Διάρρηξη κατά τη Διάρκεια Νύκτας, Διάρρηξη και παρόμοια Ποινικά Αδικήματα
Ορισμοί

291. Όποιος διαρρήχνει οποιοδήποτε μέρος κτιρίου, εξωτερικό ή εσωτερικό ή ανοίγει με ξεκλείδωμα, έλξη, ώθηση, ανύψωση ή με οποιοδήποτε άλλο μέσο, θύρα, παράθυρο, παραθυρόφυλλο, πόρτα υπογείου ή άλλο πράγμα προορισμένο για το κλείσιμο ή για την κάλυψη ανοίγματος σε κάποιο κτίριο ή άνοιγμα που επιτρέπει τη δίοδο από ένα μέρος του κτιρίου σε άλλο, θεωρείται ότι διαρρήχνει το κτίριο.

Κάποιο πρόσωπο θεωρείται ότι εισέρχεται σε κτίριο αμέσως όταν οποιοδήποτε μέρος του σώματος του ή οποιοδήποτε μέρος οργάνου που χρησιμοποιείται από αυτό, βρίσκεται εντός του κτιρίου.

Εκείνος που επιτυγχάνει την είσοδο του σε κτίριο με τη χρήση απειλής για αυτό το σκοπό ή με τέχνασμα ή με τη συμπαιγνία μαζί με άλλο που βρίσκεται στο κτίριο ή αυτός που εισέρχεται από την καπνοδόχο ή από άλλη τρύπα του κτιρίου η οποία παραμένει μόνιμα ανοικτή για κάποιο αναγκαίο σκοπό, δεν προορίζεται όμως να χρησιμοποιείται συνήθως ως μέσο εισόδου, θεωρείται ότι διάρρηξε και ότι εισήλθε στο κτίριο.

Διάρρηξη και διάρρηξη κατά τη διάρκεια νύχτας

292. Όποιος-

(α) διαρρήχνει και εισέρχεται σε κτίριο, αντίσκηνο ή σκάφος το οποίο χρησιμοποιείται ως κατοικία ανθρώπων ή σε κτίριο που χρησιμοποιείται ως χώρος λατρείας, με σκοπό διάπραξης κακουργήματος σε αυτό ή

(β) αν εισέλθει σε κτίριο, αντίσκηνο ή σκάφος που χρησιμοποιείται ως κατοικία ανθρώπων ή σε κτίριο που χρησιμοποιείται ως χώρος λατρείας, με σκοπό διάπραξης κακουργήματος σε αυτό ή αν διάπραξε κακούργημα σε οποιοδήποτε από τα πιο πάνω, διαρρήχνει αυτό και εξέρχεται από αυτό,

είναι ένοχος του κακουργήματος της διάρρηξης και υπόκειται σε φυλάκιση επτά χρόνων.

Αν το ποινικό αδίκημα διαπράττεται κατά τη διάρκεια νύχτας, αυτό καλείται διάρρηξη κατά τη διάρκεια νύχτας, ο δε υπαίτιος υπόκειται σε φυλάκιση δέκα χρόνων.

Είσοδος σε κατοικία με σκοπό διάπραξης κακουργήματος

293. Όποιος εισέρχεται, ή βρίσκεται σε κτίριο, αντίσκηνο ή σκάφος που χρησιμοποιείται ως κατοικία ανθρώπων ή σε κτίριο που χρησιμοποιείται ως χώρος λατρείας, με σκοπό διάπραξης κακουργήματος σε αυτό, είναι ένοχος κακουργήματος και υπόκειται σε φυλάκιση πέντε χρόνων.

Αν το ποινικό αδίκημα διαπράττεται κατά τη διάρκεια νύχτας, ο υπαίτιος υπόκειται σε φυλάκιση επτά χρόνων.

Διάρρηξη κτιρίου και διάπραξη κακουργήματος

294. Όποιος-

(α) διαρρήχνει και εισέρχεται σε σχολικό κτίριο, κατάστημα, αποθήκη, γραφείο ή λογιστήριο ή σε κτίριο που συνορεύει με κατοικία και που κατέχεται  μαζί με αυτό όμως δεν αποτελεί τμήμα της και διαπράττει κάποιο κακούργημα σε αυτά ή

(β) αν διάπραξε κάποιο κακούργημα σε οποιοδήποτε από τα πιο πάνω αναφερόμενα, διαρρήχνει αυτό και εξέρχεται από αυτό,

είναι ένοχος κακουργήματος και υπόκειται σε φυλάκιση επτά χρόνων.

Διάρρηξη κτιρίου με σκοπό διάπραξης κακουργήματος

295. Όποιος διαρρήχνει και εισέρχεται σε σχολικό κτίριο, κατάστημα, αποθήκη, γραφείο ή λογιστήριο ή σε κτίριο που συνορεύει με κατοικία και που κατέχεται μαζί με αυτό, όμως δεν αποτελεί τμήμα της, με σκοπό διάπραξης κακουργήματος σε αυτό, είναι ένοχος κακουργήματος και υπόκειται σε φυλάκιση πέντε χρόνων.

Πρόσωπο που καταλαμβάνεται οπλισμένο, κλπ., με σκοπό διάπραξης κακουργήματος

296. Όποιος ενδέχεται να βρεθεί κάτω από οποιαδήποτε από τις ακόλουθες περιστάσεις, δηλαδή-

(α) οπλισμένος με επικίνδυνο ή επιθετικό όπλο ή όργανο με σκοπό διάρρηξης ή εισόδου σε κατοικία και διάπραξης κακουργήματος σε αυτή

(β) οπλισμένος όπως αναφέρθηκε πιο πάνω κατά την διάρκεια νύχτας, με σκοπό διάρρηξης ή εισόδου σε οποιοδήποτε κτίριο και διάπραξης κακουργήματος σε αυτό

(γ) έχει στην κατοχή του διαρρηκτικό όργανο κατά τη διάρκεια νύχτας, χωρίς νόμιμη δικαιολογία γι αυτό, της οποίας φέρει και το βάρος της απόδειξης

(δ) έχει στην κατοχή του τέτοιο όργανο κατά τη διάρκεια ημέρας με σκοπό διάπραξης κακουργήματος

(ε) έχει το πρόσωπο του καλυμμένο με προσωπίδα ή μαυρισμένο ή είναι με οποιοδήποτε άλλο τρόπο μεταμφιεσμένος, με σκοπό διάπραξης κακουργήματος

(στ) σε οποιοδήποτε κτίριο κατά τη διάρκεια νύχτας με σκοπό διάπραξης κακουργήματος σε αυτό ή

(ζ) σε οποιοδήποτε κτίριο κατά τη διάρκεια ημέρας με σκοπό διάπραξης κακουργήματος σε αυτό, αφού πάρει προφυλάξεις για την απόκρυψη  της παρουσίας του,

είναι ένοχος κακουργήματος και υπόκειται-

(i) σε περίπτωση καταδίκης δυνάμει της παραγράφου (α), (β), (γ), (ε) ή (στ) σε φυλάκιση πέντε χρόνων

(ii) σε περίπτωση καταδίκης δυνάμει της παραγράφου (δ) ή (ζ), σε φυλάκιση τριών χρόνων.

Αν ο υπαίτιος καταδικάστηκε προηγουμένως για κακούργημα που αφορά περιουσία, αυτός υπόκειται σε φυλάκιση επτά χρόνων.