Διοικητικό πρόστιμο

36.-(1) Σε περίπτωση που η αρμόδια αρχή διαπιστώσει ότι πρόσωπο διενεργεί πράξη ή τελεί σε παράλειψη, κατά παράβαση των διατάξεων του παρόντος Νόμου, η αρμόδια αρχή δύναται να επιβάλλει σε τέτοιο πρόσωπο διοικητικό πρόστιμο που δεν υπερβαίνει τις οκτώ χιλιάδες πεντακόσια ευρώ (€8.500), ανάλογα με την βαρύτητα της παράβασης, ανεξάρτητα από το αν συντρέχει περίπτωση ποινικής ευθύνης δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου ή άλλου νόμου ή κανονιστικής διοικητικής πράξης.

(2) Προτού επιβάλει διοικητικό πρόστιμο, η αρμόδια αρχή ειδοποιεί το επηρεαζόμενο πρόσωπο για την πρόθεσή της να επιβάλει το διοικητικό πρόστιμο, ενημερώνοντάς το για τους λόγους για τους οποίους προτίθεται να ενεργήσει τοιουτοτρόπως και παρέχοντας σε αυτό το δικαίωμα υποβολής παραστάσεων, μέσα σε προθεσμία πέντε (5) εργάσιμων ημερών από την ημέρα της ειδοποίησης.

(3) Η αρμόδια αρχή επιβάλλει διοικητικό πρόστιμο δυνάμει των διατάξεων του εδαφίου (1) με γραπτή και αιτιολογημένη απόφασή της την οποία διαβιβάζει στο επηρεαζόμενο πρόσωπο, και-

(α) Η οποία καθορίζει την παράβαση· και

(β) διά της οποίας πληροφορεί το επηρεαζόμενο πρόσωπο-

(i) περί του δικαιώματός του να προσβάλει την απόφαση-

(αα) με προσφυγή στον Υπουργό, και

(ββ) με προσφυγή στο Διοικητικό Δικαστήριο σύμφωνα με τις διατάξεις του Άρθρου 146 του Συντάγματος και του περί της Ίδρυσης και Λειτουργίας Διοικητικού Δικαστηρίου Νόμου του 2015, και

(ii) περί των προθεσμιών εντός των οποίων δύνανται να ασκηθούν τα προαναφερόμενα δικαιώματα, και

(γ) η οποία καθίσταται εκτελεστή με την εν λόγω διαβίβασή της.

(4) O Υπουργός δύναται να καθορίζει με οδηγίες του τα ενδεικτικά κριτήρια υπολογισμού του ύψους του διοικητικού προστίμου το οποίο προβλέπεται στις διατάξεις του εδαφίου (1), χωρίς τούτο να περιορίζει τη διακριτική ευχέρεια της αρμόδιας αρχής να αποφασίζει ελεύθερα περί του ύψους του επιβαλλομένου διοικητικού προστίμου, με βάση τα κατά περίπτωση πραγματικά περιστατικά.

(5) Η αρμόδια αρχή δεν επιτρέπει την άρση σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 35 απαγόρευσης απόπλου, μέχρις ότου καταβληθεί το διοικητικό πρόστιμο ή κατατεθεί τραπεζική εγγύηση αναγνωρισμένης τράπεζας για ίσο ποσό, και με όρους που ικανοποιούν την αρμόδια αρχή.

(6)(α) Το επηρεαζόμενο πρόσωπο και ο αντιπρόσωπός του στη Δημοκρατία δικαιούνται έκαστος να προσβάλλουν, με προσφυγή ενώπιον του Υπουργού, την απόφαση της αρμόδιας αρχής δυνάμει του παρόντος άρθρου περί επιβολής διοικητικού προστίμου, η οποία απόφαση αφορά το εν λόγω πλοίο.

(β) Η προσφυγή ενώπιον του Υπουργού ασκείται εγγράφως μέσα σε ανατρεπτική προθεσμία τριάντα (30) ημερών από τη διαβίβαση της προσβαλλόμενης απόφασης στο επηρεαζόμενο πρόσωπο.

(γ) Σε περίπτωση που το διοικητικό πρόστιμο επιβλήθηκε με απόφαση του Υπουργού ως αρμόδια αρχή, το παρόν εδάφιο εφαρμόζεται ως εάν να ήταν διάταξη που προβλέπει την υποβολή ένστασης στον Υπουργό κατά της απόφασής του περί επιβολής του διοικητικού προστίμου.

(7) Σε περίπτωση άρνησης ή παράλειψης προσώπου, στο οποίο υπεβλήθηκε διοικητικό πρόστιμο δυνάμει του παρόντος Νόμου, να καταβάλει στην αρμόδια αρχή τέτοιο πρόστιμο, η αρμόδια αρχή λαμβάνει δικαστικά μέτρα και εισπράττει το οφειλόμενο ποσό ως αστικό χρέος οφειλόμενο στη Δημοκρατία.

(8) Διοικητικό πρόστιμο επιβαλλόμενο δυνάμει του παρόντος άρθρου επί πλοιοκτήτη, αναφορικά με πλοίο του, συνιστά επιβάρυνση επί του πλοίου, η οποία επιβάρυνση ικανοποιείται κατά προτίμηση έναντι των άλλων δανειστών, όμως έπεται της τελευταίας υποθήκης.

(9) Σε περίπτωση που το διοικητικό πρόστιμο που επιβλήθηκε δυνάμει του παρόντος Νόμου προσβλήθηκε επιτυχώς, είτε ενώπιον του Υπουργού σύμφωνα με το παρόν άρθρο, είτε ενώπιον του Διοικητικού Δικαστηρίου σύμφωνα με τις διατάξεις του Άρθρου 146 του Συντάγματος και του περί της Ίδρυσης και Λειτουργίας Διοικητικού Δικαστηρίου Νόμου, ισχύουν τα ακόλουθα:

(α) Τα εδάφια (7) και (8) δεν εφαρμόζονται αναφορικά με τέτοιο διοικητικό πρόστιμο∙

(β) η αρμόδια αρχή επιστρέφει οποιοδήποτε καταβληθέν διοικητικό πρόστιμο, στο πρόσωπο που το είχε καταβάλει.