ΔΙΟΙΚΗΣΙΣ ΣΩΜΑΤΕΙΟΥ
Διοίκησις σωματείου

15. Τα σωματεία διοικούνται υφ' ενός ή πλειόνων προσώπων άτινα εάν το καταστατικόν δεν ορίζη άλλως είναι μέλη του σωματείου. Επί πολυμελούς διοικήσεως αι αποφάσεις λαμβάνονται, μη οριζομένου άλλως εν τω καταστατικώ, κατ' απόλυτον πλειοψηφίαν των παρόντων.

Περιπτώσεις καθ' ας μέλος της διοικήσεως δεν δικαιούται εις ψήφον

16. Μέλος της διοικήσεως δεν δικαιούται εις ψήφον εάν η απόφασις αφορά την επιχείρησιν δικαιοπραξίας ή την έγερσιν ή την κατάργησιν δίκης μεταξύ του σωματείου αφ' ενός και του μέλους αφ' ετέρου, ή του συζύγου αυτού, ή συγγενούς εξ αίματος μέχρι και του τρίτου βαθμού ή εις επιχείρησιν δικαιοπραξίας μεταξύ του σωματείου αφ' ενός και εταιρείας, προσωπικής ή κεφαλαιουχικής, αφ' ετέρου, εις την οποίαν ή υπό διοίκησιν της οποίας το μέλος συμμετέχει.

Καθήκοντα και εξουσίαι διοικήσεως και ευθύνη μελών της διοικήσεως και σωματείου

17.-(1) Ο έχων την διοίκησιν επιμελείται των υποθέσεων του σωματείου και αντιπροσωπεύει τούτο δικαστικώς και εξωδίκως. Υποκατάστασις, ενόσω, η συστατική πράξις ή το καταστατικόν δεν ορίζει άλλως, απαγορεύεται.

(2) Η έκτασις της εξουσίας του έχοντος την διοίκησιν προσδιορίζεται εκ του καταστατικού, ο δε προσδιορισμός ούτος ισχύει και έναντι τρίτων. Διά του καταστατικού, δύνανται να ανατεθώσιν ωρισμέναι υποθέσεις εις ίδιον πρόσωπον. Η εξουσία τούτου εν αμφιβολία εκτείνεται και εις πάσαν συναφή πράξιν.

(3)Δικαιοπραξίαι επιχειρηθείσαι υπό του διοικούντος το σωματείον οργάνου εντός των ορίων της εξουσίας του δεσμεύουσι το σωματείον.

(4) Το σωματείον ευθύνεται εκ των πράξεων ή παραλείψεων των αντιπροσωπευόντων αυτό οργάνων, εφ' όσον η πράξις ή η παράλειψις έλαβε χώραν κατά την εκτέλεσιν των ανατιθεμένων εις αυτά καθηκόντων και συνεπάγεται υποχρέωσιν αποζημιώσεως. Ευθύνεται επί πλέον εις ολόκληρον και το υπαίτιον πρόσωπον.

Συνέλευσις μελών σωματείου

18. Η συνέλευσις των μελών αποτελεί το ανώτατον όργανον του σωματείου και αποφασίζει περί πάσης υποθέσεως αυτού μη υπαγομένης εις την αρμοδιότητα άλλου οργάνου. Η συνέλευσις εφ' όσον το καταστατικόν δεν ορίζει άλλως, ιδία εκλέγει τα πρόσωπα της διοικήσεως, ορίζει τους ελεγκτάς των λογαριασμών του σωματείου, αποφασίζει περί της εισόδου ή αποβολής μέλους, περί εγκρίσεως του ισολογισμού, περί μεταβολής του σκοπού του σωματείου, περί τροποποιήσεως του καταστατικού και περί διαλύσεως του σωματείου.

Έργον της συνελεύσεως

19. Η συνέλευσις των μελών έχει την εποπτείαν και τον έλεγχον των μελών του διοικούντος Συμβουλίου και δικαιούται να παύη ταύτα συμφώνως των διατάξεων του καταστατικού.

Σύγκλησις συνελεύσεως

20.-(1) Η συνέλευσις των μελών συγκαλείται υπό της διοικήσεως καθ' ας περιπτώσεις ορίζει το καταστατικόν, ή οσάκις τούτο επιβάλλεται εκ του συμφέροντος του σωματείου.

(2) Η συνέλευσις συγκαλείται εάν ζητήση τούτο ο υπό του καταστατικού οριζόμενος αριθμός μελών. Εν ελλείψει τοιούτου ορισμού, δύναται να ζητήση την σύγκλησιν το εν πέμπτον των μελών δι' εγγράφου αιτήσεως αναγραφούσης τα συζητητέα θέματα. Εάν η αίτησις δεν εισακουσθή ο Έφορος δύναται να εξουσιοδοτήση τους αιτούντας όπως συγκαλέσωσι την συνέλευσιν των μελών ήτις και ρυθμίζει τα της προεδρίας αυτής.

Αποφάσεις συνελεύσεως

21 .-(1) Αι αποφάσεις της συνελεύσεως λαμβάνονται κατ' απόλυτον πλειοψηφίαν των παρόντων μελών. Απόφασις της συνελεύσεως επί θέματος μη αναγραφέντος εν τη προσκλήσει είναι άκυρος πλην εάν το καταστατικόν ορίζη άλλως.

(2) Η απόφασις δύναται να ληφθή και άνευ συνελεύσεως των μελών, εάν πάντα τα μέλη δηλώσωσιν εγγράφως την συναίνεσιν αυτών επί τίνος προτάσεως.

(3) Δεν δικαιούται εις ψήφον μέλος τι, εάν η απόφασις αφορά την επιχείρησιν δικαιοπραξίας ή την έγερσιν ή κατάργησιν δίκης μεταξύ του σωματείου αφ' ενός και του μέλους αφ' ετέρου, ή του συζύγου αυτού, ή συγγενούς εξ αίματος μέχρι και του τρίτου βαθμού ή εις επιχείρησιν δικαιοπραξίας μεταξύ του σωματείου αφ' ενός και εταιρείας προσωπικής και κεφαλαιουχικής αφ' ετέρου εις την οποίαν ή υπό διοίκησιν της οποίας το μέλος συμμετέχει.

Αποφάσεις περί τροποποιήσεως του καταστατικού, περί διαλύσεως ή μεταβολής του σκοπού του σωματείου

22.-(1) Εκτός εάν το καταστατικόν άλλως ορίζη, προς λήψιν αποφάσεως περί τροποποιήσεως του καταστατικού ή περί διαλύσεως του σωματείου, απαιτείται η παρουσία του ημίσεος τουλάχιστον των μελών πλέον ενός και η πλειοψηφία των τριών τετάρτων των παρόντων.

(2) Προς λήψιν αποφάσεως περί μεταβολής του σκοπού του σωματείου απαιτείται η συναίνεσις των τριών τετάρτων των μελών του σωματείου.

Ακυρότης αποφάσεων της συνελεύσεως και αναστολή εκτελέσεως αυτών

23.-(1) Απόφασις της συνελεύσεως αντικειμένη εις τον νόμον ή το καταστατικόν είναι άκυρος. Η ακυρότης κηρύσσεται υπό του δικαστηρίου επί τη αγωγή μέλους μη συναινέσαντος ή παντός έχοντος έννομον συμφέρον. Η αγωγή αποκλείεται μετά παρέλευσιν εξ μηνών από της αποφάσεως της συνελεύσεως.

(2) Το δικαστήριον, αιτήσει της διοικήσεως του σωματείου ή μέλους αυτού ή του Γενικού Εισαγγελέως της Δημοκρατίας, δύναται να αναστείλη την εκτέλεσιν αποφάσεως της συνελεύσεως εναντίον της εγκυρότητος της οποίας κατεχωρήθη αγωγή.