Όρια στη χρήση του μέσου πληρωμών και στην πρόσβαση σε λογαριασμούς πληρωμών από παρόχους υπηρεσιών πληρωμών

68.-(1) Στις περιπτώσεις που χρησιμοποιείται συγκεκριμένο μέσο πληρωμών για την κοινοποίηση της συγκατάθεσης, ο πληρωτής και ο αντίστοιχος πάροχος υπηρεσιών πληρωμών επιτρέπεται να συμφωνήσουν όρια δαπάνης όσον αφορά τις πράξεις πληρωμής που εκτελούνται μέσω αυτού του μέσου πληρωμών.

(2) Σε περίπτωση που έχει συμφωνηθεί στη σύμβαση-πλαίσιο, ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών επιτρέπεται να επιφυλάσσεται του δικαιώματος να αναστείλει τη χρήση του μέσου πληρωμών για αντικειμενικά αιτιολογημένους λόγους, σχετικούς με την ασφάλεια του μέσου πληρωμών, την υπόνοια μη εγκεκριμένης ή δόλιας χρήσης του μέσου πληρωμών ή, στην περίπτωση μέσου πληρωμών με πιστωτικό άνοιγμα, σημαντικά αυξημένο κίνδυνο να ενδέχεται να μην είναι ο πληρωτής σε θέση να εκπληρώσει τις υποχρεώσεις πληρωμής του.

(3) Στις περιπτώσεις που εφαρμόζεται το εδάφιο (2), ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών ενημερώνει τον πληρωτή για την αναστολή του μέσου πληρωμών, όπως και για τους λόγους που έγινε η ενέργεια αυτή με τρόπο που έχει συμφωνηθεί, ει δυνατόν, προτού ανασταλεί η χρήση του μέσου πληρωμών ή, το αργότερο, αμέσως μετά, εκτός αν η εν λόγω ενημέρωση αντιβαίνει σε αντικειμενικά αιτιολογημένους λόγους ασφαλείας ή απαγορεύεται από άλλη συναφή διάταξη του δικαίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή του δικαίου του οικείου κράτους μέλους.

(4) Ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών αίρει την αναστολή του μέσου πληρωμών ή το αντικαθιστά με νέο μέσο πληρωμών, μόλις οι λόγοι της αναστολής πάψουν να υφίστανται.

(5) Ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών εξυπηρέτησης λογαριασμού επιτρέπεται να αρνηθεί σε πάροχο υπηρεσιών πληροφοριών ή σε πάροχο υπηρεσίας εκκίνησης πληρωμής την πρόσβαση σε λογαριασμό πληρωμών για αντικειμενικά δικαιολογημένους και δεόντως τεκμηριωμένους λόγους που σχετίζονται με τη μη εγκεκριμένη ή παράνομη πρόσβαση σε λογαριασμό πληρωμών, είτε από τον εν λόγω πάροχο υπηρεσιών πληροφοριών λογαριασμού είτε από τον εν λόγω πάροχο υπηρεσίας εκκίνησης πληρωμής, συμπεριλαμβανομένης της μη εγκεκριμένης ή της δόλιας έναρξης της πράξης πληρωμής.

(6) Στις περιπτώσεις που προβλέπονται στο εδάφιο (5), ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών εξυπηρέτησης λογαριασμού ενημερώνει τον πληρωτή για την άρνηση πρόσβασης στον λογαριασμό πληρωμών, όπως και για τους λόγους που έγινε η ενέργεια αυτή με τον τρόπο που έχει συμφωνηθεί.

(7) Η κατά το εδάφιο (6) ενημέρωση παρέχεται στον πληρωτή, ει δυνατόν, προτού υπάρξει άρνηση πρόσβασης ή, το αργότερο, αμέσως μετά, εκτός αν η εν λόγω ενημέρωση αντιβαίνει σε αντικειμενικά αιτιολογημένους λόγους ασφαλείας ή απαγορεύεται από άλλη συναφή διάταξη του δικαίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή του δικαίου του οικείου κράτους μέλους.

(8) Ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών εξυπηρέτησης λογαριασμού επιτρέπει την πρόσβαση σε λογαριασμό πληρωμών, μόλις εκλείψουν οι λόγοι για την άρνηση της πρόσβασης.

(9) Στις περιπτώσεις που αναφέρονται στα εδάφια (5) έως (8), ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών εξυπηρέτησης λογαριασμού αναφέρει αμέσως το περιστατικό που σχετίζεται με τον πάροχο υπηρεσιών πληροφοριών λογαριασμού ή τον πάροχο υπηρεσίας εκκίνησης πληρωμής στην Κεντρική Τράπεζα με τις λεπτομέρειες της υπόθεσης και τους λόγους για την ανάληψη δράσης.

(10) Η Κεντρική Τράπεζα αξιολογεί την υπόθεση και, εφόσον το κρίνει σκόπιμο, λαμβάνει τα κατάλληλα μέτρα.