Πρόσβαση στο διοικητικό φάκελο της υπόθεσης

42.-(1) Τηρουμένων των διατάξεων του άρθρου 62, επιχείρηση και/ή ένωση επιχειρήσεων στην οποία κοινοποιήθηκε έκθεση αιτιάσεων, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 18 ή κοινοποιήθηκαν οι λόγοι επί των οποίων κρίνεται ότι πιθανολογείται παράβαση των διατάξεων του παρόντος Νόμου, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 19, έχει δικαίωμα πρόσβασης στα μη επιχειρηματικά απόρρητα ή στις πληροφορίες μη εμπιστευτικής φύσεως και έγγραφα που αποτελούν μέρος του διοικητικού φακέλου της υπόθεσης:

Νοείται ότι, επιχείρηση και/ή ένωση επιχειρήσεων στην οποία κοινοποιήθηκε έκθεση αιτιάσεων, τα φυσικά ή νομικά πρόσωπα που υπέβαλαν καταγγελία, καθώς και τρίτα πρόσωπα δεν έχουν δικαίωμα πρόσβασης σε εσωτερικά έγγραφα, ενώ, σε περίπτωση που αφορά δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα σύμφωνα με τις διατάξεις του Κανονισμού (ΕΕ) 2016/679, ισχύουν οι διατάξεις του εδαφίου (9).

(2) Η Επιτροπή με αιτιολογημένη απόφασή της, μετά από σχετικό αίτημα, δύναται να παρέχει πρόσβαση σε επιχειρηματικά απόρρητα ή πληροφορίες εμπιστευτικής φύσεως, εν όλω ή εν μέρει, εφόσον η πρόσβαση σε αυτά είναι αναγκαία για την άσκηση των δικαιωμάτων υπεράσπισης επιχείρησης ή ένωσης επιχειρήσεων στις οποίες κοινοποιήθηκε έκθεση αιτιάσεων και μόνο σε πρόσωπο του οποίου η πρόσβαση στα εν λόγω επιχειρηματικά απόρρητα ή πληροφορίες εμπιστευτικής φύσεως κρίθηκε απολύτως αναγκαία για την άσκηση των δικαιωμάτων υπεράσπισης επιχείρησης ή ένωσης επιχειρήσεων στις οποίες κοινοποιήθηκε έκθεση αιτιάσεων.

(3) Χωρίς επηρεασμό των διατάξεων που αφορούν την προστασία επιχειρηματικών απορρήτων και/ή πληροφοριών εμπιστευτικής φύσεως, δεν επιτρέπεται στην Επιτροπή να στηρίξει απόφασή της πάνω σε έγγραφο που δεν κοινοποιήθηκε ή υποδείχθηκε, ή στο οποίο δεν δόθηκε πρόσβαση στην επιχείρηση ή ένωση επιχειρήσεων εναντίον της οποίας στρέφεται η καταγγελία ή η αυτεπάγγελτη έρευνα.

(4) Κατά τη διαδικασία ενώπιον της Επιτροπής, εάν η Επιτροπή προτίθεται να στηρίξει την απόφασή της σε έγγραφο το οποίο δεν κοινοποίησε ή υπέδειξε, ή στο οποίο δεν δόθηκε πρόσβαση στην επιχείρηση ή ένωση επιχειρήσεων εναντίον της οποίας στρέφεται η καταγγελία ή η αυτεπάγγελτη έρευνα, έχει υποχρέωση να το κοινοποιήσει προς την εν λόγω επιχείρηση ή ένωση επιχειρήσεων και να της δώσει εύλογο χρόνο για να το εξετάσει.

(5) Πληροφορίες και/ή στοιχεία που συντάσσονται, συγκεντρώνονται, ετοιμάζονται-

(α) από φυσικά ή νομικά πρόσωπα για σκοπούς εφαρμογής των διατάξεων του παρόντος Νόμου,

(β) από την Επιτροπή και/ή την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και/ή Αρχή Ανταγωνισμού για σκοπούς της ενώπιον της Επιτροπής διαδικασίας,

δεν δύναται να χρησιμοποιηθούν από την επιχείρηση ή ένωση επιχειρήσεων στην οποία έχει δοθεί πρόσβαση σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος άρθρου, σε διαδικασίες ενώπιον των Δικαστηρίων και διαδικασίες ενώπιον άλλων Αρχών Ανταγωνισμού μέχρι να περατωθεί η ενώπιον της Επιτροπής διαδικασία και εκδοθεί απόφαση σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 29.

(6) Σε περίπτωση που βάσει των στοιχείων που έχει ενώπιόν της η Επιτροπή δεν προκύπτει εύλογη υποψία για πιθανολογούμενη παράβαση των διατάξεων των άρθρων 3 και/ή 6 και του Άρθρου 101 ΣΛΕΕ και/ή του Άρθρου 102 ΣΛΕΕ, η Επιτροπή, κατόπιν αιτήματος, και πριν την έκδοση απόφασης, δύναται να χορηγεί σε φυσικά ή νομικά πρόσωπα που υπέβαλαν καταγγελία, τηρουμένων των διατάξεων των άρθρων 40 και 41, πρόσβαση στα μη επιχειρηματικά απόρρητα και στις πληροφορίες μη εμπιστευτικής φύσεως του φακέλου της υπόθεσης:

Νοείται ότι, δεν χορηγείται πρόσβαση σε δηλώσεις επιεικούς μεταχείρισης.

(7) Τηρουμένων των διατάξεων του εδαφίου (4) του άρθρου 26 και χωρίς επηρεασμό των διατάξεων του περί Αγωγών Αποζημίωσης για Παραβάσεις του Δικαίου του Ανταγωνισμού Νόμου, δεν επιτρέπεται σε τρίτα πρόσωπα η πρόσβαση σε πληροφορίες του διοικητικού φάκελου υποθέσεων είτε που εκκρεμούν ενώπιον της Επιτροπής είτε που έχουν ολοκληρωθεί.

(8)(α) Η Επιτροπή, σύμφωνα με τις διατάξεις των στοιχείων ε) και η) της παραγράφου 1 του άρθρου 23 του Κανονισμού (ΕΕ) 2016/679, δύναται, τηρουμένης της αρχής της αναλογικότητας και της αναγκαιότητας, κατά την άσκηση των εξουσιών και αρμοδιοτήτων της δυνάμει των διατάξεων των παραγράφων (α) έως (ιστ) του εδαφίου (2) του άρθρου 26 και των άρθρων 18 και 19, να περιορίζει, εν όλω ή εν μέρει, το δικαίωμα πρόσβασης, διαγραφής και περιορισμού της επεξεργασίας των υποκειμένων των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 15, 17 και 18 του Κανονισμού (ΕΕ) 2016/679, των οποίων τα εν λόγω δεδομένα υποβάλλονται σε επεξεργασία, για σκοπούς ιδίως, διασφάλισης των ερευνητικών μέσων και χρησιμοποιούμενων μεθόδων, της συνεργασίας και αμοιβαίας συνδρομής με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και/ή τις Αρχές Ανταγωνισμού, σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος Νόμου ή/και των άρθρων 11 έως 16 και 22 Κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1/2003 ή των δικαιωμάτων και ελευθεριών άλλων υποκειμένων των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα.

(β) Η Επιτροπή προς τούτο, καταγράφει τους λόγους των περιορισμών και ενημερώνει το οικείο υποκείμενο των δεδομένων, στην απάντησή της στο αίτημα πρόσβασης, διαγραφής ή περιορισμού της επεξεργασίας, για τους εφαρμοζόμενους περιορισμούς και τους ουσιώδεις λόγους αυτών, καθώς και για τη δυνατότητά του να υποβάλει καταγγελία στην Επίτροπο Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα ή να προσφύγει ενώπιον του Δικαστηρίου:

Νοείται ότι, η ενημέρωση σχετικά με τους λόγους των περιορισμών δύναται να παραλείπεται για όσο χρονικό διάστημα υπονομεύεται ο σκοπός των εν λόγω περιορισμών.

(γ) Οι περιορισμοί εξακολουθούν να ισχύουν για όσο χρονικό διάστημα συντρέχουν οι λόγοι που τους αιτιολογούν, ενώ όταν πάψουν να συντρέχουν οι εν λόγω λόγοι, η Επιτροπή αίρει τους περιορισμούς και ενημερώνει σχετικά το υποκείμενο των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα.

(9) Τηρουμένων των διατάξεων του παρόντος Νόμου και των διατάξεων του περί των Γενικών Αρχών του Διοικητικού Δικαίου Νόμου, οι διαδικασίες που διέπουν τις εργασίες της Επιτροπής καθορίζονται από την ίδια, η οποία δύναται να εκδίδει ανακοινώσεις, δυνάμει των διατάξεων της παραγράφου (ια) του εδαφίου (1) του άρθρου 26, αναφορικά με την πρόσβαση στον διοικητικό φάκελο.