Αξιολόγηση σχεδίου ανάκαμψης, γενικές πρόνοιες

7.-(1) Οι οντότητες, που υποχρεούνται να εκπονούν σχέδια ανάκαμψης σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (1) του άρθρου 4 και τις διατάξεις του εδαφίου (1) του άρθρου 6, οφείλουν να υποβάλλουν τα εν λόγω σχέδια ανάκαμψης στην Επιτροπή για εξέταση και αξιολόγηση.

(2) Οι οντότητες που προβλέπονται στο εδάφιο (1) οφείλουν να ικανοποιήσουν την Επιτροπή ότι-

(α) Η εφαρμογή των προτεινόμενων από το σχέδιο ανάκαμψης ρυθμίσεων είναι ευλόγως πιθανό να διατηρήσει ή να αποκαταστήσει τη βιωσιμότητα και τη χρηματοοικονομική θέση της ΚΕΠΕΥ ή του ομίλου, λαμβανομένων υπόψη των προπαρασκευαστικών μέτρων που έλαβε ή σκοπεύει να λάβει η ΚΕΠΕΥ ή, κατά περίπτωση, η ΚΕΠΕΥ η οποία έχει μητρική επιχείρηση σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (1) του άρθρου 6· και

(β) το σχέδιο ανάκαμψης και οι συγκεκριμένες πρόνοιες που συμπεριλήφθηκαν σε αυτό είναι ευλόγως πιθανό να εφαρμοστούν ταχέως και αποτελεσματικά σε καταστάσεις οικονομικής πίεσης, αποφεύγοντας στο μέγιστο δυνατόν βαθμό τυχόν σημαντικές δυσμενείς επιπτώσεις στο χρηματοπιστωτικό σύστημα, συμπεριλαμβανομένων και σεναρίων που θα μπορούσαν να οδηγήσουν και άλλα ιδρύματα να εφαρμόσουν σχέδια ανάκαμψης εντός της ιδίας χρονικής περιόδου.

(3) Η Επιτροπή, εντός έξι (6) μηνών από την υποβολή του κάθε σχεδίου ανάκαμψης και εφόσον το σχέδιο αφορά συγκεκριμένο υποκατάστημα, μετά από διαβούλευση με την αρμόδια αρχή του κράτους μέλους στο οποίο είναι εγκατεστημένο το σημαντικό υποκατάστημα, εξετάζει το εν λόγω σχέδιο και αξιολογεί -

(α) Κατά πόσο το σχέδιο ικανοποιεί τις απαιτήσεις που προβλέπονται στο άρθρο 4· και

(β) κατά πόσο το σχέδιο ικανοποιεί τα κριτήρια που προβλέπονται στο εδάφιο (2)·και

(γ) την καταλληλότητα του σχεδίου, λαμβάνοντας υπόψη την καταλληλότητα της κεφαλαιακής και χρηματοδοτικής δομής της ΚΕΠΕΥ ή, κατά περίπτωση, της ΚΕΠΕΥ η οποία έχει μητρική επιχείρηση σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (1) του άρθρου 6 σε σχέση με τον βαθμό πολυπλοκότητας της οργανωτικής δομής και του προφίλ κινδύνου της:

Νοείται ότι, στις περιπτώσεις σημαντικών υποκαταστημάτων που είναι εγκατεστημένα στη Δημοκρατία, για τα οποία η Επιτροπή είναι η αρμόδια αρχή, υφίσταται αντίστοιχη δυνατότητα διαβούλευσης.

(4) Σε περίπτωση που, βάσει της αξιολόγησης δυνάμει των διατάξεων του εδαφίου (3), η Επιτροπή κρίνει ότι υπάρχουν σημαντικές ελλείψεις στο σχέδιο ανάκαμψης ή σημαντικά εμπόδια στην εφαρμογή του -

(α) Κοινοποιεί στην οντότητα που προβλέπεται στο εδάφιο (1) την αξιολόγησή της· και

(β) απαιτεί από αυτήν, αφού της παρέχει την ευκαιρία να διατυπώσει τη γνώμη της για την εν λόγω απαίτηση, να υποβάλει, εντός προθεσμίας δύο (2) μηνών, αναθεωρημένο σχέδιο, παρουσιάζοντας τον τρόπο με τον οποίο αντιμετωπίστηκαν οι εν λόγω ελλείψεις ή εμπόδια∙

Νοείται ότι, η εν λόγω προθεσμία δύναται να παραταθεί κατά ένα μήνα, με την έγκριση της Επιτροπής.

(5) Σε περίπτωση που η Επιτροπή, μετά την αξιολόγηση του αναθεωρημένου σχεδίου ανάκαμψης, κρίνει ότι οι ελλείψεις και τα εμπόδια δεν αντιμετωπίσθηκαν επαρκώς δυνάμει των διατάξεων της παραγράφου (β) του εδαφίου (4), δύναται να ζητήσει από την ενδιαφερόμενη οντότητα να πραγματοποιήσει συγκεκριμένες αλλαγές στο σχέδιο ανάκαμψης.

(6) Σε περίπτωση που -

(α) Οντότητα που προβλέπεται στο εδάφιο (1) δεν υποβάλει αναθεωρημένο σχέδιο ανάκαμψης· ή

(β) η Επιτροπή διαπιστώσει πως το αναθεωρημένο σχέδιο ανάκαμψης δεν αντιμετωπίζει επαρκώς τις ελλείψεις και τα πιθανά εμπόδια που εντοπίστηκαν κατά την αρχική της αξιολόγηση και δεν είναι δυνατόν να αντιμετωπισθούν επαρκώς οι ελλείψεις ή τα εμπόδια μέσω σύστασης δυνάμει των διατάξεων του εδαφίου (5), για συγκεκριμένες αλλαγές στο σχέδιο ανάκαμψης,

η Επιτροπή απαιτεί από την εν λόγω οντότητα να προσδιορίσει, εντός εύλογης προθεσμίας, αλλαγές τις οποίες μπορεί να επιφέρει στις επιχειρηματικές της δραστηριότητες προκειμένου να αντιμετωπίσει τις ελλείψεις ή τα εμπόδια στην εφαρμογή του σχεδίου ανάκαμψης.

(7) Σε περίπτωση που, οντότητα που προβλέπεται στο εδάφιο (1) -

(α) Δεν προσδιορίσει τις απαιτούμενες αλλαγές εντός της ορισθείσας προθεσμίας δυνάμει των διατάξεων του εδαφίου (6)·ή

(β) η Επιτροπή εκτιμήσει ότι οι προτεινόμενες από την εν λόγω οντότητα δράσεις δεν αντιμετωπίζουν επαρκώς τις ελλείψεις ή τα εμπόδια στην εφαρμογή του σχεδίου ανάκαμψης,

η Επιτροπή δύναται να προβεί σε υποδείξεις, ώστε η εν λόγω οντότητα να λάβει κάθε μέτρο που κρίνει η Επιτροπή ως απαραίτητο και αναλογικό, λαμβάνοντας υπόψη της σοβαρότητα των ελλείψεων και των εμποδίων, και την επίπτωση των μέτρων αυτών στις επιχειρηματικές δραστηριότητες της ΚΕΠΕΥ ή, κατά περίπτωση, της ΚΕΠΕΥ η οποία έχει μητρική επιχείρηση σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (1) του άρθρου 6.

(8) Με την επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου 30 της Οδηγίας ΟΔ144-2014-14, η Επιτροπή δύναται να συστήσει σε οντότητα που προβλέπεται στο εδάφιο (1) -

(α) Να μειώσει το προφίλ κινδύνου της ΚΕΠΕΥ ή, κατά περίπτωση, της ΚΕΠΕΥ η οποία έχει μητρική επιχείρηση σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου 1 του άρθρου 6 συμπεριλαμβανομένου του κινδύνου ρευστότητας·

(β) να καταστήσει δυνατή την έγκαιρη λήψη μέτρων ανακεφαλαιοποίησης·

(γ) να επανεξετάσει τη στρατηγική και τη δομή της ΚΕΠΕΥ ή, κατά περίπτωση, της ΚΕΠΕΥ η οποία έχει μητρική επιχείρηση σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (1) του άρθρου 6·

(δ) να πραγματοποιήσει αλλαγές στη στρατηγική χρηματοδότησης, ώστε να βελτιωθεί η ανθεκτικότητα των βασικών επιχειρηματικών τομέων και των κρίσιμων λειτουργιών·

(ε) να πραγματοποιηθούν αλλαγές στη δομή διακυβέρνησης της ΚΕΠΕΥ ή, κατά περίπτωση, της ΚΕΠΕΥ η οποία έχει μητρική επιχείρηση σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου (1) του άρθρου 6.

(9) Η Επιτροπή δύναται με οδηγία της να εξειδικεύει τη λήψη μέτρων επιπλέον από αυτά που αναφέρονται στο εδάφιο (8).

(10) Η απόφαση της Επιτροπής για μέτρα σύμφωνα με το παρόν άρθρο-

(α) Είναι αιτιολογημένη και αναλογική·

(β) κοινοποιείται γραπτώς στην οντότητα που προβλέπεται στο εδάφιο (1) και μπορεί να αποτελέσει αντικείμενο προσφυγής σύμφωνα με τις διατάξεις του Άρθρου 146 του Συντάγματος.

(11) Η Επιτροπή υποβάλλει το σχέδιο ανάκαμψης στην αρχή εξυγίανσης.