Παραβάσεις και διοικητικές κυρώσεις

12.-(1) Η αρμόδια αρχή δύναται να επιβάλει διοικητικές κυρώσεις σε ξένο επενδυτή ή σε οποιοδήποτε πρόσωπο ασκεί άμεσα ή έμμεσα έλεγχο της άμεσης ξένης επένδυσης η οποία εμπίπτει στις διατάξεις του παρόντος Νόμου, σε περίπτωση παράβασης ή παράλειψης συμμόρφωσης με τις διατάξεις του παρόντος Νόμου, ως ακολούθως:

(α) Διοικητικό πρόστιμο που δεν είναι λιγότερο από πέντε χιλιάδες ευρώ (€5.000) και δεν υπερβαίνει τις πενήντα χιλιάδες ευρώ (€50.000) σε ξένο επενδυτή, σε περίπτωση που παραλείπει να προβεί σε κοινοποίηση άμεσης ξένης επένδυσης κατά παράβαση των διατάξεων του άρθρου 3·

(β) διοικητικό πρόστιμο που δεν υπερβαίνει τις εκατό χιλιάδες ευρώ (€100.000), σε περίπτωση παροχής αναληθών ή παραπλανητικών πληροφοριών στο πλαίσιο συμμόρφωσης με υποχρέωση η οποία επιβάλλεται δυνάμει οποιασδήποτε διάταξης του παρόντος Νόμου·

(γ) διοικητικό πρόστιμο που δεν υπερβαίνει τις πενήντα χιλιάδες ευρώ (€50.000), σε περίπτωση παράλειψης παροχής πληροφοριών σύμφωνα με υποχρέωση η οποία επιβάλλεται δυνάμει οποιασδήποτε διάταξης του παρόντος Νόμου·

(δ) διοικητικό πρόστιμο που δεν υπερβαίνει τις εκατό χιλιάδες ευρώ (€100.000), σε περίπτωση παράλειψης συμμόρφωσης εντός της χρονικής περιόδου που ορίζεται στο εδάφιο (2) του άρθρου 6 προς οποιοδήποτε μέτρο που διατάσσεται από την αρμόδια αρχή και επιπρόσθετα διοικητικό πρόστιμο που δεν υπερβαίνει τις οκτώ χιλιάδες ευρώ (€8.000) για κάθε μέρα συνέχισης της παράβασης.

(2) Οι προβλεπόμενες στο εδάφιο (1) διοικητικές κυρώσεις επιβάλλονται με δεόντως αιτιολογημένη απόφαση, αφού ληφθεί υπόψη η σοβαρότητα και η διάρκεια της παράβασης σε κάθε περίπτωση και δοθεί στο επηρεαζόμενο μέρος η ευκαιρία να ακουστεί:

Νοείται ότι, η επιβολή οποιασδήποτε διοικητικής κύρωσης δεν επηρεάζει οποιαδήποτε άλλα δικαιώματα και/ή εξουσίες της αρμόδιας αρχής δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου.

(3) Σε περίπτωση κατά την οποία η αρμόδια αρχή αποφασίζει να επιβάλει διοικητικό πρόστιμο δυνάμει των διατάξεων του εδαφίου (1), εκδίδει αιτιολογημένη απόφαση-

(α) με την οποία καθορίζει την παράβαση ή παράλειψη συμμόρφωσης· και

(β) την οποία κοινοποιεί γραπτώς στο επηρεαζόμενο πρόσωπο.