Εξουσία προς έλεγχο και έρευνα

8.-(1) Η κάθε αρμόδια αρχή δύναται, για τους σκοπούς ενάσκησης των αρμοδιοτήτων, εξουσιών και καθηκόντων της δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου, να διεξάγει επιτόπιους ελέγχους και έρευνες στις εγκαταστάσεις καθώς και να αποκτά πρόσβαση σε εικονικούς χώρους αποθήκευσης πληροφοριών κάθε εποπτευόμενου προσώπου και προς τούτο έχει την εξουσία -

(α) Nα εισέρχεται σε εγκαταστάσεις και να ελέγχει έγγραφα και δεδομένα, ανεξαρτήτως της μορφής αποθήκευσής τους, εφόσον υπάρχουν εύλογες υπόνοιες ότι τα έγγραφα ή τα δεδομένα που σχετίζονται με το αντικείμενο του ελέγχου ή της έρευνας ενδέχεται να είναι ουσιώδη για τη στοιχειοθέτηση υπόθεσης παράβασης των διατάξεων του παρόντος Νόμου ή/και του Κανονισμού (ΕΕ) 2015/751ˑ και

(β) να λαμβάνει ή να αποκτά, υπό οποιαδήποτε μορφή, αντίγραφο των εγγράφων και δεδομένων, ανεξαρτήτως της μορφής αποθήκευσής τους και οπουδήποτε και αν αυτά φυλάσσονταιˑ και

(γ) να σφραγίζει οποιοδήποτε επαγγελματικό χώρο και αρχεία, έγγραφα και δεδομένα, κατά τη διάρκεια του ελέγχου και στο βαθμό που απαιτούνται από τον έλεγχοˑ και

(δ) να υποβάλλει σε κάθε αντιπρόσωπο ή μέλος του προσωπικού του εποπτευόμενου προσώπου, ερωτήσεις και να ζητά επεξηγήσεις περί των γεγονότων ή εγγράφων που σχετίζονται με το αντικείμενο και το σκοπό του ελέγχου και να καταγράφει τις απαντήσεις.

(2) Οι κατά το εδάφιο (1) έλεγχοι και έρευνες διενεργούνται και οι σχετικές εξουσίες ασκούνται από την Επιτροπή μέσω της Υπηρεσίας της και στην περίπτωση που αυτό κριθεί αναγκαίο από την Επιτροπή, οι λειτουργοί της Υπηρεσίας συνοδεύονται από άλλους λειτουργούς, ήτοι δημόσιους υπαλλήλους ή/και λειτουργούς του ευρύτερου δημόσιου τομέα, νοουμένου ότι συναινεί η προϊστάμενη αρχή των εν λόγω υπαλλήλων ή/και λειτουργών, ή/και από πρόσωπα με εξειδικευμένες γνώσεις που δυνατό να εργοδοτούνται από την Επιτροπή ή να παρέχουν υπηρεσίες σε αυτή:

Νοείται ότι η εμπλοκή δημοσίου υπαλλήλου ή λειτουργού του ευρύτερου δημοσίου τομέα, ο οποίος δεν απασχολείται στην οικεία αρμόδια αρχή, προϋποθέτει τη συναίνεση του προϊσταμένου του.

(3) Οι έλεγχοι και οι έρευνες δύνανται να διενεργούνται χωρίς προηγούμενη ειδοποίηση του εποπτευόμενου προσώπου.

(4) Το εποπτευόμενο πρόσωπο, στο οποίο διενεργείται έλεγχος ή έρευνα, δύναται να συμβουλευθεί το συνήγορό του κατά τη διάρκεια του ελέγχου ή έρευνας, η παρουσία όμως του συνηγόρου δεν συνιστά νομική προϋπόθεση για το έγκυρο του ελέγχου ή έρευνας, ούτε υπεράσπιση για τη μη ή/και πλημμελή συμμόρφωση στην εντολή της αρμόδιας αρχής.

(5) Εφόσον το κρίνει σκόπιμο, η αρμόδια αρχή ζητά τη συνδρομή της Αστυνομίας προκειμένου να ασκήσει τις εξουσίες της κατά τα οριζόμενα στο παρόν άρθρο.

(6) Τηρουμένου του δικαίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η γνωστοποίηση πληροφοριών σε οποιαδήποτε αρμόδια αρχή από πρόσωπο, σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος Νόμου ή/και του Κανονισμού (ΕΕ) 2015/751, δεν θεωρείται ότι παραβιάζει οποιοδήποτε περιορισμό στη δημοσιοποίηση πληροφοριών που επιβάλλεται δυνάμει σύμβασης ή δυνάμει νομοθετικής, κανονιστικής ή διοικητικής διάταξης και δεν επισύρει για το πρόσωπο που προβαίνει στη γνωστοποίηση οποιαδήποτε νομική ευθύνη σε σχέση με την εν λόγω γνωστοποίηση.