Οργανωτικές απαιτήσεις

17.-(1) Η ΚΕΠΕΥ οφείλει να συμμορφώνεται με τις οργανωτικές απαιτήσεις που καθορίζονται στα εδάφια (2) έως (10) του παρόντος άρθρου και στο άρθρο 18.

(2) Η ΚΕΠΕΥ εφαρμόζει κατάλληλες πολιτικές και διαδικασίες για να εξασφαλίζεται επαρκώς η συμμόρφωσή της, συμπεριλαμβανομένων των στελεχών, υπαλλήλων και συνδεδεμένων αντιπροσώπων της, με τις υποχρεώσεις τις οποίες υπέχει βάσει του παρόντος Νόμου, καθώς και κατάλληλους κανόνες για τις προσωπικές συναλλαγές των προσώπων αυτών.

(3)(α) Η ΚΕΠΕΥ καταρτίζει και εφαρμόζει αποτελεσματικές οργανωτικές και διοικητικές ρυθμίσεις ώστε να λαμβάνει όλα τα εύλογα μέτρα προκειμένου να μην επηρεάζονται αρνητικά τα συμφέροντα των πελατών, λόγω συγκρούσεων συμφερόντων κατά την έννοια του άρθρου 24.

(β) Η ΚΕΠΕΥ, η οποία παράγει χρηματοοικονομικά μέσα προς πώληση σε πελάτες, διαθέτει, χρησιμοποιεί και επανεξετάζει μια διαδικασία για την έγκριση κάθε χρηματοοικονομικού μέσου και των σημαντικών προσαρμογών που επιφέρει σε υφιστάμενα χρηματοοικονομικά μέσα, πριν τα προωθήσει στην αγορά ή τα διανείμει σε πελάτες.

(γ) Η διαδικασία έγκρισης προϊόντων καθορίζει μια προσδιορισμένη αγορά-στόχο τελικών πελατών, εντός της σχετικής κατηγορίας πελατών για κάθε χρηματοοικονομικό μέσο, και εξασφαλίζει ότι όλοι οι κίνδυνοι που συνδέονται με αυτήν την προσδιορισμένη αγορά-στόχο αξιολογούνται, καθώς και ότι η σκοπούμενη στρατηγική διανομής είναι κατάλληλη για την προσδιορισμένη αγορά-στόχο.

(δ) Η ΚΕΠΕΥ επανεξετάζει επίσης, σε τακτική βάση, τα χρηματοοικονομικά μέσα που προσφέρει ή προωθεί εμπορικά, λαμβάνοντας υπόψη κάθε γεγονός που θα μπορούσε να επηρεάσει σοβαρά το δυνητικό κίνδυνο για την προσδιορισμένη αγορά-στόχο, έτσι ώστε να αξιολογεί, τουλάχιστον, κατά πόσο το χρηματοοικονομικό μέσο συνεχίζει να συνάδει με τις ανάγκες της προσδιορισμένης αγοράς-στόχου και κατά πόσο η σκοπούμενη στρατηγική διανομής συνεχίζει να είναι η κατάλληλη.

(ε) Η ΚΕΠΕΥ που παράγει χρηματοοικονομικά μέσα διαθέτει στους διανομείς όλες τις κατάλληλες πληροφορίες σχετικά με το χρηματοοικονομικό μέσο και τη διαδικασία έγκρισης του προϊόντος, στις οποίες περιλαμβάνεται και η προσδιορισμένη αγορά-στόχος του χρηματοοικονομικού μέσου.

(στ) Όταν μια ΚΕΠΕΥ προσφέρει ή εισηγείται χρηματοοικονομικά μέσα που δεν παράγει η ίδια, διαθέτει τις κατάλληλες ρυθμίσεις ώστε να λαμβάνει τις πληροφορίες στις οποίες αναφέρεται η παράγραφος (ε) και να κατανοεί τα χαρακτηριστικά και την προσδιορισμένη αγορά-στόχο για κάθε χρηματοοικονομικό μέσο.

(ζ) Οι πολιτικές, διαδικασίες και ρυθμίσεις που αναφέρονται στο παρόν εδάφιο εφαρμόζονται χωρίς επηρεασμό κάθε άλλης απαίτησης βάσει του παρόντος Νόμου και του Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 600/2014, περιλαμβανομένων εκείνων που σχετίζονται με την κοινοποίηση, την καταλληλότητα ή συμβατότητα, τον εντοπισμό και διαχείριση συγκρούσεων συμφερόντων, καθώς και με τις αντιπαροχές.

(4) Η ΚΕΠΕΥ λαμβάνει όλα τα εύλογα μέτρα για να εξασφαλίζεται η συνεχής και τακτική παροχή και άσκηση των επενδυτικών υπηρεσιών και δραστηριοτήτων. Για τον σκοπό αυτό, η ΚΕΠΕΥ χρησιμοποιεί κατάλληλα και ανάλογα συστήματα, πόρους και διαδικασίες.

(5)(α) Η ΚΕΠΕΥ μεριμνά ώστε, όταν αναθέτει σε τρίτους την εκτέλεση επιχειρησιακών λειτουργιών ουσιώδους σημασίας για την παροχή συνεχούς και ικανοποιητικής υπηρεσίας στους πελάτες και την άσκηση των επενδυτικών δραστηριοτήτων σε συνεχή και ικανοποιητική βάση, να λαμβάνονται εύλογα μέτρα για να αποφεύγεται κάθε αδικαιολόγητη επιδείνωση του λειτουργικού κινδύνου. Η ανάθεση σε τρίτους σημαντικών επιχειρησιακών λειτουργιών πρέπει να γίνεται με τρόπο που να μην παραβλάπτει ουσιωδώς την ποιότητα του εσωτερικού ελέγχου της ΚΕΠΕΥ ούτε τη δυνατότητα της Επιτροπής να εποπτεύει τη συμμόρφωση της ΚΕΠΕΥ με όλες τις υποχρεώσεις της.

(β) Η ΚΕΠΕΥ οφείλει να έχει υγιείς διοικητικές και λογιστικές διαδικασίες, μηχανισμούς εσωτερικού ελέγχου, αποτελεσματικές διαδικασίες εκτίμησης των κινδύνων και αποτελεσματικούς μηχανισμούς ελέγχου και ασφάλειας των συστημάτων ηλεκτρονικής επεξεργασίας δεδομένων.

(γ) Χωρίς επηρεασμό του δικαιώματος της Επιτροπής να απαιτεί πρόσβαση στις επικοινωνίες βάσει του παρόντος Νόμου και του Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 600/2014, οι ΚΕΠΕΥ διαθέτουν υγιείς μηχανισμούς ασφαλείας, για τη διασφάλιση και την εξακρίβωση της γνησιότητας των μέσων διαβίβασης των πληροφοριών, την ελαχιστοποίηση του κινδύνου καταστροφής των δεδομένων και πρόσβασης χωρίς άδεια και την αποφυγή της διαρροής των πληροφοριών, ώστε να τηρείται πάντοτε το απόρρητο των δεδομένων.

(6) Η ΚΕΠΕΥ μεριμνά ώστε να τηρούνται αρχεία με όλες τις υπηρεσίες που παρέχει και τις δραστηριότητες και συναλλαγές που εκτελεί, κατά τρόπο που να επιτρέπει στην Επιτροπή να ασκεί τα εποπτικά της καθήκοντα και να προβαίνει σε ενέργειες για την διασφάλιση της τήρησης των υποχρεώσεων της ΚΕΠΕΥ βάσει του παρόντος Νόμου, του Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 600/2014, της Οδηγίας 2014/57/ΕΕ και του Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 596/2014, και ειδικότερα να διασφαλίζει τη συμμόρφωση της ΚΕΠΕΥ με όλες τις υποχρεώσεις της, περιλαμβανομένων των υποχρεώσεων που σχετίζονται με τους πελάτες ή δυνητικούς πελάτες και με την ακεραιότητα της αγοράς.

(7)(α) Τα προβλεπόμενα στο εδάφιο (6) αρχεία περιλαμβάνουν τις τηλεφωνικές συνδιαλέξεις ή τις ηλεκτρονικές επικοινωνίες που σχετίζονται, τουλάχιστον, με συναλλαγές που συνάφθηκαν κατά τη διενέργεια συναλλαγών για ίδιο λογαριασμό και με την παροχή υπηρεσιών κατ’ εκτέλεση εντολών πελατών, οι οποίες συνδέονται με τη λήψη, διαβίβαση και εκτέλεση των εντολών πελατών.

(β) Οι αναφερόμενες στην παράγραφο (α) τηλεφωνικές συνδιαλέξεις και ηλεκτρονικές επικοινωνίες περιλαμβάνουν επίσης αυτές που αποσκοπούν να καταλήξουν σε συναλλαγές που συνάπτονται κατά τη διενέργεια συναλλαγών για ίδιο λογαριασμό ή στην παροχή υπηρεσιών κατ’ εκτέλεση εντολών πελατών, οι οποίες συνδέονται με τη λήψη, τη διαβίβαση και την εκτέλεση εντολών πελατών, ακόμα και αν οι εν λόγω συνδιαλέξεις ή επικοινωνίες δεν καταλήγουν στην εκτέλεση των εν λόγω συναλλαγών ή στην παροχή υπηρεσιών κατ’ εκτέλεση εντολών πελατών.

(γ) Για τους σκοπούς των παραγράφων (α) και (β), η ΚΕΠΕΥ λαμβάνει κάθε εύλογο μέτρο για την καταγραφή σχετικών τηλεφωνικών συνδιαλέξεων και ηλεκτρονικών επικοινωνιών, οι οποίες πραγματοποιούνται, αποστέλλονται ή λαμβάνονται μέσω τεχνικού εξοπλισμού που παρέχει η ΚΕΠΕΥ σε υπάλληλο ή εξωτερικό συνεργάτη, ή μέσω τεχνικού εξοπλισμού του οποίου η χρήση από υπάλληλο ή εξωτερικό συνεργάτη εγκρίνεται ή επιτρέπεται από την ΚΕΠΕΥ.

(δ) Η ΚΕΠΕΥ γνωστοποιεί στους νέους και τους υφιστάμενους πελάτες ότι καταγράφονται οι τηλεφωνικές συνδιαλέξεις ή επικοινωνίες μεταξύ της ΚΕΠΕΥ και των πελατών της, οι οποίες καταλήγουν ή ενδέχεται να καταλήξουν στην πραγματοποίηση συναλλαγών. Η γνωστοποίηση αυτή δύναται να παρέχεται μία φορά, πριν από την παροχή επενδυτικών υπηρεσιών σε νέους και υφιστάμενους πελάτες.

(ε) Η ΚΕΠΕΥ δεν παρέχει από το τηλέφωνο επενδυτικές υπηρεσίες και δραστηριότητες σε πελάτες που δεν έχουν ενημερωθεί, εκ των προτέρων, σχετικά με την καταγραφή των τηλεφωνικών συνδιαλέξεων ή επικοινωνιών τους, εφόσον οι εν λόγω επενδυτικές υπηρεσίες και δραστηριότητες αφορούν τη λήψη, διαβίβαση και εκτέλεση εντολών του πελάτη.

(στ) Εντολές δύνανται να εισάγονται από πελάτες μέσω άλλων διαύλων, ωστόσο τέτοιου είδους επικοινωνίες οφείλουν να πραγματοποιούνται σε σταθερό μέσο, όπως ταχυδρομικές επιστολές, τηλεομοιοτυπικά, ηλεκτρονικά μηνύματα ή τεκμηρίωση των εντολών πελατών που δόθηκαν δια ζώσης σε συναντήσεις. Ιδίως, το περιεχόμενο των σχετικών προσωπικών συνδιαλέξεων με πελάτη δύναται να καταγράφεται με την τήρηση γραπτών πρακτικών ή σημειώσεων. Οι εντολές αυτές θεωρούνται ισοδύναμες με εντολές που λαμβάνονται από το τηλέφωνο.

(ζ) Η ΚΕΠΕΥ λαμβάνει κάθε εύλογο μέτρο για να αποτρέπει υπάλληλο ή εξωτερικό συνεργάτη της να πραγματοποιεί τηλεφωνικές συνδιαλέξεις και να αποστέλλει ή να λαμβάνει ηλεκτρονικά μηνύματα με ιδιωτικό τεχνικό εξοπλισμό, μέσω του οποίου η ΚΕΠΕΥ δεν μπορεί να καταγράψει ή να αντιγράψει τις συνδιαλέξεις ή τις επικοινωνίες αυτές.

(η) Τα προβλεπόμενα στο παρόν εδάφιο αρχεία παρέχονται στον εμπλεκόμενο πελάτη, κατόπιν αιτήματος, και φυλάσσονται για μέγιστη περίοδο πέντε ετών και, κατόπιν αιτήματος της Επιτροπής, για μέγιστη περίοδο επτά ετών.

(8) Εάν κατέχει χρηματοοικονομικά μέσα που ανήκουν σε πελάτες, η ΚΕΠΕΥ θεσπίζει κατάλληλες ρυθμίσεις για να προστατεύει τα δικαιώματα κυριότητας των πελατών, ιδίως σε περίπτωση αφερεγγυότητας της ΚΕΠΕΥ, και για να αποτρέπει τη χρησιμοποίηση χρηματοοικονομικών μέσων πελάτη για ίδιο λογαριασμό, εκτός εάν ο πελάτης έχει δώσει τη ρητή συγκατάθεσή του.

(9) Εάν κατέχει κεφάλαια πελατών, η ΚΕΠΕΥ θεσπίζει κατάλληλες ρυθμίσεις για να προστατεύει τα δικαιώματα των πελατών και, εκτός από την περίπτωση των πιστωτικών ιδρυμάτων, για να αποτρέπει τη χρησιμοποίηση κεφαλαίων πελατών για ίδιο λογαριασμό.

(10) Η ΚΕΠΕΥ δεν συνάπτει συμφωνίες παροχής χρηματοοικονομικής ασφάλειας με μεταβίβαση τίτλου με ιδιώτες πελάτες με σκοπό την ασφάλεια ή κάλυψη παρουσών ή μελλοντικών, πραγματικών ή ενδεχόμενων ή αναμενόμενων υποχρεώσεων πελατών.

(11)(α) Τα εδάφια (6) και (7) εφαρμόζονται κατ’ αναλογία σε υποκατάστημα ΕΠΕΥ το οποίο είναι εγκατεστημένο στη Δημοκρατία, η δε Επιτροπή διασφαλίζει την συμμόρφωση του υποκαταστήματος με τα εν λόγω εδάφια όσον αφορά τις συναλλαγές τις οποίες εκτελεί το υποκατάστημα, χωρίς επηρεασμό της δυνατότητας της αρμόδιας αρχής του κράτους μέλους καταγωγής της σχετικής ΕΠΕΥ να έχει άμεση πρόσβαση στα σχετικά αρχεία.

(β) Η Επιτροπή δύναται, σε εξαιρετικές περιστάσεις, με οδηγίες της, να επιβάλει πρόσθετες απαιτήσεις σε ΚΕΠΕΥ όσον αφορά τη διαφύλαξη των περιουσιακών στοιχείων των πελατών της, επιπλέον των απαιτήσεων που προβλέπονται στα εδάφια (8), (9) και (10) του παρόντος άρθρου και στις κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις που εκδίδονται από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή δυνάμει του Άρθρου 16, παράγραφος 12, της Οδηγίας 2014/65/ΕΕ. Αυτές οι πρόσθετες απαιτήσεις πρέπει να αιτιολογούνται αντικειμενικά και να είναι αναλογικές, με στόχο να αντιμετωπίζονται, σε περιπτώσεις όπου οι ΚΕΠΕΥ φυλάσσουν περιουσιακά στοιχεία ή κεφάλαια πελατών, συγκεκριμένοι κίνδυνοι για την προστασία των επενδυτών ή για την ακεραιότητα της αγοράς, οι οποίοι είναι ιδιαίτερα σημαντικοί υπό τις περιστάσεις που δημιουργεί η δομή της αγοράς στη Δημοκρατία.

(γ) Η Επιτροπή γνωστοποιεί, χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση, στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή κάθε απαίτηση την οποία προτίθεται να επιβάλει σύμφωνα με την παράγραφο (β), τουλάχιστον δύο μήνες πριν από την ορισθείσα ημερομηνία επιβολής της απαίτησης. Η γνωστοποίηση περιλαμβάνει και αιτιολόγηση της εν λόγω απαίτησης. Αυτές οι πρόσθετες απαιτήσεις δεν περιορίζουν, ούτε επηρεάζουν με άλλον τρόπο, τα δικαιώματα των ΚΕΠΕΥ, τα οποία καθορίζονται στα Άρθρα 34 και 35 της Οδηγίας 2014/65/ΕΕ.