36.-(1) Ο φορέας υλοποίησης του έργου, ως ο εκ του νόμου αποκλειστικός διαχειριστής του συνεταιρισμού και του συναφούς με αυτόν ταμείου, διαχειρίζεται και οργανώνει τις υποθέσεις του, περιλαμβανομένης της αγοράς, ανταλλαγής, αποξένωσης, πώλησης, επιβάρυνσης, υποθήκευσης και ανάπτυξης ακίνητης ιδιοκτησίας η οποία ευρίσκεται στην περιοχή αστικού αναδασμού, συνάπτει δάνεια εκ μέρους του συνεταιρισμού, δανείζει μέλη του συνεταιρισμού, εισπράττει τις δόσεις των δανείων και άλλες οφειλές των μελών, κινεί δικαστικές διαδικασίες αναφορικά με τις εν λόγω δόσεις ή οφειλές και εγκρίνει, σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος Νόμου και των εκδιδόμενων δυνάμει αυτού Κανονισμών, τις αναγκαίες δαπάνες από το ταμείο για την ολοκλήρωση του σχεδίου αστικού αναδασμού:
(2) Για την υλοποίηση των εκάστοτε εγκρινόμενων σχεδίων αστικού αναδασμού, ο φορέας υλοποίησης του έργου δύναται, κατόπιν έγκρισης του Υπουργού Οικονομικών, να δανείζεται για λογαριασμό συνεταιρισμού που συστήνεται σύμφωνα με τον παρόντα Νόμο ποσά από τραπεζικό ίδρυμα ή, κατ’ εξαίρεση, από την κυβέρνηση της Δημοκρατίας, υπό προϋποθέσεις που ρυθμίζονται με Κανονισμούς που εκδίδονται δυνάμει του παρόντος Νόμου, τα οποία δαπανώνται για την υλοποίηση του σχεδίου αστικού αναδασμού, και οι διαδικασίες σύναψης δανείου και οι λοιποί όροι που αφορούν τη χρήση των ποσών και την εξόφλησή τους καθορίζονται από τον Υπουργό Οικονομικών.
(3) Για τις πιο πάνω οικονομικές υποχρεώσεις του συνεταιρισμού, έκαστο μέλος του φέρει προσωπική και ξεχωριστή ευθύνη μέχρι την πλήρη εξόφλησή τους κατά το ποσοστό συμμετοχής του στον συνεταιρισμό.
(4) Ο φορέας υλοποίησης του έργου μεριμνά για την ετοιμασία εγκεκριμένων λογαριασμών, την τήρηση κατάλληλων μητρώων, αρχείων και άλλης ενδεδειγμένης λογιστικής εργασίας, ώστε να διασφαλίζεται πλήρης και ακριβής καταγραφή των διενεργούμενων δαπανών ή εσόδων κάθε ταμείου ξεχωριστά, για σκοπούς εκπλήρωσης όρων διαφάνειας και αντικειμενικότητας.
(5) Οι τόκοι των δανείων λογίζονται ως δαπάνες για την ολοκλήρωση ενός εκάστου σχεδίου αστικού αναδασμού και περιλαμβάνονται στις δαπάνες που επιμερίζονται στα μέλη του συναφούς με αυτό συνεταιρισμού, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 37.