Απαγόρευση σε πρόσωπα πλην των παρόχων υπηρεσιών πληρωμών να παρέχουν υπηρεσίες πληρωμών και υποχρέωση γνωστοποίησης

37.-(1) Απαγορεύεται σε φυσικά ή νομικά πρόσωπα που δεν είναι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών, ούτε αποκλείονται ρητά από το πεδίο εφαρμογής του παρόντος Νόμου να παρέχουν υπηρεσίες πληρωμών.

(2) Οι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών που ασκούν οποιαδήποτε από τις δραστηριότητες που προβλέπονται στο άρθρο 3(3)(ια)(i) και (ii) και/ή αμφότερες τις δύο δραστηριότητες, για τις οποίες η συνολική αξία των πράξεων πληρωμής των προηγούμενων δώδεκα (12) μηνών υπερβαίνει το ποσό του ενός εκατομμυρίου ευρώ (€1.000.000), οφείλουν να απευθύνουν γνωστοποίηση προς την Κεντρική Τράπεζα με περιγραφή των προσφερόμενων υπηρεσιών, η οποία να προσδιορίζει την εξαίρεση δυνάμει του άρθρου 3(3)(ια)(i) και (ii) που θεωρούν ότι ισχύει για την ασκούμενη δραστηριότητα.

(3) Η Κεντρική Τράπεζα, στη βάση της γνωστοποίησης που προβλέπεται στο εδάφιο (2), λαμβάνει αιτιολογημένη απόφαση με βάση τα κριτήρια που αναφέρονται στο άρθρο 3(3)(ια), όταν η δραστηριότητα αυτή δεν αναγνωρίζεται ως περιορισμένο δίκτυο, και ενημερώνει τον πάροχο των υπηρεσιών αναλόγως.

(4) Οι πάροχοι υπηρεσιών που ασκούν δραστηριότητα αναφερόμενη στο άρθρο 3(3)(ιβ), οφείλουν να απευθύνουν γνωστοποίηση προς την Κεντρική Τράπεζα και να υποβάλλουν σε αυτήν ετήσια έκθεση ελέγχου που να πιστοποιεί ότι η δραστηριότητα είναι σύμφωνη με τα όρια που προβλέπονται στο άρθρο 3(3)(ιβ).

(5) Ανεξάρτητα από το εδάφιο (1), η Κεντρική Τράπεζα ενημερώνει την ΕΑΤ για τις υπηρεσίες που γνωστοποιούνται βάσει των εδαφίων (2) και (4), αναφέροντας την εξαίρεση που ισχύει για την εκτελούμενη δραστηριότητα.

(6) Η περιγραφή της δραστηριότητας που γνωστοποιείται βάσει των εδαφίων (2), (3) και (4) δημοσιοποιείται στο μητρώο που προβλέπεται στο άρθρο 14.