Εγγύηση και προσωπική υποχρέωση
Απόλυση με εγγύηση

157.-(1) Τηρουμένων των διατάξεων του εδαφίου (2) του άρθρου αυτού, Δικαστήριο που ασκεί ποινική δικαιοδοσία δύναται, αν θεωρεί ότι είναι σωστό, σε οποιοδήποτε στάδιο της διαδικασίας να απολύσει με εγγύηση οποιοδήποτε πρόσωπο το οποίο κατηγορήθηκε ή καταδικάστηκε για ποινικό αδίκημα, με την εκτέλεση από το πρόσωπο αυτό γραμματίου απόλυσης με εγγύηση όπως προβλέπεται στο Νόμο αυτό.

(2) Σε καμιά περίπτωση δεν απολύεται με εγγύηση πρόσωπο στο οποίο επιβλήθηκε η θανατική ποινή0 και κανένα πρόσωπο που κατηγορείται για ποινικό αδίκημα που τιμωρείται με τη θανατική ποινή δεν απολύεται με εγγύηση, εκτός κατόπι διατάγματος Δικαστή του Ανωτάτου Δικαστηρίου.

Γραμμάτιο απόλυσης με εγγύηση

158.-(1) Κάθε γραμμάτιο απόλυσης με εγγύηση πρέπει να είναι στον καθορισμένο τύπο και να περιλαμβάνει αναγνώριση εκ μέρους του προσώπου που το εκτελεί ότι αυτό οφείλει στη Δημοκρατία το χρηματικό ποσό που ορίζεται σε αυτό, υπό τον όρο ότι το γραμμάτιο απόλυσης με εγγύηση ακυρώνεται αν το πρόσωπο αυτό παραστεί κατά το χρόνο και τόπο που αναφέρεται στο γραμμάτιο απόλυσης με εγγύηση και αν συνεχίσει να παρίσταται με τον τρόπο αυτό μέχρις ότου διαταχτεί άλλως από το Δικαστήριο.

(2) Το Δικαστήριο δύναται να απαιτήσει όπως γραμμάτιο απόλυσης με εγγύηση εκτελεστεί με ή χωρίς εγγυητές.

(3) Όταν πρόσωπο υποχρεώνεται να εκτελέσει γραμμάτιο απόλυσης με ή χωρίς εγγυητές, δύναται να επιτραπεί σε αυτό να καταθέσει στο Γενικό Λογιστή τέτοιο χρηματικό ποσό ως ήθελε οριστεί από το Δικαστήριο αντί της εκτέλεσης γραμματίου απόλυσης με εγγύηση.

Εξουσία αύξησης εγγύησης και διαταγής επαρκών εγγυητών

159. Αν το Δικαστήριο το οποίο απέλυσε πρόσωπο με εγγύηση είναι ικανοποιημένο ότι για οποιοδήποτε λόγο το ποσό έπρεπε να αυξηθεί ή ότι οι εγγυητές είναι ή κατέστησαν ανεπαρκείς, αυτό δύναται να εκδώσει ένταλμα σύλληψης που να διατάσσει όπως το πρόσωπο που απολύθηκε με εγγύηση προσαχθεί ενώπιον αυτού και δύναται να το διατάξει να βρει επαρκείς εγγυητές και αν το πρόσωπο παραλείψει να ενεργήσει με τον τρόπο αυτό, δύναται να φυλακίσει αυτό.

Επικείμενη αναχώρηση από τη Δημοκρατία προσώπου που απολύθηκε με εγγύηση

160. Αν καταστεί φανερό στο Δικαστήριο με ένορκη καταγγελία ότι οποιοδήποτε πρόσωπο που απολύθηκε με εγγύηση πρόκειται να εγκαταλείψει τη Δημοκρατία, το Δικαστήριο δύναται να προκαλέσει τη σύλληψη του και να αποστείλει αυτό στη φύλακη μέχρι τη δίκη εκτός αν το Δικαστήριο θεωρήσει σκόπιμο να απολύσει πάλι αυτό με περαιτέρω εγγύηση.

Απόλυση του προσώπου που βρίσκεται υπό κράτηση και ένταλμα ελευθέρωσης

161. Μόλις εκτελεστεί το εγγυητικό γραμμάτιο για απόλυση το πρόσωπο που θα απολυθεί με εγγύηση απολύεται και, αν βρίσκεται στη φυλακή, το Δικαστήριο που τον απολύει με εγγύηση εκδίδει ένταλμα ελευθέρωσης που διατάσσει τον υπεύθυνο λειτουργό της φυλακής να απολύσει το πρόσωπο που θα απολυθεί με εγγύηση και ο λειτουργός αυτός μόλις λάβει το ένταλμα ελευθέρωσης απολύει αυτό αμέσως:

Νοείται ότι καμιά διάταξη του άρθρου αυτού ή του άρθρου 157 δεν λογίζεται ότι επιβάλλει την απόλυση οποιουδήποτε προσώπου που υπόκειται σε περιορισμό για ζήτημα άλλο από εκείνο σε σχέση με το οποίο εκτελέστηκε η εγγύηση.

Απαλλαγή εγγυητών

162.-(1) Ο εγγυητής ή οι εγγυητές σε ένα γραμμάτιο απόλυσης με εγγύηση δύνανται, σε οποιοδήποτε χρόνο, να ζητήσουν από το Δικαστήριο να ακυρώσει αυτό είτε εξ ολοκλήρου είτε κατά το μέρος που αφορά τον αιτούμενο ή αιτούμενους.

(2) Κατόπι υποβολής τέτοιας αίτησης, εκτός αν το πρόσωπο που απολύθηκε παραδίδεται νωρίτερα, το Δικαστήριο εκδίδει ένταλμα σύλληψης το οποίο διατάσσει όπως αυτό προσαχθεί ενώπιον του.

(3) Κατόπι εμφάνισης του προσώπου αυτού με την εκούσια παράδοση του εαυτού του ή δυνάμει του εντάλματος, το Δικαστήριο διατάσσει την ακύρωση του γραμματίου απόλυσης με εγγύηση είτε εξολοκλήρου είτε κατά το μέρος που αφορά όλους τους εγγυητές ή οποιοδήποτε από αυτούς και καλεί το πρόσωπο αυτό να βρει άλλους επαρκείς εγγυητές, και αν το πρόσωπο αυτό παραλείψει να ενεργήσει με τον τρόπο αυτό, δύναται να φυλακίσει αυτό.

Θάνατος εγγυητών

163. Αν εγγυητής σε γραμμάτιο απόλυσης με εγγύηση πεθάνει πριν από την κατάπτωση της εγγύησης, η περιουσία του απαλλάσσεται από κάθε υποχρέωση σε σχέση με το γραμμάτιο απόλυσης με εγγύηση, αλλά το Δικαστήριο με διαταγή του οποίου το γραμμάτιο απόλυσης με εγγύηση εκτελέστηκε δύναται να ζητήσει από αυτό που απολύθηκε βάσει του τέτοιου εγγυητικού γραμματίου να βρει νέο εγγυητή ή να φυλακίσει το πρόσωπο αυτό.

Κατάπτωση γραμματίου απόλυσης με εγγύηση και η διαδικασία μετά από αυτή

164.-(1) Αν δεν υπάρξει συμμόρφωση σε όρο γραμματίου απόλυσης με εγγύηση το Δικαστήριο στο οποίο ή ενώπιον του οποίου ο όρος αυτός έπρεπε να εκτελείτο δύναται να οπισθογραφήσει επί αυτού πιστοποιητικό που να εκθέτει ότι ο όρος δεν εκτελέστηκε και, για αυτό, αν το ποσό του γραμματίου απόλυσης με εγγύηση δεν καταβληθεί εντός έξι ημερών μετά την επίδοση στο επηρεαζόμενο πρόσωπο διαταγής και ειδοποίησης όπως πράξει με αυτό τον τρόπο και δεν αποδεικνύεται επαρκής λόγος για την παράλειψη αυτή εντός του χρόνου που αναφέρθηκε, το ποσό της εγγύησης καθίσταται εισπρακτέο από το πρόσωπο ή τα πρόσωπα που δεσμεύτηκαν με το γραμμάτιο απόλυσης με εγγύηση κατά τον τρόπο με τον οποίο εισπράττονται χρηματικές ποινές δυνάμει των διατάξεων του Νόμου αυτού.

(2) Το Δικαστήριο στο οποίο ή ενώπιον του οποίου ο όρος του γραμματίου απόλυσης με εγγύηση έπρεπε να εκτελείτο δύναται να μειώσει μερικώς το ποσό σε αυτό και να επιβάλει μερική μόνο πληρωμή.

Ορισμένες διατάξεις που ισχύουν για τις προσωπικές υποχρεώσεις

165. Οι διατάξεις των άρθρων 158 έως 164, και των δύο περιλαμβανομένων, εφαρμόζονται αφού γίνουν οι αναγκαίες προσαρμογές σε οποιαδήποτε προσωπική υποχρέωση που αναλήφθηκε από οποιοδήποτε πρόσωπο, δυνάμει των διατάξεων του Νόμου αυτού για την τήρηση της τάξης ή για την επίδειξη καλής διαγωγής ή υπό τον όρο ότι θα παρουσιαστεί και δεχτεί απόφαση σε κάποια μελλοντική συνεδρίαση του Δικαστηρίου ή όταν κληθεί για οποιοδήποτε άλλο ζήτημα δυνάμει των διατάξεων οποιουδήποτε εκάστοτε σε ισχύ νόμου:

Νοείται ότι, σε περίπτωση κατάπτωσης προσωπικής υποχρέωσης που τελεί υπό όρον όπως προβλέπεται πιο πάνω, οι διατάξεις του άρθρου 164 δεν εμποδίζουν το Δικαστήριο να επιβάλει οποιαδήποτε άλλη ποινή ως αυτό ήθελε θεωρήσει σκόπιμο προς αντιμετώπιση των περιστατικών της υπόθεσης και την οποία αυτό έχει την εξουσία να επιβάλει.