ΜΕΡΟΣ ΙΙ ΠΕΙΘΑΡΧΙΚΑΙ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ
Πειθαρχικόν Συμβούλιον

3.-(1) Συνιστάται Πειθαρχικόν Συμβούλιον προς άσκησιν, έλεγχον και πειθαρχικάς εξουσίας επί των ιατρών.

(2) Το Πειθαρχικόν Συμβούλιον αποτελείται:

(α) εξ ενός ιατρού ασκούντος το ιατρικόν επάγγελμα επί δεκαπενταετίαν τουλάχιστον, ως Προέδρου

(β) εκ τεσσάρων άλλων ιατρών, από τους οποίους ο ένας τουλάχιστον να ανήκει στη δημόσια υπηρεσία της Δημοκρατίας, που ασκούν το ιατρικό επάγγελμα επί επταετία τουλάχιστον και οι οποίοι διορίζονται από το Συμβούλιο του Ιατρικού Σώματος.

(3) Κατά την ακρόασιν οιασδήποτε υποθέσεως ενώπιον του Πειθαρχικού Συμβουλίου θα παρίσταται δικηγόρος, οριζόμενος προς τούτο υπό του Συμβουλίου του Ιατρικού Σώματος, διά να συμβουλεύη το Πειθαρχικόν Συμβούλιον επί νομικών θεμάτων εγειρομένων κατά την διαδικασίαν.

(4) (α) Η θητεία των μελών του Πειθαρχικού Συμβουλίου είναι τριετής, θα ασκώσι δε το λειτούργημα των μέχρι του διορισμού νέων μελών.

(β) Τα μέλη των οποίων η θητεία έληξε θα εξακολουθώσι να ασκώσι το λειτούργημα των προς τον σκοπόν της συμπληρώσεως οιασδήποτε πειθαρχικής διαδικασίας αρξαμένης προ της λήξεως της θητείας των.

(5) Τρία μέλη του Πειθαρχικού Συμβουλίου αποτελούν απαρτίαν.

(6) Αι αποφάσεις του Πειθαρχικού Συμβουλίου λαμβάνονται κατά πλειοψηφίαν των παρόντων και ψηφιζόντων μελών.

(7) Εν περιπτώσει απουσίας ή προσωρινού κωλύματος του Προέδρου ή άλλου μέλους του Πειθαρχικού Συμβουλίου, το Συμβούλιον του Ιατρικού Σώματος δύναται να διορίση, τηρουμένων των διατάξεων του εδαφίου (1), έτερον ιατρόν διά να ασκή τας εξουσίας και να εκτελή τα καθήκοντα του Προέδρου ή μέλους, αναλόγως της περιπτώσεως, διαρκούσης της απουσίας ή του κωλύματος.

(8) Ο Πρόεδρος του Πειθαρχικού Συμβουλίου συγκαλεί τας συνεδριάσεις του και προεδρεύει αυτών, εν περιπτώσει δε απουσίας του τα παρόντα μέλη εκλέγουσιν ένα εξ αυτών διά να προεδρεύση της συνεδριάσεως.

(9) Το Συμβούλιον του Ιατρικού Σώματος δύναται να καταβάλλη εις τον Πρόεδρον και τα μέλη του Πειθαρχικού Συμβουλίου τοιούτον επίδομα οδοιπορικών ή άλλο επίδομα, ως ήθελεν αποφασίσει.

746 5. Πειθαρχική έρευνα

4.-(1) Ιατρός υπόκειται εις πειθαρχική δίωξιν:

(α) εάν καταδικασθή υπό Δικαστηρίου δι’ αδίκημα ενέχον έλλειψιν τιμιότητος ή ηθικήν αισχρότητα

(β) εάν επέδειξε στα πλαίσια της ιδιότητάς του ως ιατρού διαγωγή επονείδιστη ή ασυμβίβαστη προς το ιατρικό επάγγελμα:

Νοείται ότι ως ασυμβίβαστη προς το ιατρικό επάγγελμα διαγωγή θεωρείται, πλην άλλων, η παράβαση των διατάξεων του άρθρου 22 του περί Εγγραφής Γιατρών Νόμου:

Νοείται περαιτέρω ότι, η παραβίαση ή μη τήρηση από ιατρό των προνοιών των εκδοθέντων δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου Κανονισμών αποτελεί ασυμβίβαστη προς το ιατρικό επάγγελμα διαγωγή.

(γ) εάν επέτυχε την εγγραφήν του ως ιατρού δυνάμει του περί Εγγραφής Ιατρών Νόμου διά ψευδών ή δολίων παραστάσεων.

(2) Ιατρός διωχθείς διά ποινικόν αδίκημα και ευρεθείς ένοχος δεν δύναται να διωχθή πειθαρχικώς επί τη αυτή κατηγορία, δύναται όμως να διωχθή διά πειθαρχικόν αδίκημα προκύπτον εκ της διαγωγής του η οποία σχετίζεται μεν προς την ποινικήν υπόθεσιν αλλά δεν εγείρει το αυτό επίδικον θέμα ως το της κατηγορίας κατά την ποινικήν δίωξιν.

(3) Η διαπίστωση των πραγματικών περιστατικών σε τελεσίδικη απόφαση που εκδόθηκε από ποινικό ή πολιτικό δικαστήριο σε διαδικασία στην οποία ιατρός υπήρξε διάδικος δύναται να γίνει δεκτή από το Πειθαρχικό Συμβούλιο ως εκ πρώτης όψεως απόδειξη.

(4) Η συμμετοχή ιατρού σε Εταιρεία Ιατρών υπό οποιαδήποτε ιδιότητα ή η συνεργασία του με αυτή με οποιοδήποτε τρόπο ή η εργοδότησή του από αυτήν ή η ιδιότητα του ιατρού ως αντιπροσώπου ή προστηθέντος της Εταιρείας Ιατρών δεν απαλλάσσει τον ιατρό από τυχόν προσωπική πειθαρχική ευθύνη ούτε επηρεάζει οποιαδήποτε πειθαρχική διαδικασία δυνάμει του παρόντος Νόμου.

Πειθαρχική έρευνα

5.-(1) Εάν καταγγελθή εις το Συμβούλιον, ή περιέλθη εις γνώσιν του Συμβουλίου, ότι ιατρός δυνατόν να έχη διαπράξει πειθαρχικόν αδίκημα, το Συμβούλιον ορίζει ιατρόν (εις το παρόν άρθρον αναφερόμενον ως “ο ερευνών λειτουργός”) όπως διεξαγάγη έρευναν.

(2) Ο ερευνών λειτουργός διεξάγει την έρευναν το ταχύτερον κατά δε την υπ’ αυτού διεξαγωγήν της ερεύνης ούτος κέκτηται εξουσίαν όπως ακούση οιουσδήποτε μάρτυρας ή λάβη εγγράφως καταθέσεις παρ’ οιουδήποτε προσώπου, παν δε τοιούτο πρόσωπον οφείλει να δώση πάσαν πληροφορίαν περιελθούσαν εις γνώσιν του αναφορικώς προς τα γεγονότα της υποθέσεως.

(3) Ο καταγγελθείς ιατρός δικαιούται να γνωρίζη την κατ’ αυτού υπόθεσιν, παρέχεται δε εις αυτόν η ευκαιρία όπως ακουσθή.

(4) Μετά την συμπλήρωσιν της ερεύνης ο ερευνών λειτουργός υποβάλλει την έκθεσιν αυτού ομού μετ’ απάντων των σχετικών εγγράφων εις το Συμβούλιον.

(5) Εάν εκ της υποβληθείσης εκθέσεως και των σχετικών εγγράφων, το Συμβούλιον κρίνη ότι δύναται να διατυπωθή πειθαρχική κατηγορία κατά του καταγγελθέντος, προβαίνει εις την διατύπωσιν της κατηγορίας και αποστέλλει ταύτην εις το Πειθαρχικόν Συμβούλιον.

Πειθαρχική διαδικασία

6.-(1) Το Πειθαρχικόν Συμβούλιον αποστέλλει την κατηγορία στον καταγγελθέντα, μαζί με την έκθεση του ερευνώντος λειτουργού και τα έγγραφα που τη συνοδεύουν.

(2) Ο διωκόμενος ιατρός δύναται, εντός προθεσμίας την οποία καθορίζει το Πειθαρχικόν Συμβούλιον και η οποία δεν είναι μικρότερη των τριών (3) ημερών, να προβεί ο ίδιος ή μέσω δικηγόρου σε γραπτές παραστάσεις προς το Πειθαρχικόν Συμβούλιον:

Νοείται ότι, μετά από γραπτό αίτημα του διωκόμενου ιατρού ή του δικηγόρου του, ο πρόεδρος του Πειθαρχικού Συμβουλίου δύναται, κατά την κρίση του, να αποφασίσει παράταση της προθεσμίας υποβολής γραπτών παραστάσεων, χωρίς σύγκληση συνεδρίας του Πειθαρχικού Συμβουλίου.

(3) Κατόπιν υποβολής των γραπτών παραστάσεων του διωκόμενου ιατρού ή με την πάροδο άπρακτης της προβλεπόμενης στο εδάφιο (2) προθεσμίας, το Πειθαρχικόν Συμβούλιον ορίζει μία (1) ή περισσότερες συνεδρίες, αναλόγως της υπόθεσης, για την εξέταση των ενώπιόν του στοιχείων και τη λήψη απόφασης.

(4)(α) Το Πειθαρχικόν Συμβούλιον αποφασίζει στη βάση των ενώπιόν του εγγράφων και χωρίς να ακούσει διά ζώσης μαρτυρία:

Νοείται ότι, ο ρόλος του Πειθαρχικού Συμβουλίου είναι ανακριτικός.

(β) Ανεξαρτήτως των διατάξεων της παραγράφου (α), σε περίπτωση κατά την οποία το Πειθαρχικόν Συμβούλιον κρίνει αυτεπάγγελτα ή κατόπιν αίτησης του διωκόμενου ιατρού ή του δικηγόρου του πως είναι προς το συμφέρον της υπόθεσης όπως ακούσει μαρτυρία διά ζώσης, δύναται-

(i) να καλέσει μάρτυρες.

(ii) να ζητήσει την προσαγωγή γραπτώς ή διά ζώσης οποιουδήποτε εγγράφου ή στοιχείου ή μαρτυρίας που σχετίζεται με την υπόθεση.

(iii) να ορίσει ημερομηνία κατά την οποία θα συνέλθει το Πειθαρχικόν Συμβούλιον για να τοποθετηθεί ο διωκόμενος ιατρός ή ο δικηγόρος του προφορικά.

(5) Το Πειθαρχικόν Συμβούλιον δύναται να αποδεχθεί οποιαδήποτε μαρτυρία έστω και εάν αύτη δεν θα ήταν αποδεκτή σε ποινική ή πολιτική διαδικασία.

(6) Το Πειθαρχικόν Συμβούλιον δύναται, εφόσον κρίνει πως αυτό είναι δίκαιο, να τροποποιήσει κατηγορία, και σε τέτοια περίπτωση ειδοποιεί ανάλογα τον διωκόμενο ιατρό ή τον δικηγόρο του για την υποβολή εκ νέου παραστάσεων:

Νοείται ότι, κατά την προβλεπόμενη στο παρόν εδάφιο διαδικασία εφαρμόζονται κατ’ αναλογία οι διατάξεις των εδαφίων (2) έως (5).

(7) Σε περίπτωση κατά την οποία το Πειθαρχικόν Συμβούλιον εκδίδει καταδικαστική απόφαση κατά διωκόμενου ιατρού, παρέχει στον καταδικασθέντα ιατρό ή τον δικηγόρο του την ευκαιρία να υποβάλει γραπτές παραστάσεις για μετριασμό της ποινής που θα του επιβληθεί:

Νοείται ότι, κατά την προβλεπόμενη στο παρόν εδάφιο διαδικασία εφαρμόζονται κατ’ αναλογία οι διατάξεις των εδαφίων (2) έως (5).

(8) Αναφορικά με οποιοδήποτε ζήτημα σε σχέση με την πειθαρχική διαδικασία για το οποίο δεν γίνεται ειδική πρόνοια στο παρόν άρθρο, εφαρμόζεται, τηρουμένων των αναλογιών, η διαδικασία που ισχύει κατά την εκδίκαση ποινικής υπόθεσης εκδικαζόμενης συνοπτικά.

Πειθαρχικαί ποιναί

6Α.-(1) Το Πειθαρχικόν Συμβούλιον, εάν εύρη τον καταγγελθέντα ένοχον, δύναται να επιβάλη εις αυτόν μίαν των ακολούθων ποινών:

(α) διαγραφήν του ονόματος αυτού από το Ιατρικό Μητρώο.

(β) αναστολήν ασκήσεως του ιατρικού επαγγέλματος διά χρονικήν περίοδον οίαν το Πειθαρχικόν Συμβούλιον ήθελε κρίνει πρέπουσαν.

(γ) καταβολήν υπό τύπον προστίμου χρηματικού ποσού μη υπερβαίνοντος τας πενήντα χιλιάδες ευρώ (€50.000).

(δ) προφορικήν ή έγγραφον επίπληξιν.

(2) Το Πειθαρχικόν Συμβούλιον δύναται να εκδώση τοιούτο διάταγμα όσον αφορά την πληρωμήν των εξόδων της Πειθαρχικής διαδικασίας οίον ήθελε κρίνει υπό τας περιστάσεις εύλογον.

(3) Παν ποσόν καταβαλλόμενον δυνάμει της παραγράφου (γ) του εδαφίου (1) και του εδαφίου (2) κατατίθεται εις τον Ταμείον του Συμβουλίου.

(4) Σε περίπτωση μη καταβολής των προβλεπόμενων στα εδάφια (1) και (2) χρηματικών ποσών ή μέρους αυτών από τον καταδικασθέντα πειθαρχικώς ιατρό, το Συμβούλιο δύναται να τα διεκδικήσει και να τα εισπράξει ως αστικό χρέος.

(5) Αναφορικά με οποιοδήποτε ζήτημα σε σχέση με την επιβολή ποινής για το οποίο δεν γίνεται ειδική πρόνοια στο παρόν άρθρο εφαρμόζονται, τηρουμένων των αναλογιών, οι σχετικές διατάξεις αναφορικά με την επιβολή ποινής σε ποινική υπόθεση εκδικαζόμενη συνοπτικά.

Δημοσίευση αποφάσεων Πειθαρχικού Συμβουλίου

6ΑΑ.-(1) Το Πειθαρχικόν Συμβούλιον δημοσιεύει στην ιστοσελίδα του Παγκύπριου Ιατρικού Συλλόγου κατά την κρίση του τις αποφάσεις του ή μέρος ή περίληψη αυτών, περιλαμβανομένων, κατά την κρίση του Πειθαρχικού Συμβουλίου, του ονόματος και ιδιότητας του διωκόμενου ιατρού, λαμβάνοντας τα απαραίτητα μέτρα για την προστασία των προσωπικών δεδομένων των εμπλεκομένων στην υπόθεση προσώπων δυνάμει των διατάξεων του περί της Προστασίας των Φυσικών Προσώπων Έναντι της Επεξεργασίας των Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα και της Ελεύθερης Κυκλοφορίας των Δεδομένων αυτών Νόμου.

(2) Ο Παγκύπριος Ιατρικός Σύλλογος δημοσιεύει στην ιστοσελίδα του τα στοιχεία των ιατρών στους οποίους επιβλήθηκε ποινή δυνάμει των διατάξεων των παραγράφων (α) και (β) του εδαφίου (1) του άρθρου 6Α και, σε περίπτωση που επιβλήθηκε ποινή αναστολής ασκήσεως του ιατρικού επαγγέλματος, τη χρονική περίοδο της αναστολής.

Εφαρμογή πειθαρχικών διατάξεων και στους ιατρούς πολίτες κράτους μέλους που ασκούν υπηρεσίες ιατρού στην Κύπρο προσωρινά και περιστασιακά

6Β. Οι διατάξεις του παρόντος Μέρους και οι πειθαρχικές διατάξεις του παρόντος Νόμου ή των δυνάμει αυτού εκδοθέντων Κανονισμών ισχύουν, στην έκταση που δεν αντίκεινται στις διατάξεις του περί Εγγραφής Γιατρών Νόμου και καθόσον αφορά ιατρούς πολίτες κράτους μέλους που ασκούν υπηρεσίες ιατρού στην Κύπρο προσωρινά και περιστασιακά.

(2)Οι διατάξεις του παρόντος Μέρους εφαρμόζονται τηρουμένων των αναλογιών και για Εταιρεία Ιατρών.

Αδίκημα

6ΒΒ. Πρόσωπο το οποίο δεν συμμορφώνεται με απόφαση του Πειθαρχικού Συμβουλίου με την οποία επιβάλλεται ποινή δυνάμει των διατάξεων των παραγράφων (α) ή (β) του εδαφίου (1) του άρθρου 6A, διαπράττει ποινικό αδίκημα και, σε περίπτωση καταδίκης του, υπόκειται σε ποινή φυλάκισης η οποία δεν υπερβαίνει τα πέντε (5) έτη ή σε χρηματική ποινή το ύψος της οποίας δεν υπερβαίνει τις πενήντα χιλιάδες ευρώ (€50.000) ή και στις δύο αυτές ποινές.