ΜΕΡΟΣ IX ΕΞΟΥΣΙΑΙ ΕΠΕΜΒΑΣΕΩΣ ΚΑΙ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΕΩΣ ΒΙΒΛΙΩΝ ΚΑΙ ΕΓΓΡΑΦΩΝ ΕΤΑΙΡΕΙΩΝ
Εξουσία λήψεως πληροφοριών και κλήσεως προς παρουσίασιν εγγράφων

46.-(1) Ο Έφορος δύναται να απαιτήση παρά εταιρείας υποκειμένης εις τας διατάξεις του παρόντος Νόμου όπως παράσχη αυτώ καθ' ωρισμένους χρόνους ή χρονικά διαστήματα, πληροφορίας περί ωρισμένων θεμάτων αίτινες, εάν ο Έφορος ούτως απαιτή, θα επαληθεύωνται κατά τον οριζόμενον τρόπον.

(2) O Έφορος δύναται-

(α) να απαιτήση παρά τίνος εταιρείας όπως παρουσιάση, καθ' οιονδήποτε εύλογον χρόνον και εις οιονδήποτε τόπον ως ούτος ήθελε καθορίσει, τοιαύτα βιβλία και έγγραφα ως ούτος ήθελε καθορίσει ή

(β) να εξουσιοδοτήση οιονδήποτε πρόσωπον όπως, κατόπιν παρουσιάσεως του αποδεικτικού της εξουσιοδοτήσεως του (εάν ήθελε ζητηθή τούτο παρ' αυτού), απαιτήση παρά τίνος εταιρείας όπως παρουσιάση αυτώ πάραυτα οιαδήποτε βιβλία ή έγγραφα άτινα το πρόσωπον τούτο ήθελε καθορίσει.

(3) Οσάκις δυνάμει του εδαφίου (2) ο Έφορος ή το υπ ' αυτού εξουσιοδοτηθέν πρόσωπον κέκτηται εξουσίαν να απαιτή την παρουσίασιν οιωνδήποτε βιβλίων ή εγγράφων παρά οιασδήποτε εταιρείας, ο Έφορος ή το εξουσιοδοτηθέν πρόσωπον κέκτηται την αυτήν εξουσίαν να απαιτή την παρουσίασιν των εν λόγω βιβλίων ή εγγράφων παρ' οιουδήποτε προσώπου όπερ φαίνεται εις αυτόν ότι έχει ταύτα εις την κατοχήν του αλλ' οσάκις οιονδήποτε πρόσωπον παρά του οποίου απαιτήται η τοιαύτη παρουσίασις προβάλλει δικαίωμα επισχέσεως (lien) επί των υπ' αυτού παρουσιαζομένων βιβλίων ή εγγράφων, η παρουσίασις δεν θα παραβλάπτη το δικαίωμα επισχέσεως.

(4) Πάσα εξουσία χορηγουμένη δυνάμει των εδαφίων (2) και (3) περιλαμβάνει εξουσίαν-

(α) εάν τα βιβλία ή τα έγγραφα παρουσιασθούν-

(ι) λήψεως αντιγράφων ή αποσπασμάτων εξ αυτών και

(ιι) απαιτήσεως παροχής επεξηγήσεως αναφορικώς προς οιονδήποτε τούτων παρά του παρουσιάσαντος ταύτα προσώπου ή παρ' οιουδήποτε προσώπου όπερ διατελεί ή διετέλεσε μέλος του διοικητικού συμβουλίου, ρυθμιστής (controller) ή ελεγκτής της εταιρείας ή όπερ απασχολείται ή απησχολείτο καθ' οιονδήποτε χρόνον υπό της συγκεκριμένης εταιρείας.

(β) εάν τα βιβλία ή έγγραφα δεν παρουσιασθούν, απαιτήσεως παρά του προσώπου παρ' ου απητήθη όπως παρουσιάση ταύτα να δηλώση, εξ όσων κάλλιον γνωρίζει και πιστεύει, τον τόπον όπου ταύτα ευρίσκονται.

(5) Δήλωσις γενομένη υπό προσώπου κατόπιν απαιτήσεως δυνάμει του παρόντος άρθρου δύναται να χρησιμοποιηθή ως αποδεικτικόν στοιχείον κατ' αυτού.

Είσοδος εις υποστατικά και έρευνα αυτών

47.-(1) Εάν δικαστής Επαρχιακού Δικαστηρίου πεισθή επί τη ενόρκω καταγγελία του Εφόρου ή λειτουργού τίνος εξουσιοδοτημένου υπ' αυτού, ότι υφίσταται εύλογος υποψία ότι εν οιωδήποτε υποστατικώ υπάρχουν βιβλία ή έγγραφα των οποίων έχει απαιτηθή η παρουσίασις δυνάμει του άρθρου 46 και άτινα δεν έχουν παρουσιασθή συμφώνως προς την τοιαύτην απαίτησιν, ούτος δύναται να εκδώση ένταλμα εξουσιοδοτούν οιονδήποτε αστυνομικόν, ομού μεθ' οιωνδήποτε ετέρων προσώπων κατονομαζομένων εν τω εντάλματι, όπως εισέλθουν εις τα εν τη καταγγελία περιγραφόμενα υποστατικά χρησιμοποιούντα τοιαύτην βίαν οία ήθελε είναι αναγκαία προς τον σκοπόν αυτόν, και όπως ερευνήσουν τα τοιαύτα υποστατικά και λάβουν την κατοχήν οιωνδήποτε βιβλίων ή εγγράφων άτινα εμφανίζονται ότι είναι τα απαιτηθέντα τοιαύτα ή να προβούν εις οιανδήποτε ετέραν πράξιν ήτις ήθελεν είναι αναγκαία διά την προστασίαν αυτών.

(2) Παν ένταλμα εκδοθέν δυνάμει του παρόντος άρθρου παραμένει εν ισχύι διά περίοδον ενός μηνός από της ημερομηνίας εκδόσεως του.

(3) Άπαντα τα βιβλία ή έγγραφα ώντινων η κατοχή ελήφθη δυνάμει του παρόντος άρθρου δύνανται να κατακρατηθώσι διά περίοδον τριών μηνών ή, εάν εντός της τοιαύτης περιόδου ήθελεν ασκηθή ποινική δίωξις ως αναφέρεται εις το εδάφιον (1)(α) ή (β) του άρθρου 48 μέχρι της εκδικάσεως του ποινικού αδικήματος.

(4) Παν πρόσωπον όπερ παρεμποδίζει την δυνάμει εντάλματος εκδοθέντος βάσει του παρόντος άρθρου άσκησιν του δικαιώματος εισόδου ή ερεύνης, ή λήψεως κατοχής οιωνδήποτε βιβλίων ή εγγράφων, είναι ένοχον ποινικού αδικήματος και υπόκειται εις φυλάκισιν μη υπερβαίνουσαν τους τρεις μήνας ή εις χρηματικήν ποινήν μη υπερβαίνουσαν τας επτακοσίας πεντήκοντα λίρας ή εις αμφοτέρας τας ποινάς ταύτας.

Απόρρητον πληροφοριών

48.-(1) Ουδεμία πληροφορία ή έγγραφον όπερ ελήφθη δυνάμει του άρθρου 46 ή 47 δύναται, άνευ της συνεναίσεως της ενδιαφερομένης εταιρείας, να δημοσιευθή ή αποκαλυφθή, ειμή προς αρμοδίαν αρχήν ή εκτός εάν η δημοσίευσις ή αποκάλυψις απαιτήται-

(α) προς τον σκοπόν ασκήσεως ποινικής διώξεως ή διά τους σκοπούς ποινικής διώξεως, κατ' εφαρμογήν του περί Εταιρειών Νόμου ή του παρόντος Νόμου, ή οιασδήποτε ποινικής διώξεως διά ποινικόν αδίκημα αναφορικώς προς την διαχείρισιν των υποθέσεων της εταιρείας ή την διάθεσιν ή ιδιοποίησιν περιουσιακών στοιχείων αυτής

(β) προς τον σκοπόν ασκήσεως ποινικής διώξεως ή διά τους σκοπούς ποινικής διώξεως κατ' εφαρμογήν του περί Ελέγχου Συναλλάγματος Νόμου.

Καταστροφή, ακρωτηριασμός κ.λ.π. εγγράφων της εταιρείας ή παροχή ψευδών πληροφοριών

49.-(1) Πας όστις, ων αξιωματούχος ή υπάλληλος ασφαλιστικής τίνος εταιρείας υποκειμένης εις τον παρόντα Νόμον, καταστρέφει, ακρωτηριάζει ή παραποιεί, ή ενέχεται εις την καταστροφήν, ακρωτηριασμόν ή την παραποίησιν οιουδήποτε εγγράφου αφορώντος εις τα περιουσιακά στοιχεία ή τας υποθέσεις της εταιρείας, ή προβαίνει εις οιανδήποτε ψευδή καταχώρησιν εν οιωδήποτε τοιούτω εγγράφω ή ενέχεται εις αυτήν, είναι ένοχος ποινικού αδικήματος εκτός εάν ούτος απόδειξη ότι δεν είχε πρόθεσιν να αποκρύψη την κατάστασιν πραγμάτων της εταιρείας ή να καταστρατηγήση τον Νόμον.

(2) Το ως άνω ειρημένον πρόσωπον όπερ δολίως αποχωρίζεται, αλλοιοί ή παραλείπει να καταχωρήση τι, εν οιωδήποτε τοιούτω εγγράφω, ή όπερ ενέχεται εις τον δόλιον αποχωρισμόν, αλλοίωσιν ή παράλειψιν εν τω τοιούτω εγγράφω, είναι ένοχον ποινικού αδικήματος.

(3) Πρόσωπον τι, όπερ καλείται να παράσχη επεξήγησιν ή να προβή εις τινα δήλωσιν σχετικήν προς την κατάστασιν της εταιρείας, παρέχει ή προβαίνει εις ταύτην εν γνώσει ότι είναι ψευδής ως προς ουσιώδες τι στοιχείον ή απερισκέπτως παρέχει ή προβαίνει εις επεξήγησιν ή δήλωσιν ήτις είναι ψευδής, είναι ένοχον ποινικού αδικήματος.

(4) Πρόσωπον όπερ ήθελεν ευρεθή ένοχον ποινικού αδικήματος δυνάμει του παρόντος άρθρου υπόκειται εις χρηματικήν ποινήν μη υπερβαίνουσαν τας £1500 ή εις φυλάκισιν μη υπερβαίνουσαν τα τρία έτη ή εις αμφοτέρας τας ποινάς ταύτας, εφ' όσον πρόκειται περί φυσικού προσώπου, εις χρηματικήν δε ποινήν μη υπερβαίνουσαν τας δύο χιλιάδας λίρας εις πάσαν ετέραν περίπτωσιν.

Επιφύλαξις διά τους ασκούντος το επάγγελμα δικηγόρους και τραπεζίτας

50.-(1) Ουδέν των εν τω παρόντι Μέρει του Νόμου διαλαμβανομένων δύναται να ερμηνευθή ως υποχρεούν δικηγόρον ασκούντα το επάγγελμα όπως παρουσιάση έγγραφον τι περιέχον προνομιούχον ανακοίνωσιν γενομένην υπ' αυτού ή προς αυτόν υπό την ιδιότητα του ως δικηγόρου ή ως επιτρέπον την λήψιν κατοχής οιουδήποτε τοιούτου εγγράφου ευρισκομένου εις την κατοχήν τούτου.

(2) Ο Έφορος δεν δύναται, δυνάμει του άρθρου 46 του παρόντος Νόμου, να απαιτήση ή να εξουσιοδοτήση λειτουργόν αυτού να απαιτήση την παρουσίασιν υπό τίνος προσώπου ασκούντος τραπεζικός εργασίας εγγράφου τινός αφορώντος εις τας υποθέσεις πελάτου του, εκτός εάν είτε τούτο εξ αντικειμένου είναι αναγκαίον προς τον σκοπόν διερευνήσεως των υποθέσεων του πρώτου αναφερομένου προσώπου είτε ο πελάτης είναι πρόσωπον εις το οποίον έχει επιβληθή υποχρέωσις δυνάμει του εν λόγω άρθρου.

Επίσπευσις πληροφοριών απαιτουμένων δυνάμει λογιστικών προνοιών

51. Ο Έφορος δύναται να απαιτήση όπως οιαδήποτε έγγραφα, άτινα δυνάμει του άρθρου 28 απαιτείται να κατατεθούν παρ' αυτώ υπό τίνος εταιρείας εντός της εν τω άρθρω τούτω καθοριζομένης προθεσμίας, κατατεθούν παρ' αυτώ κατά ή προ ωρισμένης ημερομηνίας προ της λήξεως της εν λόγω προθεσμίας η ημερομηνία αύτη δέον να είναι ουχί ενωρίτερον των τριών μηνών προ της λήξεως της εν λόγω προθεσμίας και ουχί ενωρίτερον του ενός μηνός μετά την ημερομηνίαν καθ' ην εζητήθησαν τα έγγραφα.

Κατάλοιπον εξουσίας προς επιβολήν όρων διά την προστασία των κατόχων ασφαλιστηρίων

52. Ο Έφορος δύναται να απαιτήση παρ' εταιρείας τινός όπως λάβη τα κατά την κρίσιν αυτού κατάλληλα μέτρα διά την προστασίαν των κατόχων ασφαλιστηρίων ή των μελλοντικών κατόχων ασφαλιστηρίων της εταιρείας έναντι του κινδύνου αδυναμίας της εταιρείας να ανταποκριθή εις τας υποχρεώσεις της ή, εν περιπτώσει κλάδου μακροπροθέσμων εργασιών, να εκπληρώση τας ευλόγους προσδοκίας των κατόχων ασφαλιστηρίων ή των μελλοντικών κατόχων ασφαλιστηρίων.

Λόγοι δι'ους ασκούνται αι εξουσίαι

53.-(1) Πάσα εξουσία του Εφόρου δυνάμει των άρθρων 46 έως 52 θα ασκήται αναφορικώς προς οιανδήποτε ασφαλιστικήν εταιρείαν υποκειμένην εις τον παρόντα Νόμον και θα ασκήται εφ' οιωδήποτε των κάτωθι λόγων-

(α) Οσάκις ο Έφορος θεωρή την άσκησιν της εξουσίας επιθυμητήν διά την προστασίαν Κυπρίων κατόχων ασφαλιστηρίων της εταιρείας έναντι του κινδύνου αδυναμίας της εταιρείας να ανταποκριθή εις τας υποχρεώσεις της, ή εν περιπτώσει κλάδου μακροπροθέσμων εργασιών, να εκπληρώση τας ευλόγους προσδοκίας των κατόχων ασφαλιστηρίων ή μελλοντικών κατόχων ασφαλιστηρίων

(β) οσάκις η εταιρεία παρέλειψε να εκπληρώση υποχρέωσιν η οποία της επεβλήθη δυνάμει του παρόντος Νόμου·

(γ) οσάκις η εταιρεία τω παρέσχε παραπλανητικός ή ανακριβείς πληροφορίας δυνάμει ή διά τους σκοπούς του παρόντος Νόμου

(δ) οσάκις ούτος δεν ικανοποιηθή ότι υφίστανται εν ισχύι ή ότι θα γίνουν επαρκείς διευθετήσεις διά την αντασφάλισιν κινδύνων έναντι των οποίων ασφαλίζονται υπό της εταιρείας πρόσωπα εν τη πορεία διεξαγωγής των εργασιών της, οίτινες κίνδυνοι είναι τοιαύτης φύσεως εις την περίπτωσιν των οποίων ούτος θεωρεί ότι απαιτούνται τοιαύται διευθετήσεις

(ε) οσάκις υφίσταται λόγος διά τον οποίον ούτος θα εκωλύετο, δυνάμει του άρθρου 9 του παρόντος Νόμου, να εκδώση άδειαν εις την εταιρείαν εάν αύτη ήθελεν υποβάλει σχετικήν αίτησιν.

(2) Πάσα τοιαύτη εξουσία, ως αναφέρεται εν τω εδαφίω (1), θα ασκήται αναφορικώς προς οιανδήποτε τοιαύτην εταιρείαν-

(α) εφ' όσον διεξάγει εργασίας γενικού κλάδου, επί τω λόγω ότι ο Έφορος δεν ικανοποιείται ότι η εταιρεία δεν πρόκειται να θεωρηθή (δυνάμει του άρθρου 36(2)(α) και (γ) του παρόντος Νόμου) διά τους σκοπούς του άρθρου 211 του περί Εταιρειών Νόμου ως μη δυναμένη να εξοφλήση τας οφειλάς της

(β) εφ' όσον ασκεί κλάδον μακροπροθέσμων εργασιών, επί τω λόγω ότι ο Έφορος δεν ικανοποιείται ότι η αξία του ενεργητικού του αντιπροσωπεύοντος το απόθεμα ή τα αποθέματα τα τηρούμενα αναφορικώς προς τας μακροπροθέσμους εργασίας αυτής υπερβαίνει το ποσόν των εκ των μακροπροθέσμων εργασιών υποχρεώσεων της

και διά τους σκοπούς της παραγράφου (β), η αξία του ενεργητικού και το ποσόν των υποχρεώσεων θα υπολογίζεται συμφώνως προς οιουσδήποτε εφαρμοστέους κανόνας περί εκτιμήσεως.

(3) Η υπό των εδαφίων (2) έως (4) του άρθρου 46 χορηγουμένη εις τον Έφορον εξουσία θα ασκήται ωσαύτως επί τω λόγω ότι ούτος θεωρεί την άσκησιν της εξουσίας ταύτης επιθυμητήν διά το γενικόν συμφέρον των προσώπων άτινα είναι ή πιθανόν να καταστούν κάτοχοι ασφαλιστηρίων ασφαλιστικών εταιρειών υποκειμένων εις τον παρόντα Νόμον η εις τα εδάφια ταύτα μνεία του όρου "εταιρεία" θα περιλαμβάνη και οιονδήποτε οργανισμόν (μετά ή άνευ νομικής προσωπικότητος) όστις φαίνεται εις τον Έφορον ότι είναι ασφαλιστική εταιρεία υποκειμένη εις τον παρόντα Νόμον.

(4) Η υπό του άρθρου 52 χορηγουμένη εις τον Έφορον εξουσία δεν θα ασκήται ειμή εν περιπτώσει καθ' ην ούτος θεωρεί ότι ο εν τω άρθρω τούτω αναφερόμενος σκοπός δεν δύναται καταλλήλως να επιτευχθή διά μόνης της ασκήσεως των εξουσιών των χορηγουμένων διά των άρθρων 12 και 46.

(5) Οσάκις ο Έφορος ασκή τας διά των άρθρων 46 έως 52 χορηγουμένας αυτώ εξουσίας, οφείλει να αναφέρη τον λόγον διά τον οποίον ασκεί ταύτας.

(6) Οι λόγοι οίτινες καθορίζονται εις τα εδάφια 1(β) έως (ε), (2) και (3) τίθενται άνευ βλάβης του λόγου όστις καθορίζεται εις το εδάφιον 1(α).

Ειδοποίησις περί προτιθεμένης ασκήσεως εξουσιών επί τω λόγω ανικανότητος μέλους του διοικητικού συμβουλίου ή διευθυντού

54.-(1) Πριν ή ασκήση επί τίνος εταιρείας την υπό του εδαφίου (1)(δ) του άρθρου 11 του παρόντος Νόμου χορηγουμένην αυτώ εξουσίαν οσάκις τίθεται θέμα πληρώσεως των απαιτήσεων του άρθρου 9 και των δυνάμει αυτού εκδιδομένων Κανονισμών, ο Έφορος θα επιδίδη εις το εν λόγω πρόσωπον, ωσαύτως δε και εις την εταιρείαν, γραπτήν ειδοποίησιν αναφέρουσαν-

(α) ότι ο Έφορος προτίθεται να ασκήση την υπό του ειρημένου άρθρου χορηγουμένην αυτώ εξουσίαν, επίσης δε τον λόγον διά τον οποίον προτίθεται να ασκήση ταύτην, και

(β) ότι το πρόσωπον εις το οποίον επεδόθη η ειδοποίησις, ως επίσης και η εταιρεία, δύναται εντός προθεσμίας τριάκοντα ημερών από της ημερομηνίας επιδόσεως αυτής να καταθέση παρά τω Εφόρω ειδοποίησιν εφέσεως προς τον Υπουργόν.

(2) Η δυνάμει του εδαφίου (1) ειδοποίησις εφέσεως δέον να είναι έγγραφος και να καθορίζη εν λεπτομερεία τους λόγους επί των οποίων βασίζεται.

(3) Ο Έφορος θα διαβιβάζη προς τον Υπουργόν την κατά το εδάφιον (1) κατατιθεμένην παρ' αυτώ ειδοποίησιν εφέσεως, ομού μεθ' οιωνδήποτε συναφών εγγράφων, εντός 15 ημερών από της ημερομηνίας λήψεως υπ' αυτού της τοιαύτης ειδοποιήσεως.

(4) Ο Υπουργός θα αποφασίζη εντός τριάκοντα ημερών επί της εφέσεως και θα διαβιβάζη την απόφασιν αυτού προς τον Έφορον.

(5) Ο Έφορος οφείλει πάραυτα να διαβιβάση εγγράφως προς τον εφεσείοντα την απόφασιν του Υπουργού, εκτός εάν εν τω μεταξύ απεσύρθη η έφεσις, ή εάν το πρόσωπον, ούτινος η ικανότης τίθεται εν αμφιβολία, έπαυσε να είναι μέλος του διοικητικού συμβουλίου, ρυθμιστής (controller) ή διευθυντής της εταιρείας.

Ακύρωσις, διάφοροποίησις και δημοσίευσις απαιτήσεων

55.-(1) Ο Έφορος δύναται να ακύρωση απαίτησιν επιβληθείσαν δυνάμει των άρθρων 12 και 46 έως 54 του παρόντος Νόμου, εάν κρίνη ότι δεν είναι πλέον αναγκαία η συνέχισις της ισχύος αυτής, δύναται δε επί πλέον να διαφοροποιή από καιρού εις καιρόν οιανδήποτε τοιαύτην απαίτησιν.

(2) Ουδεμία απαίτησις επιβληθείσα δυνάμει του εδαφίου (1) του άρθρου 12 του παρόντος Νόμου, δύναται να διαφοροποιηθή προ της λήξεως της υπό του Εφόρου καθορισθείσης περιόδου, πλην κατά τρόπον καθιστώντα ελαστικήν την απαίτησιν.

(3) Η δυνάμει του εδαφίου (1) ακύρωσις απαιτήσεως επιβληθείσης δυνάμει του άρθρου 12 του παρόντος Νόμου δύναται να περιορισθή κατά τρόπον ώστε να αφορά μόνον εις συμβάσεις ωρισμένου είδους.

(4) Ειδοποίησις της επιβολής απαιτήσεως δυνάμει του άρθρου 12, καθώς και της ακυρώσεως ή διαφοροποιήσεως οιασδήποτε τοιαύτης απαιτήσεως, θα δημοσιεύεται υπό του Εφόρου εις την επίσημον εφημερίδα της Δημοκρατίας, ως και δι' ετέρων μέσων άτινα ήθελε κρίνει πρόσφορα διά την ενημέρωσιν του κοινού.