Εξουσίες της ΡΑΕΚ σε περίπτωση διαπίστωσης παραβάσεων

15.-(1) Σε περίπτωση που η ΡΑΕΚ διαπιστώσει εκ πρώτης όψεως παράβαση ή παράλειψη όρου άδειας ή εξαίρεσης ή/και ρυθμιστικής απόφασης ή/και απόφασης ή/και παράβαση των διατάξεων του παρόντος Νόμου ή/και των προνοιών οποιουδήποτε Κανονισμού, επιδίδει ειδοποίηση σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 141 στον κάτοχο άδειας ή εξαίρεσης με την οποία καθορίζει-

(α) τον όρο της άδειας ή εξαίρεσης ή τη ρυθμιστική απόφαση ή/και απόφαση της ή/και το άρθρο του παρόντος Νόμου ή/και την πρόνοια οποιουδήποτε Κανονισμού, που εκ πρώτης όψεως κατά τη γνώμη της ΡΑΕΚ δυνατό να παραβιάζεται από τον κάτοχο άδειας ή το πρόσωπο στο οποίο έχει παραχωρηθεί εξαίρεση,

(β) τις πράξεις ή παραλείψεις, οι οποίες κατά τη γνώμη της ΡΑΕΚ, δυνατό να συνιστούν παράβαση του σχετικού όρου άδειας ή/και εξαίρεσης ή/και απόφασης ή/και ρυθμιστικής απόφασης της ΡΑΕΚ ή/και του άρθρου του παρόντος Νόμου ή/και της πρόνοιας οποιουδήποτε Κανονισμού,

(γ) την προθεσμία εντός της οποίας ο κάτοχος της άδειας ή το πρόσωπο στο οποίο έχει παραχωρηθεί εξαίρεση, δύναται να υποβάλει γραπτές ενστάσεις, η οποία δεν δύναται να υπερβαίνει τις τριάντα (30) ημέρες από την ημερομηνία επίδοσης της ειδοποίησης.

(2) Άνευ επηρεασμού οποιωνδήποτε ποινικών διαδικασιών που υφίστανται ή έχουν ολοκληρωθεί, όταν η ΡΑΕΚ, ύστερα από την εξέταση των ενστάσεων που υποβάλλονται δυνάμει των διατάξεων της παραγράφου (γ) του εδαφίου (1), και αφού λάβει υπόψη οποιεσδήποτε απόψεις, πληροφορίες ή έγγραφα έχουν τεθεί ενώπιόν της, διαπιστώσει παράβαση ή παράλειψη δύναται να-

(α) επιβάλει διοικητικό πρόστιμο στον κάτοχο άδειας ή στο πρόσωπο στο οποίο έχει παραχωρηθεί εξαίρεση, ανάλογα με τη φύση, τη σοβαρότητα και τη διάρκεια της παράβασης ή παράλειψης, όπως καθορίζεται με Κανονισμούς που εκδίδονται από τη ΡΑΕΚ δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου, ή/και

(β) αποφασίσει την επιβολή διοικητικού προστίμου ανάλογα με τη φύση, τη σοβαρότητα και τη διάρκεια της παράβασης ή παράλειψης για κάθε μέρα που η παράβαση ή παράλειψη εξακολουθεί να υφίσταται, όπως καθορίζεται με Κανονισμούς που εκδίδονται από τη ΡΑΕΚ δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου, ή/και

(γ) αποφασίσει την αναστολή της άδειας ή της εξαίρεσης που εκδόθηκε ή χορηγήθηκε δυνάμει των διατάξεων των άρθρων 26 ή/και 27 για τόση χρονική περίοδο, όση θεωρήσει αναγκαία υπό τις περιστάσεις, ή/και

(δ) να αποφασίσει την ανάκληση της άδειας ή της εξαίρεσης που εκδόθηκε ή χορηγήθηκε δυνάμει των διατάξεων των άρθρων 26 ή/και 27 σύμφωνα με διαδικασία που καθορίζεται με Κανονισμούς που εκδίδονται από τη ΡΑΕΚ δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου.

(3) Οποτεδήποτε διαπιστωθεί παράβαση όρου άδειας ή τεχνικών κανόνων που έχουν ως αποτέλεσμα να θέσουν σε άμεσο κίνδυνο ζωές ή περιουσία ή το περιβάλλον, η ΡΑΕΚ δύναται να εκδώσει και επιδώσει αμέσως στον επηρεαζόμενο κάτοχο απόφαση αναστολής της άδειας ή εξαίρεσης για τόση χρονική περίοδο όση θεωρήσει αναγκαία υπό τις περιστάσεις.

(4) Άνευ επηρεασμού οποιωνδήποτε ποινικών διαδικασιών που υφίστανται ή έχουν ολοκληρωθεί και άνευ επηρεασμού των εξουσιών της κατά τα προβλεπόμενα στις διατάξεις του εδαφίου (16) του άρθρου 5, η ΡΑΕΚ έχει την εξουσία να λαμβάνει αποφάσεις και να επιβάλλει τις ακόλουθες διοικητικές κυρώσεις και άλλα διοικητικά μέτρα για τις παραβάσεις του Κανονισμού (ΕΕ) 1227/2011 και τις παραβάσεις υποχρεώσεων και απαγορεύσεων που προβλέπονται σε ρυθμιστικές αποφάσεις που λαμβάνονται δυνάμει των υποπαραγράφων (i), (ii), (iii), (iv) και (v) της παραγράφου (β) του εδαφίου (1) του άρθρου 9:

(α) Eντολή με την οποία το πρόσωπο που ευθύνεται για την παράβαση υποχρεώνεται να τερματίσει και να μην επαναλάβει τη συμπεριφορά του· ή/και

(β) αποστέρηση των αποκτηθέντων κερδών ή των αποφευχθεισών ζημιών λόγω της παράβασης, στον βαθμό που αυτά δύνανται να προσδιοριστούν· ή/και

(γ) δημόσια προειδοποίηση που αναφέρει το πρόσωπο που ευθύνεται και τη φύση της παράβασης· ή/και

(δ) ανάκληση ή αναστολή της άδειας λειτουργίας επιχείρησης· ή/και

(ε) προσωρινή απαγόρευση της άσκησης των διευθυντικών λειτουργιών εντός της επιχείρησης σε πρόσωπο το οποίο ασκεί διευθυντικά καθήκοντα εντός αυτής ή σε οποιοδήποτε άλλο φυσικό πρόσωπο το οποίο φέρει ευθύνη για την παράβαση· ή/και

(στ) μόνιμη απαγόρευση της άσκησης διευθυντικών λειτουργιών εντός επιχείρησης, σε περίπτωση επανειλημμένης παράβασης των προνοιών των άρθρων 3 και 5 του Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1227/2011 ή/και των ρυθμιστικών αποφάσεων που λαμβάνονται δυνάμει των υποπαραγράφων (i) και (iv) της παραγράφου (β) του εδαφίου (1) του άρθρου 9, σε πρόσωπο το οποίο ασκεί διευθυντικά καθήκοντα εντός αυτής ή σε κάθε άλλο φυσικό πρόσωπο το οποίο φέρει ευθύνη για την παράβαση· ή/και

(ζ) προσωρινή απαγόρευση διενέργειας συναλλαγών για ίδιο λογαριασμό σε πρόσωπο το οποίο ασκεί διευθυντικά καθήκοντα εντός επιχείρησης ή σε κάθε άλλο φυσικό πρόσωπο το οποίο φέρει ευθύνη για την παράβαση · ή/και

(η) μέγιστα διοικητικά πρόστιμα που ανέρχονται έως και το τριπλάσιο του ποσού των κερδών που αποκτήθηκαν ή των ζημιών που αποφεύχθηκαν λόγω της παράβασης, εάν το εν λόγω ποσό δύναται να προσδιοριστεί· ή/και

(θ) στην περίπτωση φυσικών προσώπων, μέγιστα διοικητικά πρόστιμα-

(i) για παραβάσεις των προνοιών των άρθρων 3 και 5 του Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1227/2011 ή/και των ρυθμιστικών αποφάσεων που λαμβάνονται δυνάμει των υποπαραγράφων (i) και (iv) της παραγράφου (β) του εδαφίου (1) του άρθρου 9, ύψους πέντε εκατομμυρίων ευρώ (€5.000.000)·

(ii) για παραβάσεις των προνοιών του άρθρου 4 του Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1227/2011 ή/και των ρυθμιστικών αποφάσεων που λαμβάνονται δυνάμει της υποπαραγράφου (ii) της παραγράφου (β) του εδαφίου (1) του άρθρου 9, ύψους ενός εκατομμυρίου ευρώ (€1.000.000)· και

(iii) για παραβάσεις των ρυθμιστικών αποφάσεων που λαμβάνονται δυνάμει της υποπαραγράφου (iii) της παραγράφου (β) του εδαφίου (1) του άρθρου 9, ύψους πεντακοσίων χιλιάδων ευρώ (€500.000):

Νοείται ότι, σε περίπτωση παράβασης των διατάξεων των υποπαραγράφων (i) έως (iv) της παραγράφου (β) του εδαφίου (1) του άρθρου 9 λόγω αμέλειας όπως αναφέρεται στην παράγραφο (β) του εδαφίου (5), η ΡΑΕΚ δύναται να επιβάλει στα αναφερόμενα στην εν λόγω παράγραφο πρόσωπα μέγιστα διοικητικά πρόστιμα ύψους εκατό χιλιάδων ευρώ (€100.000). και

(ι) στην περίπτωση νομικών προσώπων, μέγιστα διοικητικά πρόστιμα-

(i) για παραβάσεις των προνοιών των άρθρων 3 και 5 του Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1227/2011 ή/και των ρυθμιστικών αποφάσεων που λαμβάνονται δυνάμει των υποπαραγράφων (i) και (iv) της παραγράφου (β) του εδαφίου (1) του άρθρου 9, ύψους δεκαπέντε εκατομμυρίων ευρώ (€15.000.000)·

(ii) για παραβάσεις των προνοιών του άρθρου 4 του Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1227/2011 ή/και των ρυθμιστικών αποφάσεων που λαμβάνονται δυνάμει της υποπαραγράφου (ii) της παραγράφου (β) του εδαφίου (1) του άρθρου 9, ύψους δύο εκατομμυρίων πεντακοσίων χιλιάδων ευρώ (€2.500.000)· και

(iii) για παραβάσεις των ρυθμιστικών αποφάσεων που λαμβάνονται δυνάμει της υποπαραγράφου (iii) της παραγράφου (β) του εδαφίου (1) του άρθρου 9, ύψους ενός εκατομμυρίου ευρώ (€1.000.000).

(5) Ανεξαρτήτως και επιπροσθέτως των διατάξεων του παρόντος Νόμου και του Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1227/2011, σε περίπτωση που διαπιστώνεται παράβαση των διατάξεων των υποπαραγράφων (i), (ii), (iii), και (iv) της παραγράφου (β) του εδαφίου (1) του άρθρου 9 του παρόντος Νόμου και/ή του Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1227/2011 από νομικό πρόσωπο, η ΡΑΕΚ δύναται να επιβάλλει διοικητικό πρόστιμο-

(α) σε νομικό πρόσωπο, ή και

(β) σε διοικητικό σύμβουλο, διευθυντή ή άλλο αξιωματούχο ή οποιοδήποτε άλλο πρόσωπο, σε περίπτωση που διαπιστωθεί ότι η παράβαση οφειλόταν σε δική του υπαιτιότητα, εσκεμμένη παράλειψη ή αμέλεια, τηρουμένων των διατάξεων της επιφύλαξης της παραγράφου (θ) του εδαφίου (4).

(6) Σε περίπτωση παράβασης των διατάξεων του παρόντος Νόμου και/ή των προνοιών του Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1227/2011 από οποιοδήποτε πρόσωπο και για την οποία παράβαση δεν προβλέπεται στον παρόντα Νόμο ή στον Κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1227/2011 ειδικό διοικητικό πρόστιμο, ή σε περίπτωση που πρόσωπο δεν συμμορφώνεται με οποιαδήποτε εντολή ή απαγόρευση της ΡΑΕΚ δυνάμει των διατάξεων του εδαφίου (4), η ΡΑΕΚ δύναται να επιβάλει στον παραβάτη διοικητικό πρόστιμο που δεν υπερβαίνει τις τριακόσιες πενήντα χιλιάδες ευρώ (€350.000) και, σε περίπτωση επανάληψης της παράβασης, διοικητικό πρόστιμο που δεν υπερβαίνει τις επτακόσιες χιλιάδες ευρώ (€700.000).

(7) Σε περίπτωση που αποδεικνύεται ότι στις περιπτώσεις που αναφέρονται στις διατάξεις του εδαφίου (6) ο υπαίτιος παράβασης προσπορίστηκε όφελος από την παράβαση αυτή, το οποίο υπερβαίνει τα ποσά των διοικητικών προστίμων που καθορίζονται στον παρόντα Νόμο ή στον Κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1227/2011, ανάλογα με την περίπτωση, η ΡΑΕΚ έχει εξουσία να επιβάλει διοικητικό πρόστιμο ύψους μέχρι το διπλάσιο ποσό του οφέλους που ο υπαίτιος παράβασης αποδεδειγμένα προσπορίστηκε από την παράβαση.

(8) Η απόφαση της ΡΑΕΚ για λήψη διοικητικών κυρώσεων ή/και μέτρων είναι γραπτή και επαρκώς δικαιολογημένη.

(9) Η ΡΑΕΚ, κατά τον καθορισμό του είδους και του επιπέδου των διοικητικών προστίμων και άλλων μέτρων για τις παραβάσεις του Κανονισμού (ΕΕ) 1227/2011 και τις παραβάσεις των υποχρεώσεων και απαγορεύσεων που προβλέπονται σε ρυθμιστικές αποφάσεις που λαμβάνονται δυνάμει των υποπαραγράφων (i), (ii), (iii), (iv) και (v) της παραγράφου (β) του εδαφίου (1) του άρθρου 9, λαμβάνει υπόψη όλες τις σχετικές περιστάσεις, συμπεριλαμβανομένων των ακόλουθων στοιχείων, όπου κρίνεται σκόπιμο:

(α) Τη σοβαρότητα και διάρκεια της παράβασης·

(β) τον βαθμό ευθύνης του υπεύθυνου για την παράβαση προσώπου·

(γ) τη χρηματοοικονομική ευρωστία του υπεύθυνου για την παράβαση προσώπου, όπως υποδηλώνεται για παράδειγμα από τον συνολικό κύκλο εργασιών ενός νομικού προσώπου ή από το ετήσιο εισόδημα ενός φυσικού προσώπου·

(δ) τη σημασία των κερδών που αποκτήθηκαν ή των ζημιών που αποφεύχθηκαν από το υπεύθυνο για την παράβαση πρόσωπο, στον βαθμό που αυτό δύναται να προσδιοριστεί·

(ε) το επίπεδο συνεργασίας του υπεύθυνου για την παράβαση προσώπου με τη ΡΑΕΚ, με την επιφύλαξη της ανάγκης αποστέρησης των κερδών που αποκτήθηκαν ή του ποσού των ζημιών που αποφεύχθηκαν από το εν λόγω πρόσωπο·

(στ) τις οποιεσδήποτε προηγούμενες παραβάσεις του υπεύθυνου για την παράβαση προσώπου· και

(ζ) τα μέτρα που έχουν ληφθεί από το υπεύθυνο για την παράβαση πρόσωπο για να αποτραπεί τυχόν επανάληψη της παράβασης.