ΠΛΗΡΩΜΗ ΤΟΥ ΦΟΡΟΥ ΚΛΗΡΟΝΟΜΙΑΣ
Τρόπος πληρωμής του φόρου κληρονομίας

43.-(1) Ο φόρος κληρονομίας θα καταβάλληται εν τω τρόπω τω καθοριζομένω εν τη ειδοποιήσει περί της επιβληθείσης φορολογίας, προ ή κατά την εν τη τοιαύτη ειδοποιήσει καθοριζομένην ημερομηνίαν.

(2) Ο φόρος κληρονομίας θα καταβάλληται ανεξαρτήτως οιασδήποτε ενστάσεως ή εφέσεως, εκτός εάν Έφορος διατάξη την αναστολήν της πληρωμής του φόρου ή μέρους αυτού μέχρι της εν τω τοιούτω διατάγματι καθοριζομένης ημερομηνίας.

(3) Φόρος κληρονομίας μη πληρωθείς προ ή κατά την ημερομηνίαν την καθοριζομένην εν τη ειδοποιήσει περί της επιβληθείσης φορολογίας ή εν οιωδήποτε διατάγματι εκδοθέντι δυνάμει του εδαφίου (2) του παρόντος άρθρου, θα θεωρήται εν υπερημερία εκτός εάν ο Έφορος συνεφώνησεν όπως αποδεχθή πληρωμήν του φόρου κληρονομίας διά δόσεων.

Τόκος επί του οφειλομένου φόρου

44.-(1) Απλούς τόκος προς εννέα τοις εκατόν κατ’ έτος θα καταβάλληται επί παντός φόρου κληρονομίας από της παρόδου δεκαοκτώ μηνών από της ημερομηνίας του θανάτου του αποθανόντος μέχρι της ημερομηνίας της πληρωμής και θα εισπράττηται ως εάν απετέλει μέρος του εν υπερημερία φόρου κληρονομίας:

Νοείται ότι εις περιπτώσεις καθ’ άς δεν έχει γίνει η βεβαίωσις του πληρωτέου φόρου κληρονομίας, ο εκτελεστής ή οιονδήποτε έτερον πρόσωπον υπόχρεων εις την καταβολήν του φόρου δύναται να καταβάλη εις τον Έφορον παν ποσόν έναντι του μετέπειτα βεβαιοθησομένου θα καταλογίζηται κατά την βεβαίωσιν του φόρου έναντι του φόρου κληρονομίας του οφειλομένου υπό τοιούτου εκτελεστού ή ετέρου προσώπου, αναλόγως της περιπτώσεως.

Νοείται περαιτέρω ότι, στην περίπτωση κατά την οποία η βεβαίωση πληρωτέου φόρου κληρονομίας δε συμπληρώνεται πριν από την πάροδο δεκαοκτώ μηνών από την ημερομηνία του θανάτου του αποθανόντος και η καθυστέρηση αυτή δεν οφείλεται σε υπαιτιότητα του εκτελεστή ή οποιουδήποτε άλλου προσώπου που είναι υπόχρεο στην καταβολή φόρου, κανένας τόκος δεν επιβάλλεται επί του πληρωτέου φόρου κληρονομίας.

(2) Για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου, ο ετήσιος τόκος υπολογίζεται με βάση τους συμπληρωμένους μήνες για τους οποίους καθυστερεί η καταβολή του φόρου και αφορά οφειλόμενο φόρο ο οποίος καταβάλλεται κατά ή μετά την 1η Σεπτεμβρίου 2020.

Καταλογισμός πληρωμών

45. Οσάκις δυνάμει του παρόντος Νόμου ποσόν τι καθίσταται πληρωτέον υπό προσώπου τινός υπό μορφήν τόκου και φόρου κληρονομιάς, πάσα πληρωμή γενομένη υπο τοιούτου προσώπου θα καταλογίζηται πρώτον έναντι του οφειλομένου τόκου και το υπόλοιπον έναντι του φόρου κληρονομίας.

Πληρωμή διά δόσεων

46.-(1) Εάν ο Έφορος ικανοποιηθή ότι η περιουσία του αποθανόντος σύγκειται καθ’ ολοκληρίαν ή κατά το κυριώτερον μέρος αυτής εξ ακινήτων και ότι τα κινητά περιουσιακά στοιχεία άτινα είναι διαθέσιμα διά την πληρωμήν του φόρου κληρονομίας δεν επαρκούσι διά την τοιαύτην πληρωμήν, ο Έφορος δύναται, τηρουμένων των προθεσμιών, όρων και λοιπής ακολουθητέας τακτικής, των διαλαμβανομένων εν τοις Κανονισμοίς οίτινες ήθελον εκδοθή δυνάμει του άρθρου 78 του παρόντος Νόμου, να αποδεχθή πληρωμήν του φόρου κληρονομίας κατά εξαμηνιαίας ίσας δόσεις ων ο αριθμός δεν θα υπερβαίνη τας δέκα, της πρώτης τοιαύτης δόσεως καθισταμένης απαιτητής έξ μήνας από της ημερομηνίας του θανάτου του αποθανόντος.

(2) Εις ουδέν πρόσωπον θα επιτραπή η διά δόσεων πληρωμή του φόρου κληρονομίας άνευ της παροχής ασφαλείας ικανοποιούσης τον Έφορον διά την τοιαύτην πληρωμήν.

(3) Οσάκις επιτραπή εις πρόσωπόν τι η διά δόσεων πληρωμή του φόρου κληρονομίας και το πρόσωπον τούτο παραλείψη να πληρώση δόσιν τινά εντός είκοσι οκτώ ημερών αφ’ ής αύτη κατέστη απαιτητή, αι υπόλοιποι δόσεις θα θεωρώνται εν υπερημερία και το όλον ποσόν του μη καταβληθέντος φόρου κληρονομίας θα εισπράττηται κατά τον εν τω παρόντι νόμω προβλεπόμενον τρόπον διά την είσπραξιν του εν υπερημερία φόρου κληρονομίας.

Ειδική μεταχείρισις λόγω της εκρύθμου καταστάσεως

46Α.-(1) Το Υπουργικόν Συμβούλιον δύναται να χαρίση εν όλω ή εν μέρει τον αναλογούντα φόρον προς περιουσιακά στοιχεία των οποίων η αξία εμειώθη ουσιωδώς συνεπεία των εκ της εκρύθμου καταστάσεως δημιουργηθεισών συνθηκών.

(2) Ανεξαρτήτως παντός εν το παρόντι Νόμω διαλαμβανομένου, ουδείς τόκος επιβάλλεται από της 20ης Ιουλίου, 1974, αναφορικώς προς τον αναλογούντα φόρον προς περιουσιακά στοιχεία ευρισκόμενα εις απροσπέλαστους περιοχάς, η δε πληρωμή του εις τα τοιαύτα περιουσιακά στοιχεία αναλογούντος φόρου αναστέλλεται διά τοιούτο χρονικόν διάστημα οίον ο Έφορος ήθελεν εγκρίνει ή γίνεται διά τοιούτων δόσεων αίτινες ήθελον διευθετηθή μετά του Εφόρου.