων Νόμου που είχαν εφαρμογή στη δική του περίπτωση.

(3) Η υπηρεσία του δημόσιου αυτού υπαλλήλου στην Αρχή θα θεωρείται χωρίς διακοπή συνέχιση της υπηρεσίας του στη δημόσια υπηρεσία της Δημοκρατίας και η αντιμισθία και οι υπόλοιποι όροι υπηρεσίας του στην Αρχή δεν μπορούν να μεταβληθούν δυσμενώς γι' αυτόν κατά τη διάρκεια της συνέχισης της υπηρεσίας του στην Αρχή.

Για τους σκοπούς του εδαφίου αυτού «όροι υπηρεσίας» περιλαμβάνουν ότι αφορά στην άδεια, παύση ή αποχώρηση, σύνταξη, πρόσθετα χορηγήματα ή άλλα παρόμοια επιδόματα:

Νοείται ότι για οποιαδήποτε τυχόν σύνταξη ή άλλα ωφελήματα αποχώρησης μέχρι την ημέρα μεταφοράς του δημόσιου υπαλλήλου στην υπηρεσία της Αρχής παραμένει υπεύθυνη η Δημοκρατία και μετά την ημέρα αυτή μέχρι την ημέρα αποχώρησής του από την Αρχή είναι υπεύθυνη η Αρχή.

(4) Κάθε δημόσιος υπάλληλος που μεταφέρεται στην υπηρεσία της Αρχής σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου αυτού, κατά τη διάρκεια της υπηρεσίας του στην Αρχή, τηρουμένων οποιωνδήποτε εσωτερικών κανονισμών ή οδηγιών της Αρχής, απολαμβάνει όλων των δικαιωμάτων και ωφελημάτων και υπόκειται σε όλες τις υποχρεώσεις και καθήκοντα των δημόσιων υπαλλήλων σύμφωνα με τις διατάξεις του περί Δημόσιας Υπηρεσίας Νόμου ή οποιουδήποτε άλλου νόμου που τροποποιεί ή αντικαθιστά αυτόν.

(5) Το παρόν άρθρο δεν εφαρμόζεται ως προς άλλον υπάλληλο της Αρχής, παρά μόνο ως προς αυτούς που αναφέρονται στο εδάφιο (1).

Κανονισμοί

37.—(1) Η Αρχή εκδίδει, με την έγκριση του Υπουργικού Συμβουλίου, Κανονισμούς για την καλύτερη εφαρμογή των διατάξεων του Νόμου αυτού και για τον καθορισμό κάθε θέματος το οποίο σύμφωνα με τις διατάξεις ή για τους σκοπούς του Νόμου αυτού χρήζει ή είναι επιδεκτικό καθορισμού, ή προνοείται από το Νόμο αυτό ότι δύναται να καθορίζεται με Κανονισμούς.

(2) Χωρίς επηρεασμό της γενικότητας των εξουσιών που παρέχονται με το εδάφιο (1), οι Κανονισμοί δύνανται να ρυθμίζουν ή καθορίζουν όλα ή οποιοδήποτε από τα ακόλουθα θέματα:

(α) Τη διοργάνωση, εφαρμογή ή λειτουργία οποιουδήποτε προγράμματος κατάρτισης, τη μορφή κατάρτισης ή τον καθορισμό και τη ρύθμιση πρότυπων επαγγελματικών προσόντων·

(β) τη διεξαγωγή εξετάσεων και έκδοση πιστοποιητικών και τον καθορισμό των τελών που θα καταβάλλονται σε σχέση με αυτά·

(γ) τον καθορισμό, επιβολή και είσπραξη τελών·

(δ) τον καθορισμό, επιβολή και είσπραξη δικαιωμάτων για οποιεσδήποτε παρεχόμενες υπηρεσίες ή για οποιοδήποτε άλλο θέμα·

(ε) τη διοίκηση και ρύθμιση του Ταμείου, περιλαμβανομένου του καθορισμού του χρόνου και τρόπου καταβολής οποιωνδήποτε τελών και δικαιωμάτων-

(στ) την καταβολή χορηγημάτων σε εργοδότες ή εργοδοτουμένους.

(3) Κανονισμοί που εκδίδονται σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου αυτού δύνανται να προνοούν ότι η παράβασή τους συνιστά αδίκημα το οποίο τιμωρείται με χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις πεντακόσιες λίρες ή με φυλάκιση που δεν υπερβαίνει τους έξι μήνες ή και με τις δύο ποινές. Επίσης αυτοί δύνανται να προνοούν για επιβολή διοικητικών κυρώσεων σε περίπτωση παραβάσεώς τους.

(4) Κανονισμοί που εκδίδονται σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου αυτού καταθέτονται στη Βουλή των Αντιπροσώπων. Αν μέσα σε εξήντα ημέρες από την κατάθεσή τους η Βουλή των Αντιπροσώπων με απόφασή της δεν τροποποιήσει ή ακυρώσει τους Κανονισμούς που κατατέθηκαν, στο σύνολο τους ή μερικώς, τότε αυτοί, αμέσως μετά από την πάροδο της πιο πάνω προθεσμίας, δημοσιεύονται στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας και αρχίζει η ισχύς τους από τη δημοσίευση αυτή. Σε περίπτωση τροποποίησής τους από τη Βουλή των Αντιπροσώπων, στην ολότητά τους ή μερικώς, αυτοί δημοσιεύονται στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας όπως τροποποιήθηκαν από τη Βουλή των Αντιπροσώπων και αρχίζει η ισχύς τους από τη δημοσίευση αυτή.

(5) Κανονισμοί εκδιδόμενοι δυνάμει του παρόντος άρθρου δύνανται να έχουν αναδρομική ισχύ.

Καταργήσεις και επιφυλάξεις

38.—(1) Με την επιφύλαξη των διατάξεων του εδαφίου (2) του παρόντος άρθρου οι περί Βιομηχανικής Καταρτίσεως Νόμοι του 1974 έως (Αρ. 2) του 1980 καταργούνται.

(2) Ανεξάρτητα από την κατάργηση των περί Βιομηχανικής Καταρτίσεως Νόμων του 1974 έως (Αρ. 2) του 1980-

(α) Οι πράξεις, αποφάσεις και ενέργειες της Αρχής και των υπηρεσιών της που λήφθηκαν ή έγιναν σύμφωνα με τις διατάξεις των περί Βιομηχανικής Καταρτίσεως Νόμων του 1974 έως (Αρ. 2) του 1980 και των Κανονισμών που εκδόθηκαν με βάση αυτούς δεν επηρεάζονται·

(β) όλες οι διεξαχθείσες εργασίες από το Διοικητικό Συμβούλιο και το Γενικό Διευθυντή της Αρχής Βιομηχανικής Κατάρτισης Κύπρου και όλες οι ληφθείσες από αυτούς αποφάσεις μέχρι την ημερομηνία της έναρξης της ισχύος του παρόντος Νόμου, εξακολουθούν να ισχύουν και να θεωρούνται έγκυρες και μετά την έναρξη της ισχύος του παρόντος Νόμου·

(γ) προγράμματα κατάρτισης, σχέδια κατάρτισης, χορηγήματα, επιδόματα, υποτροφίες ή άλλα θέματα που σχετίζονται με την κατάρτιση και άρχισαν ή αποφασίστηκαν ή παραχωρήθηκαν σύμφωνα με τις διατάξεις των περί Βιομηχανικής Καταρτίσεως Νόμων του 1974 έως (Αρ. 2) του 1980 δεν επηρεάζονται και μπορούν να συνεχίζουν και να ολοκληρώνονται με βάση τις διατάξεις του παρόντος Νόμου-

(δ) περιουσία και έσοδα της Αρχής που αποκτήθηκαν ή υποχρεώσεις που δημιουργήθηκαν σύμφωνα με τις διατάξεις των περί Βιομηχανικής Καταρτίσεως Νόμων του 1974 έως (Αρ. 2) του 1980 συνεχίζουν να αποτελούν περιουσιακά στοιχεία ή υποχρεώσεις της Αρχής σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος Νόμου·

(ε) τα έσοδα που θα βρίσκονται στο Ταμείο Βιομηχανικής Κατάρτισης, το οποίο ιδρύθηκε και λειτουργούσε με βάση τους περί Βιομηχανικής Καταρτίσεως Νόμους του 1974 έως (Αρ. 2) του 1980, κατά την ημερομηνία έναρξης της ισχύος του παρόντος Νόμου, θεωρούνται, ως εάν αποτελούσαν έσοδα του Ταμείου Ανάπτυξης Ανθρώπινου Δυναμικού·

(στ) οι υπάλληλοι που αμέσως πριν την ημερομηνία έναρξης της ισχύος του παρόντος Νόμου ήσαν υπάλληλοι της Αρχής Βιομηχανικής Καταρτίσεως Κύπρου σύμφωνα με τις πρόνοιες των περί Βιομηχανικής Καταρτίσεως Νόμων του 1974 έως (Αρ. 2) του 1980, συνεχίζουν να είναι υπάλληλοι της Αρχής με την ονομασία Αρχή Ανάπτυξης Ανθρώπινου Δυναμικού από την έναρξη της ισχύος του παρόντος Νόμου και η υπηρεσία τους θεωρείται ότι συνεχίζεται χωρίς διακοπή με τα ίδια ωφελήματα, δικαιώματα και υποχρεώσεις που είχαν αμέσως πριν την ημερομηνία έναρξης της ισχύος του παρόντος Νόμου·

(ζ) Κανονισμοί που εκδόθηκαν σύμφωνα με τις πρόνοιες των περί Βιομηχανικής Καταρτίσεως Νόμων του 1974 έως (Αρ. 2) του 1980 και που βρίσκονται σε ισχύ αμέσως πριν την ημερομηνία έναρξης της ισχύος του παρόντος Νόμου, θεωρούνται από εκείνη την ημερομηνία ότι είναι Κανονισμοί που εκδόθηκαν σύμφωνα με τις πρόνοιες του παρόντος Νόμου, θα εφαρμόζονται με οποιεσδήποτε αναγκαίες τροποποιήσεις, και θα ισχύουν μέχρις ότου τροποποιηθούν, καταργηθούν ή αντικατασταθούν από Κανονισμούς που ήθελαν εκδοθεί δυνάμει του παρόντος Νόμου.

Κατάργηση του περί Μαθητευομένων Νόμου

39. Ο περί Μαθητευομένων Νόμος του 1966 καταργείται, χωρίς επηρεασμό όλων όσων έγιναν σύμφωνα με τις διατάξεις του, από την ημερομηνία έναρξης της ισχύος του παρόντος άρθρου.

Έναρξη της ισχύος του παρόντος Νόμου

40.—(1) Ο Νόμος αυτός, εκτός από το άρθρο 39 αυτού θα τεθεί σε ισχύ από την ημερομηνία της δημοσίευσης του στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας.

(2) Το άρθρο 39 του παρόντος Νόμου θα τεθεί σε ισχύ σε ημερομηνία που θα καθορισθεί από το Υπουργικό Συμβούλιο με γνωστοποίηση που θα δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας.