Εξουσία της Επιτροπής προς έλεγχο

43.-(1) Η Επιτροπή δύναται, κατά την άσκηση των κατά τον παρόντα Νόμο αρμοδιοτήτων, εξουσιών και καθηκόντων της, να διενεργεί κάθε αναγκαίο έλεγχο σε επιχειρήσεις ή ενώσεις επιχειρήσεων και για το σκοπό αυτό-

(α) να εισέρχεται σε κάθε γραφείο, χώρο, γήπεδο και μεταφορικό μέσο των επιχειρήσεων και ενώσεων επιχειρήσεων, καθώς και σε κάθε άλλο επαγγελματικό χώρο εξαιρουμένων των κατοικιών·

(β) να ελέγχει κάθε είδους αρχεία, βιβλία, λογαριασμούς, καθώς και λοιπά έγγραφα επαγγελματικής δραστηριότητας, ανεξαρτήτως της μορφής αποθήκευσής τους·

(γ) να λαμβάνει ή να αποκτά υπό οποιαδήποτε μορφή αντίγραφο ή απόσπασμα αρχείων, βιβλίων, λογαριασμών και κάθε άλλο έγγραφο επαγγελματικής δραστηριότητας ανεξαρτήτως της μορφής αποθήκευσής τους και οπουδήποτε και αν αυτά φυλάσσονται˙

(δ) να σφραγίζει οποιοδήποτε γραφείο, χώρο, γήπεδο, μεταφορικό μέσο καθώς και κάθε άλλο επαγγελματικό χώρο, καθώς και όσα αναφέρονται στην παράγραφο (β) κατά το χρονικό διάστημα που διενεργείται ο έλεγχος και στο βαθμό που απαιτείται για τον έλεγχο αυτό·

(ε) να υποβάλλει ερωτήσεις και να ζητά διευκρινίσεις από τα πρόσωπα που αναφέρονται στο εδάφιο (3) του άρθρου 42, καθώς και το προσωπικό των επιχειρήσεων ή των ενώσεων επιχειρήσεων, περί των γεγονότων ή στοιχείων που σχετίζονται με το αντικείμενο και το σκοπό του ελέγχου και να καταγράφει τις απαντήσεις.

(2)(α) Οι κατά το εδάφιο (1) σχετικές εξουσίες ασκούνται κατ’ εντολή της Επιτροπής από αρμόδιους λειτουργούς της Υπηρεσίας.

(β) Εάν τούτο κριθεί αναγκαίο από την Επιτροπή, οι εν λόγω λειτουργοί συνοδεύονται από άλλους λειτουργούς, ήτοι δημόσιους υπαλλήλους ή/και λειτουργούς του ευρύτερου δημόσιου τομέα ή/και από πρόσωπα με εξειδικευμένες γνώσεις που δυνατό να απασχολούνται από την Επιτροπή.

(3) Η εντολή της Επιτροπής είναι γραπτή και καθορίζει σαφώς το αντικείμενο και το σκοπό του ελέγχου, ορίζει την ημερομηνία έναρξης του ελέγχου, τη διάταξη πάνω στην οποία στηρίζεται η εξουσία αυτή της Επιτροπής και τις ενδεχόμενες διοικητικές κυρώσεις σε περίπτωση άρνησης της επιχείρησης να συμμορφωθεί προς την εντολή της Επιτροπής.

(4) Ο έλεγχος διενεργείται χωρίς προηγούμενη ειδοποίηση των συμμετεχουσών επιχειρήσεων, εκτός εάν η Επιτροπή κρίνει ότι η παροχή ειδοποίησης θα υποβοηθήσει στο ερευνητικό έργο.

(5) Η επιχείρηση στην οποία διενεργείται ο έλεγχος δύναται να συμβουλευθεί το νομικό της σύμβουλο κατά τη διάρκεια του ελέγχου, η παρουσία όμως αυτού δε συνιστά προϋπόθεση για το έγκυρο του ελέγχου και/ ή υπεράσπιση για την πλημμελή ή μη συμμόρφωση στην εντολή της Επιτροπής.

(6) Εφόσον κρίνεται σκόπιμο, η Επιτροπή ζητά τη συνδρομή της Αστυνομίας προκειμένου να καταστεί ικανή να ασκήσει τις εξουσίες της κατά τα οριζόμενα στο παρόν άρθρο.

(7) Οι πληροφορίες που λαμβάνει η Επιτροπή κατά την άσκηση της κατά το παρόν άρθρο εξουσίας δύναται να χρησιμοποιηθούν μόνο για το σκοπό για τον οποίο επιτρέπεται ο έλεγχος, εξαιρουμένων των περιπτώσεων όπου αυτό επιβάλλεται για την εφαρμογή του δικαίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης για τον ανταγωνισμό.

(8) Κάθε επιχείρηση, η οποία υπόκειται σε έλεγχο δυνάμει του παρόντος άρθρου, και κάθε πρόσωπο στο οποίο υποβάλλονται ερωτήσεις ή από το οποίο ζητούνται διευκρινίσεις δυνάμει της παραγράφου (ε) του εδαφίου (1) έχει έκαστος υποχρέωση να παρέχει στον αρμόδιο λειτουργό, εφόσον ο τελευταίος εύλογα το απαιτεί -

(α) οποιαδήποτε διευκόλυνση,

(β) οποιαδήποτε πληροφορία, και/ή

(γ) οποιαδήποτε δήλωση περί του αληθούς των πληροφοριών που παρέχει στον αρμόδιο λειτουργό.

(9) Διαπράττει ποινικό αδίκημα πρόσωπο-

(α) στο οποίο το εδάφιο (8) επιβάλλει υποχρέωση και το οποίο αρνείται ή παραλείπει να συμμορφωθεί με τέτοια υποχρέωση, ή/και

(β) το οποίο αποκρύπτει, καταστρέφει ή παραποιεί πληροφορία, αρχείο, βιβλίο, λογαριασμό ή άλλο έγγραφο επαγγελματικής δραστηριότητας, που αποτελεί αντικείμενο ελέγχου δυνάμει του παρόντος Νόμου, ή παρέχει στην Επιτροπή ή σε αρμόδιο λειτουργό της ψευδή, ελλιπή, ανακριβή ή παραπλανητική πληροφορία, δήλωση, αρχείο, βιβλίο, λογαριασμό ή άλλο έγγραφο επαγγελματικής δραστηριότητας, ή αρνείται ή παραλείπει να παράσχει στην Επιτροπή ή σε αρμόδιο λειτουργό της πληροφορία, δήλωση, αρχείο, βιβλίο, λογαριασμό ή άλλο έγγραφο επαγγελματικής δραστηριότητας, που ζητείται κατά την άσκηση εξουσιών τις οποίες χορηγεί ο παρών Νόμος,

και υπόκειται σε ποινή φυλάκισης που δεν υπερβαίνει το ένα (1) έτος ή σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις ογδόντα πέντε χιλιάδες ευρώ (€85.000) ή και στις δύο αυτές ποινές.

(10) Σε περίπτωση ποινικής δίωξης για αδίκημα βάσει του εδαφίου (9)-

(α) αναφορικά με την άρνηση ή παράλειψη συμμόρφωσης με υποχρέωση που επιβάλλεται βάσει του εδαφίου (8), αποτελεί υπεράσπιση για τον κατηγορούμενο εάν αποδείξει ότι είχε εύλογη αιτία για την εν λόγω άρνηση ή παράλειψη·

(β) αναφορικά με την παροχή ψευδών, ελλιπών, ανακριβών ή παραπλανητικών πληροφοριών ή άλλων στοιχείων που αναφέρονται στην παράγραφο (β) του εδαφίου (1) αποτελεί υπεράσπιση για τον κατηγορούμενο εάν αποδείξει ότι παρείχε τις εν λόγω πληροφορίες και στοιχεία με καλή πίστη και χωρίς να γνωρίζει το ελάττωμα των εν λόγω πληροφοριών και στοιχείων.